Στις αρχές του ’80, όταν άρχιζε η «επανάσταση του ελληνικού κρασιού» και κάθε μικρός παραγωγός θεωρούσε υποχρέωσή του να συμπεριλάβει ένα Cabernet Sauvignon στην γκάμα του, ο Συνεταιρισμός «Νέστωρ» της Μεσσηνίας, πιθανώς διαβλέποντας την επερχόμενη ζήτηση, φυτεύει μαζικά γαλλικές ποικιλίες με κυρίαρχο το Cabernet Sauvignon, κατά βάση στη ζώνη της Τριφυλίας. Η εμπειρία μάλιστα έδειξε ότι το terroir της δυτικής Μεσσηνίας, με το ιδιαίτερο γεωγραφικό ανάγλυφο και κλίμα, ήταν ιδανικό για την καλλιέργεια αυτής της ποικιλίας, όπως και του λευκού Chardonnay, δίνοντας εξαιρετικής ποιότητας καρπό. Η αυξημένη ζήτηση οδήγησε στην κατασκευή ενός νέου -φαραωνικών διαστάσεων οινοποιείου του Συνεταιρισμού, αρχές του ’90, για να ακολουθήσει η σταδιακή μείωση των πωλήσεων, καθώς πληθαίνουν οι φυτεύσεις στην υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά αρχίζει και η στροφή προς τις γηγενείς ποικιλίες. Ως αποτέλεσμα παρατηρείται εγκατάλειψη μεγάλου μέρους των αμπελώνων, υπέρ της ελαιοκαλλιέργειας, με το γύρισμα του 21ου αιώνα.
Τα τελευταία χρόνια η οικογένεια Κωνσταντακόπουλου, του Costa Navarino, έχει ξεκινήσει μια πολύ σοβαρή και συστηματική προσπάθεια αναβίωσης του μεσσηνιακού αμπελώνα, αποκτώντας περίπου 500 στρέμματα, φυτεμένα κυρίως με Cabernet Sauvignon και Chardonnay, που πλέον έχουν ενσωματωθεί απόλυτα στην οινική παράδοση της περιοχής. Δίπλα της και μια δεκάδα τοπικών οινοποιών, παλιότερων και νεότερων, που μοιράζονται το όραμά της για το ελληνικό Cabernet Sauvignon και το ελληνικό Chardonnay.
Όλα τούτα τα παρουσίασε πολύ όμορφα, μαζί με τη μεγάλη αμπελοοινική ιστορία της Μεσσηνίας, που φτάνει πίσω στα χρόνια του Ομήρου, ο δρ Στέφανος Κουνδουράς, καθηγητής Αμπελουργίας και πρόεδρος του τμήματος Γεωπονίας του ΑΠΘ, στην εκδήλωση «O Οίνος στη Μεσσηνία, Παρελθόν – Παρόν – Μέλλον και Τυφλή Γευσιγνωσία του εμβληματικού Cabernet Sauvignon από την Τριφυλία», στο πλαίσιο του 1ου Φεστιβάλ Οίνου Messinia Terroirs που πραγματοποιήθηκε στο Costa Navarino, στο τέλος Σεπτεμβρίου, από το Ίδρυμα Καπετάν Βασίλη και Κάρμεν Κωνσταντακόπουλου.
Πολύ ενδιαφέρουσα και η γευστική δοκιμή έξι Cabernet Sauvignon της περιοχής, με διαφορετικές ηλικίες, που οργάνωσε ο πολύ έμπειρος οινοχόος Νικόλας Γιαννόπουλος, δείχνοντας την ποιότητα αλλά και την αντοχή της ποικιλίας στον χρόνο.
Η δοκιμή
Το Pylόs 2020, από το οινοποιείο «Νέστωρ», έδειξε λαμπερό βαθυκόκκινο χρώμα στο ποτήρι, μαύρα φρούτα, μέντα, βότανα, καφέ, δρυ και μπαχαρικά στη μύτη και νεανική ζωντάνια στο στόμα, με αισθητές, ευγενικές τανίνες, δομή, φρούτο, οξύτητα και διάρκεια.
Το Kotyle 2018, από την Navarino Vineyards, εμφανίστηκε με φορεσιά σε ρουμπινί βαθύ, εξελιγμένο μπουκέτο μαρμελάδας κόκκινων φρούτων, μπαχαρικών, ευγενικού ξύλου και σοκολάτας, γεμάτο στόμα με καλοδουλεμένες τανίνες, διακριτική οξύτητα, θέρμη, όγκο και επίμονο τελείωμα.
Το Cabernet Sauvignon 2013, από το οινοποιείο Παναγιωτόπουλος, δείχνει ελαφρά ίχνη εξέλιξης στο κόκκινο χρώμα του, διατηρεί αρκετό μαύρο φρούτο στη μύτη σε συνδυασμό με δέρμα, κέδρο, καμφορά και καλά ενσωματωμένο ξύλο, ενώ στο μεσαίου όγκου στόμα οι τανίνες έχουν στρογγυλέψει όμορφα.
Η Αγριλιά 2015, του Θόδωρου Δερέσκου, με το βαθυκόκκινο ελαφρά εξελιγμένο χρώμα της και το σύνθετο μπουκέτο όπου επικρατούν αρώματα δέρματος, ψημένου μπέικον, μαύρου πιπεριού και λιωμένων μαύρων φρούτων, δείχνει ωραία εξέλιξη στο στόμα, με στρογγυλεμένες τανίνες, πολύ καλή δομή, αρκετό φρούτο και διάρκεια.
Η Φτελιά 2008, από το Οινοποιείο Τσώλη, ένα πραγματικά εμβληματικό κρασί της περιοχής, δείχνει εξαίρετη αντοχή στον χρόνο, με αρώματα δέρματος, βρεγμένης γης, σοκολάτας, φρούτων σε αλκοόλ, σταφίδας και πιπεριών, αλλά και αρμονικό στόμα με ικανό φρούτο, δύναμη, όγκο και πολυπλοκότητα.
Το πειραματικό Cabernet Sauvignon 1998, της εταιρείας Μπουτάρης Οινοποιητική, αποδεικνύει εμφατικά τις δυνατότητες παλαίωσης της ποικιλίας. Εξελιγμένο χρώμα, ξερά μαύρα φρούτα και μπαχαρικά στη μύτη, δύναμη, μαλακωμένες τανίνες και διάρκεια στο στόμα.