Κάποτε τα Πατήσια ήταν ένα μικρό χωριό γεμάτο περιβόλια, στο Κολωνάκι είχε κοπάδια με κατσίκια και στο Μαρούσι κατοικούσαν μόνο αγρότες. Σύμφωνοι. Όμως από τότε έχει περάσει πάνω από αιώνας και κανείς δεν έχει μνήμες τι και πώς ήταν κάποτε τα πράγματα.
Για την ιστορία, να πούμε ότι μεταπολεμικά και μετά τον Εμφύλιο, το 1954, ο πληθυσμός της Αθήνας προσέγγιζε ήδη το 1,5 εκατομμύριο κατοίκους, ενώ προς τα τέλη της δεκαετίας του ’70 είχε φτάσει τα 3 εκατομμύρια. Ενδεικτικό της ραγδαίας αστικοποίησης και ανοικοδόμησης είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα τουλάχιστον με τον πρωτοπόρο αρχιτέκτονα και πολεοδόμο Κωνσταντίνο Δοξιάδη, το 1960 στην Αθήνα ανεγείρονταν 18 κατοικίες την ώρα.
Είναι σαφές, λοιπόν, εδώ και δεκαετίες ότι ο αστικοποιημένος άνθρωπος έχει χάσει κάθε επαφή με τη γη, με το χώμα και τη φύση και το τίμημα είναι μεγάλο. Από την αναζήτηση της τροφής πίσω στην εποχή του «ανθρώπου-κυνηγού» και του «ανθρώπου-οικιστή του δασικού δαπέδου» της χόρτινης καλύβας (primitive huts) στην εποχή της σποράς και της συγκομιδής και στην εποχή των ραφιών του σούπερ μάρκετ οι αλλαγές που έχουν συμβεί στον πλανήτη είναι τεράστιες και προφανώς δεν αφορούν μόνο στην Ελλάδα.
Η έντονη αστικοποίηση μετά τους μεγάλους πολέμους απομάκρυνε ακόμη και την ιδέα της ανάπτυξης ιδιόκτητων αστικών κήπων.

Δημοτικός λαχανόκηπος στο Μαρούσι. Φωτογραφία: Σίσσυ Μόρφη
Οι πρώτοι αστικοί κήποι και τα περιβολάκια
Οι δύο μεγάλοι πόλεμοι ανάγκασαν τους νεαρούς άνδρες από τις αγροτικές περιοχές να εγκαταλείψουν τις καλλιέργειες και την εκτροφή των ζώων για να καταταγούν στον στρατό. Η παραγωγή μειώθηκε δραματικά και οι πόλεις πεινούσαν φρικτά, αφού η όποια παραγωγή καταναλωνόταν είτε τοπικά είτε από τους εκάστοτε κατακτητές. Αυτή η ανάγκη σίτισης οδήγησε στην αναζήτηση λύσεων. Η ευρωπαϊκή και αργότερα η αμερικανική πρακτική της δημιουργίας «αστικών εδώδιμων κήπων» ξεκίνησε το 1917 κάτω από τον γενικό τίτλο «War gardening» (κηπουρική του πολέμου). Αιτία ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η αδυναμία τροφοδοσίας των μεγάλων αστικών κέντρων, η ανάπτυξη της αισχροκέρδειας, της εκμετάλλευσης και της σκόπιμης ανεπάρκειας τροφίμων.
Στη συνέχεια, ακολούθησαν οι «Κήποι της νίκης» (victory gardens) με αφετηρία τη Βρετανία και εξάπλωση στις ΗΠΑ, στη Γερμανία, στην Αυστραλία και τον Καναδά. Περίπου 20 εκατομμύρια Αμερικανοί έφτασαν στη διάρκεια του πολέμου να παράγουν το 40% της εθνικής τους κατανάλωσης σε αστικούς κήπους, με αποτέλεσμα να σιτίζεται με σχετική επάρκεια ο αστικός πληθυσμός και να ανεφοδιάζεται ανεμπόδιστα ο στρατός με τρόφιμα.
Στην Ελλάδα αυτή η πρακτική δεν έφτασε ποτέ, αφού τα αστικά κέντρα δεν ήταν τόσο ανεπτυγμένα και οι αποστάσεις από τις αγροτικές περιοχές ήταν μικρές. Ωστόσο, αυτό δεν εμπόδισε την πείνα να κυριεύσει την Αθήνα και τις μεγάλες πόλεις, όπου δηλαδή δεν υπήρχε άμεση πρόσβαση στη γεωργική παραγωγή, χωρίς να βρεθεί κάποια λύση αντίστοιχη άλλων χωρών. Η αστικοποίηση στη χώρα μας συνεχίστηκε ακάθεκτη και μετά τους πολέμους, με τις όποιες κοντινές αγροτικές περιοχές να γίνονται οικοδομήσιμα οικόπεδα και πολυώροφες πολυκατοικίες, απομακρύνοντας ακόμη και την ιδέα της ανάπτυξης των αστικών κήπων στην πρωτεύουσα ή σε άλλες πόλεις.
Η εκτίναξη των τιμών των τροφίμων, μαζί με την ανησυχία για τη μόλυνση του περιβάλλοντος οδήγησαν χώρες σε λίστες αναμονής που φτάνουν και τα 5 χρόνια για ένα μικρό κηπάριο.
Από τους «Κήπους της Νίκης» στις σημερινές λίστες αναμονής
Η εκτίναξη των τιμών των τροφίμων στα παντοπωλεία και τα σουπερμάρκετ μαζί με την ανησυχία που προκαλεί η μόλυνση του περιβάλλοντος, καθώς και κάποιες αποτυχημένες διατροφικές στρατηγικές για ανακούφιση μεγάλων μερίδων του πληθυσμού, οδήγησαν χώρες όπως η Βρετανία σε λίστες αναμονής που φτάνουν και τα πέντε χρόνια για παραχώρηση μικρών δημοτικών κήπων, ώστε να καλλιεργούν οι ίδιοι οι κάτοικοι τα λαχανικά τους. Αυτή η πρακτική είχε ως αποτέλεσμα την εκτόξευση των πωλήσεων σπόρων λαχανικών, όχι μόνο στη Βρετανία αλλά και σε πολλές άλλες χώρες του κόσμου, με τους Ευρωπαίους να προηγούνται ως προς τη μαζικότητα, την ιστορική παράδοση «σε εδώδιμους κήπους» και την ποιοτική διατροφική παιδεία σε σχέση με τους αστούς των ΗΠΑ και του Καναδά.
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα;
Ένα παράλληλο κίνημα, το «Λαχανόκηποι αντί για χλοοτάπητα», που αναπτύσσεται σε πολλές αστικές περιοχές ευρωπαϊκών χωρών, αφορά στη δημιουργία οικιακών μποστανιών στα προκήπια των σπιτιών, τις τελευταίες δεκαετίες. Όμως τι συμβαίνει στη χώρα μας; Ήταν μόλις το 2012, μεσούσης της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης από την ίδρυση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, που κάποιοι δήμοι ευαισθητοποιήθηκαν και δραστηριοποιήθηκαν ώστε να δώσουν σε ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες του πληθυσμού κομμάτια ελεύθερης γης προς καλλιέργεια. Οι πρωτοβουλίες έγιναν δεκτές με ενθουσιασμό, πάνω από 20 δήμοι ξεκίνησαν τη διανομή τεμαχίων γης, στήθηκαν μποστάνια, χόρτασαν οικογένειες, και έπειτα, τι; Σιωπή, εγκατάλειψη και απαξίωση στις περισσότερες των περιπτώσεων, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις. Μια απόδειξη τρανή πως δεν αγαπάμε τη γη, δεν τη σεβόμαστε και δεν θέλουμε να έχουμε καμία σχέση με την παραγωγή της τροφή μας, σαν να μη μας αφορά η προέλευσή της.
Η συμμετοχή των πολιτών σε δράσεις με χαρακτήρα αστικής γεωργίας καταγράφεται ως η πλέον δημοφιλής τάση διεθνώς.
Κι όμως, κάτι αλλάζει
Μήπως τελικά ήρθε η στιγμή να δούμε τα πράγματα με διαφορετική αντίληψη και με καινοτόμο σχεδιασμό, όπως πιεστικά πλέον υπαγορεύουν οι καιροί; Εάν δεχθούμε ότι η συμμετοχή των πολιτών σε δράσεις με χαρακτήρα αστικής γεωργίας καταγράφεται ως η πλέον δημοφιλής διεθνώς, τότε η απάντηση έπρεπε να είναι «ναι». Αλλά επειδή τα θέματα γραφειοκρατίας και αδυναμίας εξεύρεσης πρακτικών λύσεων μοιάζουν άλυτα, ας προσπαθήσουμε να φτιάξουμε τους δικούς μας μικροσκοπικούς λαχανόκηπους ακόμη και στο πιο ελάχιστο μπαλκόνι, ακόμη και σε μικρές γλάστρες στο πρεβάζι του παραθύρου. Μπορεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση σε επίπεδο δήμων να καλείται να δημιουργήσει τις δικές της «τράπεζες γης», καθώς και ευέλικτους μικρούς μηχανισμούς διανομής γης σε δημότες που προτίθενται να ασχοληθούν, αλλά μέχρι τότε ας ασχοληθούμε μόνοι με τα σπίτια μας. Μέχρι τότε, οι τοπικοί άρχοντες μπορούν να μελετήσουν το παράδειγμα των διανεμημένων στους κατοίκους τους κήπων της Βρετανίας ή της Ολλανδίας (allotment gardens), που αποτελούν χρήσιμο και επιτυχημένο μοντέλο για παραδειγματισμό.
Ποια είναι τα οφέλη των αστικών κήπων;
- Κοινωνικοοικονομική αξιοποίηση ανοικτών χώρων και κάθε διαθέσιμης επιφάνειας στον αστικό ιστό (από τα πάρκα μέχρι τους κήπους και τις μικρές «πρασιήδες» που συντηρούσαν τους αρχαίους Αθηναίους (οι γνωστές πρασιές).
- Η εξοικείωση με τη γη και η επαφή με το έδαφος ως πηγή τροφής.
- Επαφή με τα εδώδιμα βοτανικά είδη, την παραγωγή, τις γεωργικές πρακτικές και την απόκτηση γνώσης και εμπειριών.
- Κοινωνική αλληλεπίδραση και αποκατάσταση του νοήματος της γειτονιάς.
- Παραγωγή ειδών διατροφής, κυρίως φρούτων και λαχανικών, σε εποχές διατροφικής κρίσης.
- Απόκτηση καλλιεργητικής, διαιτητικής και διατροφικής γνώσης και υιοθέτηση
- Σωματική άσκηση και ψυχοσωματική θεραπεία μέσα από κηποτεχνικές δραστηριότητες (μείωση του κίνδυνου παχυσαρκίας για όλες τις ηλικίες, καρδιακών νοσημάτων, ίαση τραυμάτων, αντιμετώπιση κινητικών και ψυχικών προβλημάτων).
- Περιβαλλοντικά οφέλη για τον αστικό πληθυσμό. Μείωση αιωρούμενων στερεών με τη φύτευση γυμνών επιφανειών, μείωση CO2, βελτίωση αισθητικής του τοπίου της πόλης, αξιοποίηση υδάτινων πόρων.
- Ευκαιρίες παθητικής και ενεργούς αναψυχής, εκπαίδευσης και επιμόρφωσης όλων των ηλικιών

Λαχανόκηπος στον Πύργο των Αθηνών. Φωτογραφία: CP Sofikitis
Το χθες οδηγός για το σήμερα;
Ταξιδεύοντας σε όλη την Ελλάδα και γνωρίζοντας ανθρώπους σε πόλεις και χωριά έμαθα κάτι πολύ σημαντικό για την ενήλικη ζωή μου. Η αυτάρκεια είναι μεγάλη υπόθεση. Και αν αυτό δεν μπορούμε να το πετύχουμε σε ποσοστό 100%, ας κάνουμε τουλάχιστον μια αρχή.
Τα μέχρι κάποια εποχή σπίτια, οι μονοκατοικίες των πόλεων, είχαν πρόβλεψη για μικρά περιβόλια, για κοτέτσια και κουνέλια. Σταδιακά οι αυλές, οι κήποι, τσιμεντώθηκαν γιατί το χώμα έμπαινε στα σπίτια και τα λέρωνε και οι νοικοκυρές κουράζονταν περισσότερο με το καθάρισμα. Έπειτα, βέβαια, αυτά τα ίδια σπίτια και χάρη στην αντιπαροχή έγιναν διαμερίσματα και μόνο λίγες γλάστρες χωρούσαν μέσα κι έξω, στα μπαλκόνια. Έπειτα, έφυγαν και οι γλάστρες με τα ζωντανά φυτά και εκεί στα 70s μας κατέκλυσαν τα πλαστικά λουλούδια που δεν χαλάνε, δεν έχουν ανάγκες, δεν λερώνουν.
Μόνο που τούτο δεν συνέβη μόνο στις πόλεις. Στα μικρά κηπάκια της Ηπείρου στην περίμετρο των χωριών, στις αναβαθμίδες των Κυκλάδων γύρω από τις αγροικιές, στα ορεινά χωριά της Κρήτης κανείς δεν καλλιεργεί πια οτιδήποτε έχει να κάνει με την οικιακή, οικογενειακή κατανάλωση. Ή, μάλλον, δεν καλλιεργούσε. Γιατί, όπως είπαμε κάτι έχει αρχίσει να αλλάζει. Οι νέες γενιές μαθαίνουν να αγαπούν τη γη και τα φυτά, να σκαλίζουν, να ποτίζουν και να μεγαλώνουν φυτά -και ζώα- με αγάπη και σεβασμό. Και μέσα σε αυτό το κύμα, το κίνημα, την τάση, τη νέα πραγματικότητα ή όπως θέλετε πείτε το μοιάζει τα μικρά οικιακά περιβολάκια να γίνονται πραγματικότητα. Κι εμείς είμαστε μαζί τους!
Άντλησα πληροφορίες από κείμενο του Σταμάτη Λ. Σεκλιζιώτη, Γεωπόνου (ΑΠΘ) – Αρχιτέκτονα Τοπίου (PhD
Φωτογραφίες: CP Sofikitis
Διαβάστε περισσότερα
Πώς να φτιάξετε το δικό σας μποστάνι βήμα-βήμα
Υπάρχουν στ’ αλήθεια οι δημοτικοί λαχανόκηποι;