Στην Αθήνα, για λόγους που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης μεικτής ομάδας κοινωνιολόγων, ψυχολόγων, φρενολόγων και άλλων «-λόγων», σπανίζουν τα γευστικά τοπόσημα (εννοώ τους χώρους που με την συνεχή και μακρόχρονη παρουσία τους έχουν μεταβληθεί σε σημεία αναφοράς για την κατηγορία τους). Έτσι, το ουζομεζεδοπωλείον –όπως αυτοπροσδιορίζεται– «το Αθηναϊκόν» κατέχει χωρίς αμφιβολία μια μοναδική θέση ανάμεσά τους, αφού όχι μόνο λειτουργεί αδιαλείπτως για 92 χρόνια, αλλά από τα τραπεζάκια του έχουν περάσει γενιές Αθηναίων, επωνύμων και αγνώστων.

Δημιούργημα δυο Σμυρνιών, του Οδυσσέα Προβελεγγιάδη και του Αντώνη Μαντανέα, που έφτασαν πρόσφυγες στην Αθήνα του Μεσοπολέμου, ξεκινάει τη διαδρομή του από την οδό Σανταρόζα, το 1932, μια εποχή κατά την οποία στο κτίριο του παλιού Εθνικού Τυπογραφείου και του Αρσακείου, έχει συγκεντρωθεί σχεδόν το σύνολο της «δικαστικής ζωής» της πόλης. Λογικά λοιπόν οι πρώτοι θαμώνες του είναι οι δικηγόροι και οι διάδικοι, όμως σιγά-σιγά η φήμη των νόστιμων μεζέδων του διευρύνει σημαντικά την πελατεία του. Με την ίδια ιδιοκτησία συνεχίζει για 38 ολόκληρα χρόνια, μέχρι το 1970, οπότε περνάει στον Παναγιώτη Σταθάκο και στη συνέχεια, το 1981, όταν ήδη συζητιέται η μεταφορά των Δικαστηρίων στην πρώην Σχολή Ευελπίδων, στους σημερινούς ιδιοκτήτες του, τον Αργύρη Πορφυρίου και τον Κώστα Παπαδόπουλο, που ως φοιτητές εργάζονταν στο Αθηναϊκόν.

Μεταφέρεται το 1985 στην οδό Θεμιστοκλέους, στη συμβολή της με την Πανεπιστημίου, γιατί το παλιό κτίριο γκρεμίστηκε, μαζί με τα γειτονικά του για να φτιαχτεί η ταλαίπωρη «πλατεία Σανταρόζα». Το νέο σπίτι του Αθηναϊκόν είναι μια ευρύχωρη αίθουσα, ψηλοτάβανη, με ένα χαριτωμένο πατάρι στο βάθος και μαυρόασπρο μαρμάρινο πάτωμα. Οι φωτογραφίες κι οι παλιές διαφημίσεις στους τοίχους, αλλά κυρίως ο μεγάλος πίνακας εποχής της οδού Αθηνάς με το τραμ, δημιουργούν μια νοσταλγική διάθεση, ενώ οι –μεσήλικες στην πλειοψηφία τους– σερβιτόροι με την ευγένεια, αλλά κυρίως με την ανεπιτήδευτη φροντίδα τους, κάνουν τους πάντες να νιώθουν άνετα, είτε πρόκειται για περαστικούς είτε για μόνιμους θαμώνες, με τους τελευταίους να είναι πολλοί, πάρα πολλοί.

Όπως αρμόζει σε ένα καθώς πρέπει ουζερί, το βάρος στον ευμεγέθη κατάλογο πέφτει στα θαλασσινά, χωρίς να λείπουν οι νόστιμες συνταγές με κρέας, κάποιες μάλιστα με ιστορία που ταυτίζεται με εκείνη του μαγαζιού. Φυσικά, ξεχωριστή θέση έχουν οι τυροπαρασκευές, οι σαλάτες και οι αλοιφές. Κάνοντας γενναία προσπάθεια, καταφέραμε να δοκιμάσουμε τη σωστά τηγανισμένη αθερίνα, που διατηρούσε την κρουστή υφή της σάρκας της, την τηγανητή, πραγματική, καραβιδόψυχα με την εθιστική μαγιονέζα, τα τραγανά τηγανητά μύδια δίπλα στην πικάντικη σάλτσα τους, και τις φημισμένες κροκέτες γαρίδας-καραβίδας με την «σως πικάντ», υπόδειγμα πετυχημένου τηγανιού και γευστικής ισορροπίας.

Γενναία προσπάθεια γιατί είχαμε ήδη απολαύσει μια σπιτική ταραμοσαλάτα με λευκό ταραμά, όπως την έφτιαχναν οι παλιές μαμάδες, μια χορταστική πατατοσαλάτα με ελιές, καρότο, αυγό, κρεμμύδι, τομάτα και μαϊντανό, «ντυμένη» με μια νόστιμη σάλτσα μουστάρδας, μερικά καλοφτιαγμένα ντολμαδάκια, με σωστά βρασμένο ρύζι, μυρωδικά και τρυφερά αμπελόφυλλα, α, ναι, και τη μαγική λακέρδα του μαγαζιού, τρυφερή, θαλασσινή και βουτυρένια, ενώ λόγω εποχής δεν ήταν διαθέσιμο το σαλάχι που αγαπάμε αχνιστό. Παρακάμπτοντας τον πειρασμό του πολύ ενδιαφέροντα και φροντισμένου καταλόγου κρασιών, επιμείναμε σκληροπυρηνικά σε ένα «πενηνταράκι» (εντάξει, 200 ml) ούζο Πιτσιλαδή, που συντρόφευσε όμορφα τα πιάτα. Φεύγοντας, μένουμε με εκείνη την όμορφη αίσθηση, που θέλεις να ξανάρθεις και αύριο για να δοκιμάσεις όσα πιάτα δεν πρόλαβες ή δεν άντεξες.

Υ.Γ. Πριν λίγα χρόνια, το 2013, άνοιξε και το πιο «εστιατορικό» αδελφάκι του «Αθηναϊκόν», στην οδό Μητροπόλεως 34, με τον ίδιο γευστικό κορμό, αλλά και κάποιες προσθήκες προσαρμοσμένες στην περιοχή.

info
Θεμιστοκλέους 2 & Πανεπιστημίου, Ομόνοια, τηλ. 210 3838485, 210 3835905

Καθημερινά, από τις 11:30 μέχρι τις 00:30, εκτός Κυριακής.
Ανάλογα με τα πιάτα που θα επιλέξει κανείς, ο λογαριασμός θα κυμανθεί μεταξύ 20 και 30 € το άτομο.

Φωτογραφίες: Κατερίνα Καμπίτη