Ψημένα ή όχι, με γέμιση απλή ή πληθωρική, τα σάντουιτς που αγαπήσαμε ξεκίνησαν σαν εύκολες λύσεις για ένα γρήγορο κολατσιό, εξελίχθηκαν σε υπερπαραγωγές και έχουν πάντα μια θέση στις βασικές επιλογές μας.
Τα σάντουιτς ανά δεκαετίες
Σάντουιτς τη δεκαετία του ’60
Τοστ ζαμπόν τυρί
Ένα ψημένο σάντουιτς φτιαγμένο με τετράγωνες φέτες ψωμιού, και ίδιων διαστάσεων κίτρινο τυρί και ζαμπόν εισέβαλε στη ζωή των Ελλήνων τη δεκαετία του ’60. Τότε ήταν που είπαμε αντίο στα καρβέλια και στα κεφάλια τυριού και σκύψαμε με όρεξη στην καινούρια λιχουδιά που απαιτούσε όλα τα υλικά να αποτελούνται από τετράγωνες φέτες. Ήταν η στιγμή που κάναμε ένα μεγάλο άλμα από το ρουστίκ ψωμοτύρι σε αυτή την καινούρια νοστιμιά. Η οποία επιπλέον ήθελε και ειδικό εργαλείο: την τοστιέρα.
Τη διέθεταν μόνο κάποια αστικά σπίτια, ενώ οι υπόλοιποι έτρωγαν το τοστ ωμό. Στις καφετέριες το σέρβιραν κομμένο διαγώνια, σε τρίγωνα, και με μπόλικα τσιπς στο πλάι, κάτι που γίνεται και σήμερα. Το τοστ έχει κρατήσει τη θέση του στη ζωή μας με σταθερή δημοτικότητα. Το τρώμε για πρωινό, για σνακ μέσα στη μέρα, για βράδυ σαν ελαφρύ δείπνο. Και το αποκαλούμε συνήθως με το υποκοριστικό του: τοστάκι.
Σάντουιτς με βούτυρο και μορταδέλα
Όταν η μορταδέλα της Μπολόνια, αυτή η ιταλική λιχουδιά που μεγάλωσε γενιές και γενιές, συνάντησε το φραντζολάκι πολυτελείας γεννήθηκε αυτό το μεγαλειώδες -μέσα στην απλότητά του- σάντουιτς. Το αφράτο ψωμάκι από άσπρο αλεύρι λεγόταν πολυτελείας για να τονιστεί η υπεροχή του, καθώς περιείχε ζάχαρη, βούτυρο, λάδι ή γάλα, ανάλογα με τη συνταγή. Εκείνη την εποχή το ψωμί ολικής δεν έχαιρε μεγάλης εκτίμησης. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη. Σε αυτό το μαλακό ψωμάκι, μια στρώση βούτυρο έδινε ακόμη περισσότερη γεύση προτού αγκαλιάσει τις φέτες της μορταδέλας.
Η οποία ήταν μια μεγάλη ντελικατέτσια της εποχής και πωλούνταν στα μεγάλα και κεντρικά παντοπωλεία. Εθιστικό σάντουιτς. Τυλιγμένο σε χαρτοπετσέτες και αλουμινόχαρτο έκανε κάθε διάλειμμα -σχολικό ή εργασιακό- ακόμη πιο ευχάριστο.
Τη δεκαετία του ’70
Μπόμπες
Το βρετανικό απογευματινό τσάι, το οποίο σερβίρεται γύρω στις 17:00, αποτελεί ένα ολόκληρο τελετουργικό και περιλαμβάνει μια σειρά από συνοδευτικά, σάντουιτς, μπισκότα, κέικ και τα περίφημα αγγλικά scones. Εμείς μπορεί να μην ήμασταν λόρδοι, αλλά οι γαστρονομικές τσαχπινιές πάντα μας γοήτευαν. Έτσι, τα μικρά σαντουιτσάκια του afternoon tea, φτιαγμένα με ψωμί μπριος, μας άρεσαν. Δεν τα σερβίραμε με τσάι, αλλά είχαν μεγάλο σουξέ στα πάρτυ μικρών και μεγάλων, υπό μορφή μπόμπας (μάλλον τορπίλης…).
Υπήρχαν τριών ειδών: με ζαμπόν-τυρί, με ροκφόρ και με τονοσαλάτα. Η δημοτικότητά τους δεν μειώθηκε ποτέ, απλώς τώρα οι γεμίσεις έγιναν πιο δημιουργικές. Κάθε μπόμπα βγάζει περίπου 32
τριγωνικά σαντουιτσάκια και γίνονται ανάρπαστα.
Σάντουιτς με φέτα, μαρούλι, ελιά, ντομάτα
Είναι η ελληνική εκδοχή του lettuce sandwich, δηλαδή του σάντουιτς μαρουλιού. Ήταν μια ευκαιρία να κάνουμε το καθήκον μας προς τα λαχανικά και τη δροσιά τους. Συνήθως είχε μια λεπτή στρώση μαγιονέζας πάνω στην οποία κολλούσε το μαρούλι και δεν γλιστρούσε προς την έξοδο. Το ίδιο συνέβαινε και με την πάστα ελιάς και την ντομάτα. Μερικές φορές έμπαιναν και κομμένες απύρηνες ελιές στη γέμιση. Και φυσικά ποιος δεν ξέρει πως η φέτα, το εθνικό μας τυρί, είναι απείρως καλύτερη από κάθε γκούντα και έμενταλ!
Τα τελευταία χρόνια που το ψωμί και οτιδήποτε
περιέχει γλουτένη τείνει να εξοριστεί στο πυρ το εξώτερον, το μαρούλι παίρνει τη θέση του ψωμιού και το σάντουιτς γίνεται wrap, δηλαδή τυλιχτό.
Τη δεκαετία του ’80
Της σχολικής καντίνας, με σοκολάτα και τσιπς
Τη δεκαετία του ’80 σουφρώναμε τη μύτη όταν ακούγαμε για τσιζ κέικ και τιραμισού. Μα είναι δυνατόν να μπαίνει τυρί στο γλυκό; Αλλά δεν διστάζαμε καθόλου να βάλουμε στο ίδιο σάντουιτς σοκολάτα και τσιπς. Μια ολόκληρη σοκολάτα γάλακτος ΙΟΝ των 75 ή των 100 γραμμαρίων ή μια Serano και ένα ολόκληρο σακουλάκι με πατατάκια.
Το δεκατιανό και απογευματινό που αγαπούσαν τα παιδιά και οι έφηβοι και καταβρόχθιζαν χωρίς περίσκεψη και αιδώ. Το έτρωγαν κυρίως στις καντίνες του σχολείου, αλλά και στο σπίτι, όταν δεν τους έβλεπαν οι γονείς. Η χαρά του junk food.
Σάντουιτς με κεφτεδάκια
Ο πιο κομψός τρόπος να πάρουμε στην παραλία το σπιτικό φαγητό και να μην εμφανιστούμε στην πλαζ με τα τάπερ ήταν να το βάλουμε σε σάντουιτς. Λέγεται ότι το σάντουιτς με κεφτεδάκια το πρωτοέφτιαξαν στην Αμερική οι Ιταλοί μετανάστες, οι οποίοι βρήκαν έναν εύκολο και νόστιμο τρόπο να έχουν μαζί τους στη δουλειά τα αγαπημένα τους polpette. Τα κεφτεδάκια έμπαιναν σε μπαγκέτα, σε τσιαπάτα, σε φρατζολάκι πολυτελείας, σε μακρόστενο ιταλικό ψωμάκι, παντού.
Σκέτα, με τυρί, με ντομάτα, κέτσαπ, μουστάρδα ή γιαούρτι, το συγκεκριμένο σάντουιτς ήταν ένα πλήρες γεύμα -και όχι μόνο για την παραλία. Λιχούδικο, χορταστικό, comfort, είναι ένα σάντουιτς που η σκέψη του χαρίζει χαμόγελα.
Τύπου Everest
Σε εκείνη τη μυθική εποχή, με τους ενθουσιώδεις και γρήγορους ρυθμούς, η νυχτερινή διασκέδαση στις μεγάλες πόλεις είχε απογειωθεί. Οι νύχτες έμοιαζαν ατελείωτες, το αλκοόλ έρεε άφθονο και αυτό είχε ως συνέπεια να μεταμορφωθούν τα σαντουιτσάδικα και οι καντίνες των δρόμων σε σημεία συνάντησης των ξενύχτηδων. Το Everest στο Κολωνάκι γνώρισε εποχές δόξας.
Τα σάντουιτς που έφτιαχνε έγιναν υπερπαραγωγές προσπαθώντας να συμπεριλάβουν σε μεγάλες φραντζολίτσες πολλά και διάφορα υλικά, από βραστά αυγά και ομελέτες, μέχρι μπιφτέκια, αλλαντικά, λουκάνικα, μανιτάρια και μια σειρά από σαλάτες και σος. Τα σάντουιτς τύπου Everest έγιναν μόδα και όλα τα σαντουιτσάδικα υιοθέτησαν την πληθωρική ποικιλία γεμίσεων. Ο μαξιμαλισμός ταίριαζε στα 80s
Τη δεκαετία του ’90
Σάντουιτς με σολομό, Philadelphia και μαρούλι
Καπνιστός σολομός, τυρί κρέμα, και μαρούλι, σε ψωμί μπριος. Ένα σύμβολο κοινωνικής καταξίωσης. Μαζί με τον εσπρέσο και το ανθρακούχο νερό έκαναν τις μέρες μας πιο κοσμοπόλιταν. Η συννεφένια ζύμη του μπριος έχει πλούσια γεύση χάρη στα αυγά, στο βούτυρο και το γάλα που περιέχει και είναι συνώνυμο της φινέτσας.
Μπορεί στις μέρες μας να γνωρίσαμε και να αγαπήσαμε τα βαριά δανέζικα ψωμιά ή να ξαναθυμηθήκαμε τα δικά μας προζυμένια, αλλά τότε ένα σάντουιτς με σολομό και Philadelphia μάς έβαζε στη γαστρονομική μόδα. Χώρια που το τυρί κρέμα με την απολαυστική κρεμώδη υφή του μας είχε συνεπάρει. Ένα σάντουιτς που έκανε μεγάλο σουξέ στα καφέ (τρώγαμε σολομό για σνακ!), αλλά και σε δεξιώσεις με περαστά finger food. Ωραία χρόνια…
Κλαμπ σάντουιτς
Τη δεκαετία του ’90, το συγκεκριμένο σάντουιτς είχε ήδη κλείσει έναν αιώνα ζωής από τη στιγμή που πρωτοεμφανίστηκε στο κλαμπ Saratoga στη Νέα Υόρκη το 1889, αλλά ο αέρας της πολυτέλειας που έφερνε μαζί του άργησε να μας αγγίξει. Έκτοτε όμως φροντίσαμε να επανορθώσουμε την αδικία και το βάλαμε στη γαστρονομική μας ζωή με δόξα και τιμή. Τρεις φέτες λευκό ψωμί, ελαφρώς φρυγανισμένο, μαγιονέζα σε κάθε φέτα, μαρούλι, ντομάτα, μπέικον και λεπτές φέτες ψημένου κοτόπουλου.
Λίγο η μαγιονέζα, λίγο το μπέικον που δεν το είχαμε εντάξει για τα καλά στην κουζίνα μας, λίγο το ίδιο το όνομα που θύμιζε λέσχη υψηλής κοινωνίας, μας έκανε να νιώθουμε πιο κοσμοπολίτες και να ονειρευόμαστε σπίτια με πισίνες και γκαζόν. Αλλά και το σερβίρισμά του είχε και έχει κάτι το πληθωρικό: τηγανητές πατάτες ή τσιπς στο πλάι του μετατρέπουν το σνακ σε γεύμα.
Σάντουιτς ζαμπόν, τυρί, μαρούλι σε βιεννέζικο κρουασάν
Ήταν ο καιρός της ευμάρειας και του καινούριου. Τη δεκαετία του ’90 ένα σάντουιτς με κάποιο απλό είδος ψωμιού μάς φαινόταν φτωχό. Το κάτι περισσότερο ήρθε να το δώσει το βιεννέζικο κρουασάν. Ταυτισμένο με τη γαλλική κουζίνα, το αφράτο, βουτυράτο, μαλακό κρουασάν ήταν ένα προϊόν της αρτοποιΐας που πουλιόταν σκέτο ή με κάποια γλυκιά γέμιση. Εμείς το είδαμε αλλιώς.
Το ανοίξαμε στη μέση, του βάλαμε ζαμπόν, τυρί, μερικές λεπτές φέτες ντομάτας και ένα φύλλο μαρουλιού και αναβαθμίσαμε την έννοια του σνακ. Υπήρξαν βέβαια και πολλές παραλλαγές. Με γαλοπούλα και light τυρί, με ανθότυρο ή με μπέικον. Κάτι σπέσιαλ. Κάτι που μας έκανε περισσότερο Ευρωπαίους.