Συνδυάζεται συχνά με BBQ, slow-cooked κρεατικά και smashed burgers. H πικάντικη και δροσερή coleslaw είναι μία πολύπλοκη λαχανοσαλάτα και ανήκει στα δημοφιλέστερες street food γεύσεις. Μπορεί να τη γνωρίζουμε κυρίως μέσα σε burgers ή δίπλα σε ribs και τηγανητό κοτόπουλο, όμως η αλήθεια είναι πως πρόκειται για μια σαλάτα με μεγάλη ιστορία, απίθανη ευελιξία και απρόσμενη φρεσκάδα.
Η coleslaw είναι το ιδανικό ταίρι στο BBQ γιατί ισορροπεί τη στιβαρότητα της καθαρής πρωτεΐνης. Ωστόσο, είναι μία σαλάτα που ταιριάζει εξίσου καλά με ψητό ψάρι, με χοιρινό αλλά και σε σάντουιτς ή και πάνω σε τοστ. Είναι η σαλάτα που διατηρείται ζωηρή και φρέσκια ακόμα και μετά από ώρες αναμονής στο ψυγείο. Έχετε αναρωτηθεί ποτέ από πού προήλθε η λαχανοσαλάτα; Και πώς έγινε το συνοδευτικό πιάτο που είναι σήμερα;
Τι είναι η coleslaw;
Ας αρχίσουμε από τα βασικά. Η αμερικάνικη κουζίνα έχει διαμορφωθεί από γεύσεις όλου του κόσμου και η λαχανοσαλάτα coleslow είναι ένα τρανό παράδειγμα που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Λέγεται ότι οι ρίζες της coleslaw φτάνουν μέχρι την αρχαία Ρώμη όπου υπάρχουν αναφορές για γεύματα με λάχανο, αυγά, ξίδι και πικάντικα μπαχαρικά. Η ιστορία, επίσης, αναφέρει ότι οι Ολλανδοί ιδρυτές της Νέας Υόρκης σέρβιραν μια σαλάτα με ψιλοκομμένο λάχανο, σε μία συνταγή που είναι παρόμοια με τη σημερινή «λαχανοσαλάτα». Έτσι, ιστορικά, μαθαίνουμε ότι η σαλάτα δημιουργήθηκε αρχικά στην Ολλανδία. Απόδειξη αποτελεί και η ετυμολογία της λέξης coleslaw, η οποία προέρχεται από την ολλανδική έκφραση koosla, που σημαίνει «σαλάτα λάχανο». Σύμφωνα με καταγραφές, έχουν βρεθεί συνταγές παρόμοιες με την coleslaw σε αμερικανικά σπίτια ήδη από το 1770. Ωστόσο, μια από τις πιο καθοριστικές στιγμές στην ιστορία του coleslaw ήταν η δημιουργία της μαγιονέζας τον 18ο αιώνα.
Στη βασική της εκδοχή, η coleslaw ενώνεται με dressing μαγιονέζας, δηλαδή φυτικό λίπος χτυπημένο με αυγά και μία δόση μουστάρδας dijon, ξίδι ή γιαούρτι για περισσότερη οξύτητα και ισορροπία. Ωστόσο, σε πιο ελαφριές ή μοντέρνες συνταγές, θα τη δούμε να φτιάχνεται με βινεγκρέτ ακόμα και με βάση το ταχίνι ή το miso. Άλλοτε είναι πιο γλυκιά ή πιο ξιδάτη ή πιο στεγνή, με λιγότερη μαγιονέζα.
Η εκδοχή με το χρένο
Η βασική συνταγή περιέχει ψιλοκομμένο λάχανο, συνήθως λευκό με προσθήκη κόκκινου λάχανου που του δίνει χρώμα και ελαφρώς πικρή φρεσκάδα. Από εκεί κι έπειτα, όλα είναι θέμα φαντασίας και γούστου. Τριμμένο καρότο, μήλο, σέλερι, φρέσκα κρεμμυδάκια, ακόμα και ανανάς και φιλέ αμύγδαλου, μπορεί να δώσουν την προσωπικότητά τους σε μια κατά τα άλλα απλή παρασκευή. Αν θέλουμε να πειραματιστούμε, μπορούμε να αντικαταστήσουμε το λάχανο με kale ή ραπανάκια, να προσθέσουμε φιστίκια ή κορινθιακές σταφίδες, ή να τη νοστιμίσουμε με μια πρέζα κύμινο, πιπέρι καγιέν ή καπνιστή πάπρικα.
Υπάρχει και η πιο ευρωπαϊκή εκδοχή, κλασική μεν αλλά με twist που κόβει τη λιπαρότητα και ξυπνά τον ουρανίσκο. Το χρένο ή horseradish, δίνει στη γνωστή σαλάτα λάχανου μια αναπάντεχη σπιρτάδα και την κάνει ιδανική για να συνοδεύσει καπνιστό σολομό, τραγανό pulled pork ή ένα ζουμερό burger. Είναι εύκολη, οικονομική και ετοιμάζεται σε λίγα λεπτά.
Η συνταγή για σαλάτα Coleslaw με χρένο και γιαούρτι
Υλικά για 4 άτομα:
½ μικρό λευκό λάχανο (περίπου 400 γρ.), ψιλοκομμένο
1 καρότο, τριμμένο
1 μικρό κόκκινο κρεμμύδι, ψιλοκομμένο (προαιρετικά)
1 κουτ. σούπας άνηθος ή μαϊντανός ψιλοκομμένος
Για το dressing:
3 κουτ. σούπας μαγιονέζα
2 κουτ. σούπας στραγγιστό γιαούρτι
1½ κουτ. γλυκού χρένο (από βαζάκι)
1 κουτ. σούπας ξίδι (κατά προτίμηση μηλόξιδο)
½ κουτ. γλυκού μουστάρδα απαλή
½ κουτ. γλυκού ζάχαρη
Αλάτι & φρεσκοτριμμένο πιπέρι
Εκτέλεση:
- Τοποθετούμε το λάχανο, το καρότο και το κρεμμύδι σε ένα μεγάλο μπολ. Αν θέλουμε πιο μαλακό λάχανο, το αλατίζουμε ελαφρά και το αφήνουμε 10 λεπτά πριν προσθέσουμε το dressing.
- Σε ξεχωριστό μπολ, χτυπάμε όλα τα υλικά του dressing μέχρι να ομογενοποιηθούν.
- Προσθέτουμε το dressing στα λαχανικά και ανακατεύουμε καλά.
- Σκεπάζουμε και αφήνουμε στο ψυγείο για τουλάχιστον 1 ώρα, ώστε να «δέσουν» οι γεύσεις.
Διαβάστε επίσης
Το viral βούτυρο του καουμπόι που απογειώνει τα κρέατα (και όχι μόνο)
Στα αφρικάνικα παντοπωλεία της Αθήνας βρήκαμε «γιαμ» και μάθαμε πώς μαγειρεύονται
Κασάβα και ταπιόκα: Η gluten-free ρίζα που πρέπει να δοκιμάσετε