Ξεκίνησε την πρακτική του από την κουζίνα του Βαρούλκο του Λευτέρη Λαζάρου, την εποχή που ο Λαζάρου είχε κερδίσει το πρώτο του αστέρι Michelin. «Όταν είδα το Λαζάρου να δουλεύει είπα τέρμα, θέλω σε 10 χρόνια από τώρα να είμαι σαν αυτό τον άνθρωπο», είχε δηλώσει σε παλαιότερη συνέντευξη του στο Olive. Στη συνέχεια, περνάει από κουζίνες και το αστέρι του τον οδηγεί στον Απόστολο Τραστέλη, που τον βάζει στην κουζίνα της Σπονδής, την εποχή του Ζερόμ Σερ.
Στα εννιά χρόνια που μένει κοντά στον Τραστέλη παίρνει, πριν καν κλείσει τα 28, το πρώτο του αστέρι Michelin για τη Χύτρα και λίγο αργότερα άλλο ένα για την καλοκαιρινή της εκδοχή, τη Γαλάζια Χύτρα. Το 2014 αποφασίζουν από κοινού με τα αδέλφια Λιάκου (Base Grill), τον Μάνο Ζουρνατζής και τον Περικλή Κοσκινά να ανοίξουν το εστιατόριο Cookoovaya. Στη διάρκεια των τριών χρόνων της λειτουργίας του εστιατορίου, ταξιδεύει στην Ελλάδα, διαβάζει, γνωρίζει νέους ανθρώπους και ανακαλύπτει πρώτες ύλες. Αποχωρίζεται την ασφάλεια της κουζίνας που του έφερε αστέρια και βραβεία, για να ανακαλύψει την υπεροχή μιας ποιοτικής πρώτης ύλης που δεν χρειάζεται πολλά για να αναδείξει ένα πιάτο. Οι μερίδες μεγαλώνουν, η αρχιτεκτονική των πιάτων αλλάζει φόρμα, γίνεται πιο καθημερινή, πιο οικεία, όχι όμως λιγότερο προσεγμένη.