Sponsored Content

Στο Κτήμα Χατζημιχάλη, η βιωσιμότητα είναι μέρος του τρόπου με τον οποίο παράγεται το κρασί, από την πρώτη μέρα. Πριν καν καθιερωθεί ο όρος «βιώσιμη καλλιέργεια» και γίνει τάση, ο Δημήτρης Χατζημιχάλης είχε ήδη θέσει τις βάσεις για έναν τρόπο παραγωγής που σέβεται τον τόπο όσο και το προϊόν.

Η ιστορία ξεκινά το 1973, όταν φυτεύτηκαν τα πρώτα 90 στρέμματα αμπελιών στην Κοιλάδα της Αταλάντης. Σε αυτό το προικισμένο οικοσύστημα, το πλούσιο υπέδαφος και κυρίως το μικροκλίμα ευνοεί την αργή και ισορροπημένη ωρίμανση των σταφυλιών. Συγκεκριμένα επιτρέπει κατά τους ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες τα αμπέλια να δροσίζονται από τα ρεύματα αέρα που δημιουργούνται από τον Παρνασσό προς τη θάλασσα στον Ευβοικοο Κόλπο, και, αντίθετα, τους κρύους χειμωνιάτικους και ανοιξιάτικους μήνες προστατεύονται τα φύλλα από το να παγώσουν.

Σήμερα, τα 90 στρέμματα με ιδιόκτητα αμπέλια έχουν γίνει 2.200, αλλά η προσέγγιση παραμένει σταθερή: κάθε απόφαση λαμβάνεται με γνώμονα την ποιότητα και όχι την ταχύτητα.

Στο Κτήμα Χατζημιχάλη η βιωσιμότητα ήταν ανέκαθεν προτεραιότητα

Το Κτήμα Χατζημιχάλη εφαρμόζει πρακτικές αειφορίας που δεν υπαγορεύονται από κανονισμούς, αλλά από εσωτερική λογική. Το νερό προέρχεται αποκλειστικά από ιδιόκτητες γεωτρήσεις και διαχειρίζεται με σύστημα στάγδην άρδευσης. Αυτή η πρακτική έχει καταφέρει να μειώσει την κατανάλωση ενέργειας κατά 60% σε σχέση με ό,τι θα απαιτούσε μια συμβατική καλλιέργεια. Τα στέμφυλα που απομένουν μετά την οινοποίηση αποξηραίνονται στον ήλιο και επιστρέφουν στο έδαφος ως φυσικό λίπασμα. Ακόμα και οι φελλοί προέρχονται από ζαχαροκάλαμο, μια ανανεώσιμη και ανακυκλώσιμη πρώτη ύλη.

Η οργανική καλλιέργεια ακολουθεί τα πρότυπα της κυκλικής οικονομίας και ενισχύεται από πρακτικές όπως είναι η χλωρά λίπανση. Έτσι, τα κομμένα μέρη του αμπελιού, αντί να απορρίπτονται, ενσωματώνονται στο έδαφος, εμπλουτίζοντάς το με φυσικά θρεπτικά συστατικά. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι σχεδόν όλα ανακυκλώσιμα.

Στο επίκεντρο όλων βρίσκεται το ίδιο το αμπελοτόπι

Όπως και στις οινικά ιστορικές περιοχές της Γαλλίας, έτσι και στο Κτήμα Χατζημιχάλη η έμφαση δίνεται στο terroir, ή αλλιώς στη «χώρα», όπως την προσδιόρισε ο φιλόσοφος του 4ου αιώνα, Θεόφραστος. Το σύνολο των γεωλογικών, κλιματικών και πολιτισμικών συνθηκών που προσδίδουν ταυτότητα στον καρπό. Η γεωμορφολογία, το μικροκλίμα, η τοπογραφία, αλλά και η καλλιεργητική παράδοση της Αταλάντης, συνυπάρχουν και καθορίζουν το αποτύπωμα του κάθε κρασιού.

Στο Κτήμα, η αειφορία επεκτείνεται και στον κοινωνικό ιστό. Οι εποχικές εργασίες στα αμπέλια, το κλάδεμα, ο τρύγος, η περιποίηση ανατίθεται κυρίως σε ομάδες γυναικών της περιοχής. Πρόκειται για επιλογή που βασίζεται όχι μόνο στην τεχνογνωσία τους, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο φροντίζουν τα αμπέλια. Με προσοχή, συνέπεια και μια σπάνια λεπτότητα στην πράξη.

Κτήμα Χατζημιχάλη

Η ιστορία του Δημήτρη Χατζημιχάλη, που ξεκίνησε πουλώντας στην Ελλάδα καναδέζικες γαλοπούλες στα γιορτινά γεύματα, για να μπορέσει να χρηματοδοτήσει τα πρώτα του αμπέλια, είναι υπενθύμιση ότι το κρασί, για να αντέξει στον χρόνο, δεν μπορεί να παραχθεί βιαστικά. Πρέπει να καλλιεργηθεί, κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Σήμερα, η δεύτερη γενιά της οικογένειας, συνεχίζει με την ίδια προσήλωση να οινοποιεί με ακεραιότητα,  καινοτομία και ταυτόχρονα, να συντηρεί μια σχέση εμπιστοσύνης  και σεβασμού με τη φύση και την παράδοση. Όχι γιατί το απαιτεί η αγορά, αλλά γιατί αυτή είναι η αμπελοοινική ταυτότητα του κτήματος: Να οινοποιεί με ακεραιότητα και ταυτόχρονα, να συντηρεί μια σχέση εμπιστοσύνης με τον τόπο.

Γιατί όταν το κρασί παράγεται με σεβασμό στη φύση και στον άνθρωπο, τότε δεν μιλάμε για βιώσιμη γεωργία.
Μιλάμε για πολιτισμό.