Η νέα ταινία «Καποδίστριας», βασισμένη στη ζωή ενός από τους σημαντικότερους Έλληνες πολιτικούς, γίνεται αφορμή να θυμηθούμε πώς ένα τρόφιμο άλλαξε για πάντα τη διατροφή της Ελλάδας. Στο πρόσωπο του Ιωάννη Καποδίστρια έχουμε μάθει να βλέπουμε τον διπλωμάτη και θεμελιωτή του ελληνικού κράτους, πίσω όμως από το πολιτικό βάρος και τις μεταρρυθμίσεις, επιβιώνει ο μύθος για την εισαγωγή της πατάτας στην Ελλάδα.

καποδίστριας

Ο Καποδίστριας και η πατάτα

Όταν ο Καποδίστριας επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1828, βρήκε τη χώρα εξαντλημένη από τον πόλεμο με καλλιέργειες καταστραμμένες, χωράφια άδεια και χωριά που πάλευαν με την πείνα. Την ίδια περίοδο, στην υπόλοιπη Ευρώπη, η πατάτα είχε ήδη χρησιμοποιηθεί ως θρεπτική τροφή. Από τη Γερμανία μέχρι τη Γαλλία, κυβερνήσεις την προωθούσαν στους αγρότες επειδή απέδιδε γρήγορα, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις.

Ο διαδεδομένος μύθος λέει πως ο Καποδίστριας έκλεισε τα σακιά με τις πατάτες μέσα σε αποθήκες στο λιμάνι του Ναυπλίου και έβαλε φρουρούς να τις προσέχουν, όχι για να μην τις κλέψουν οι ντόπιοι αλλά για να τους κάνει να πιστέψουν ότι είναι πολύτιμες και έχουν μεγάλη αξία. Ωστόσο, η ιστορία έχει μεν ενδιαφέρον αλλά δεν τεκμηριώνεται ιστορικά. Πιθανότατα αποτελεί μια ιστορία του λαού, αντίστοιχη μίας παρόμοιας ιστορίας, του φαρμακοποιού και γεωπόνου Antoine Parmentier στη Γαλλία, έναν αιώνα νωρίτερα.

Η πατάτα δεν ήταν εντελώς άγνωστη στον ελληνικό χώρο πριν από τον Καποδίστρια καθώς υπάρχουν αναφορές για μικρής κλίμακας καλλιέργειες στην Κέρκυρα, ίσως στην Κρήτη και στη Νάξο. Το μόνο βέβαιο είναι πως η πατάτα εξαπλώθηκε στην Ελλάδα επί Καποδίστρια και κρατάμε αυτό. Η επίσημη αλληλογραφία του φανερώνει κάποιο ενδιαφέρον για τη γεωργία, ενώ περιηγητές της εποχής έχουν καταγράψει τη διανομή πατάτας στην Αίγινα και αργότερα στην Πελοπόννησο.

Πάντως, η αρχική δυσπιστία δεν ήταν ελληνική ιδιαιτερότητα. Σε όλη την Ευρώπη του 19ου αιώνα, η πατάτα αντιμετωπίστηκε με καχυποψία καθώς πολλοί την θεωρούσαν «ξένη» και επικίνδυνη επειδή τα φύλλα της είναι πράγματι τοξικά, άρα και μη βρώσιμα -όπως δεν είναι και οι πράσινες πατάτες βρώσιμες γιατί παράγουν την τοξική ουσία σολανίνη. Με τον χρόνο όμως, και με τα λάθη της αναγνώρισης, η ανάγκη υπερίσχυσε του φόβου και η πατάτα μπήκε σε χωράφια και στις κουζίνες. Χρόνο με τον χρόνο, από τα Επτάνησα στην Πελοπόννησο και στη Στερεά Ελλάδα, έγινε μέρος της καθημερινότητας, καλύπτοντας πρώτα την πείνα και αργότερα τη μαγειρική όπως την αντιλαμβανόμαστε σήμερα.

Τι κάνει την πατάτα μοναδική;

Ο Καποδίστριας είναι μια καλή αφορμή για να δούμε την μεγάλη ιστορία της πατάτας. Από τα υψίπεδα των Ίνκας στο Περού πριν από 7.000 χρόνια πέρασε στην Ευρώπη τον 16ο αιώνα. Και ύστερα ήρθε η στιγμή που άλλαξε το ρου της ιστορίας. Ο ιρλανδικός λιμός «Great Famine» (1845–1852), προκλήθηκε όταν οι καλλιέργειες πατάτας καταστράφηκαν ολοσχερώς λόγω ασθένειας, γεγονός που στοίχισε τη ζωή σε εκατομμύρια ανθρώπους και οδήγησε στη μαζική μετανάστευση.

Σήμερα, υπάρχουν πάνω από 4.000 ποικιλίες πατάτας, με διαφορετικό σχήμα, μέγεθος και χρώμα. Η θρεπτική της αξία -πλούσια σε σύνθετους υδατάνθρακες, βιταμίνη C, κάλιο και φυτικές ίνες- και η μαγειρική της ευελιξία έχουν προσδώσει γαστρονομική ταυτότητα στα βελγικά frites, τα βρετανικά fish and chips, τα ιταλικά νιόκι αλλά και τις ελληνικές πατάτες φούρνου. Παράλληλα, χρησιμοποιείται για  άμυλο, αλκοόλ, ζωοτροφές και βιοκαύσιμα.

Πατάτα με Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη

Στην Ελλάδα υπάρχουν δύο πατάτες με ευρωπαϊκή γεωγραφική κατοχύρωση. Το 2002 αναγνωρίστηκε με Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη (ΠΓΕ) η Πατάτα Κάτω Νευροκοπίου, με παραγωγή στα εύφορα εδάφη της Δράμας. Το 2011 ακολούθησε η Πατάτα Νάξου (ΠΓΕ), με παραγωγή αποκλειστικά στο κυκλαδονήσι και φήμη που χτίστηκε γύρω από τα ηφαιστειογενή εδάφη.

Η καλλιέργεια πατάτας στην Ελλάδα

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (2023), η καλλιέργεια πατάτας καλύπτει 111.564 στρέμματα σε όλη την Ελλάδα. Η Δυτική Ελλάδα αποτελεί τη μεγαλύτερη παραγωγική δύναμη (26.672 στρέμματα), ενώ ακολουθεί η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη (22.634 στρέμματα), όπου εντάσσεται και η Δράμα. Σημαντική παρουσία έχει και το Νότιο Αιγαίο (7.165 στρέμματα), χάρη στη Νάξο. Στον αντίποδα, τα νησιά του Ιονίου διαθέτουν τις μικρότερες εκτάσεις (1.257 στρέμματα).

Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 2023 η Ελλάδα εξήγαγε 22.034,4 τόνους κατεψυγμένης πατάτας, με τις πέντε μεγαλύτερες αγορές της να βρίσκονται όλες στην Ευρώπη. Στην πρώτη θέση είναι η Ρουμανία (13.241,6 τόνοι) και ακολουθούν η Πολωνία (3.378,4 τόνοι) και η Βουλγαρία (3.448 τόνοι).

Πόση πατάτα καταναλώνουν οι Έλληνες

Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν μια εντυπωσιακή διαδρομή. Σύμφωνα με τα δεδομένα του FAO/FAOSTAT, το 1962 η Ελλάδα κατέγραψε το ιστορικό χαμηλό σε κατανάλωση πατάτας με μόλις 29,4 κιλά ανά άτομο τον χρόνο. Είναι η εποχή που οι Έλληνες στρέφουν την προτίμησή τους στα ζυμαρικά. Τριάντα χρόνια αργότερα, το 1994, το τοπίο αλλάζει και η κατανάλωση φτάνει τα 83,6 κιλά ανά άτομο. Είναι η εποχή που η πατάτα, βραστή, τηγανητή ή στον φούρνο, έχει μόνιμη παρουσία στο καθημερινό τραπέζι αλλά και η εποχή που ανθίζει το fast food των Goody’s, των Wendy’s και άλλων ταχυφαγείων.

Σήμερα, τα δεδομένα δείχνουν μια πιο μετρημένη σχέση. Το 2020, ο ευρωπαϊκός χάρτης του FAO τοποθετεί την Ελλάδα στα 29 κιλά ανά άτομο τον χρόνο, πολύ χαμηλότερα σε σχέση με χώρες όπως η Πολωνία ή η Ρουμανία, που ξεπερνούν τα 100 κιλά. Το 2021, στοιχεία του FAOSTAT ανεβάζουν τον αριθμό στα 49,5 κιλά ανά άτομο, μια μικρή άνοδο που όμως παραμένει μακριά από τα επίπεδα των ’90s.

Αν ενώσουμε όλα αυτά τα σημεία, η εικόνα έχει ενδιαφέρον καθώς από τα περίπου 30 κιλά στις αρχές των ’60s, στα 80+ κιλά στα μέσα των ’90s, και σήμερα σε ένα εύρος 30 – 50 κιλών, η πατάτα πλέον φαίνεται πως μοιράζεται τον χώρο της με ζυμαρικά, ρύζι αλλά και μια διαφορετική, καθημερινή διατροφή απαλλαγμένη από υδατάνθρακες.

Διαβάστε επίσης

20 συνταγές με τις πατάτες πρωταγωνιστές και όχι σε δεύτερο ρόλο

Οι τέλειες ψητές πατάτες: 3 tips που κάνουν τη διαφορά