Κουρασμένη αλλά με ένα τεράστιο χαμόγελο χαράς και ευγνωμοσύνης απέναντι στους ανθρώπους που την πίστεψαν και της έδωσαν την πρώτη θέση ανάμεσα σε άλλες, πολύ δυναμικές και ανταγωνιστικές ευρωπαϊκές συμμετοχές, η αυτοδημιούργητη νεαρή αγρότισσα από την Χίο, Αργυρώ Κουτσουράδη, επιστρέφοντας από τις Βρυξέλλες και τα έδρανα του Ευρωκοινοβουλίου, με υποδέχτηκε στο νησί της ως κορυφαία «Νέα Ευρωπαία Αγρότισσα για το 2023» στην κατηγορία «Most Resilient Project» («Το πιο ανθεκτικό Έργο»).
Τα βιολογικά αρωματικά φυτά και βότανα της Myrovolos Organics, ευρέως διαδεδομένα στις αγορές της Ελλάδας αλλά και σε αρκετές χώρες του εξωτερικού (Ευρώπη, Αμερική και Ντουμπάι), έδωσαν στην ευρηματική και πολυμήχανη γεωπόνο από το χωριό Χαλκειός της Χίου το εισιτήριο για να συμμετέχει πριν από λίγες ημέρες στον 9ο ετήσιο διαγωνισμό του European Congress of Young Farmers, εκπροσωπώντας την Ελλάδα. Είναι η δεύτερη φορά που η χώρα μας καταλαμβάνει πρωτιά στον συγκεκριμένο θεσμό, αν και σε διαφορετική κατηγορία και με ένα εντελώς διαφορετικό παραγόμενο προϊόν (στην 6η διοργάνωση, Κορυφαίος Νέος Ευρωπαίος Αγρότης είχε αναδειχτεί ο επίσης Έλληνας, Παύλος Τσακίρης, από τη Νεοχωρούδα Θεσσαλονίκης, στην κατηγορία «Περιβαλλοντικά Βιώσιμη Γεωργία»).
«Ήταν τεράστια έκπληξη για εμένα αλλά και για όλους τους Έλληνες που ήταν μαζί μου εκείνη τη μέρα της 6ης Δεκεμβρίου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η αναγγελία ότι η Ελλάδα παίρνει την πρώτη θέση» εξομολογείται η Αργυρώ. «Ο ομιλητής που είχε αναλάβει να παρουσιάσει τις συμμετοχές και να δώσει τελικά το βραβείο, λίγο πριν αποκαλύψει τον νικητή, παράτεινε την αγωνία, λέγοντάς μας ότι η διάκριση πηγαίνει σε μία γειτονική με τη δική του χώρα. Αν και δεν γνώριζε κανείς μας από ποια χώρα έρχεται, σκέφτηκα ότι η Ελλάδα δεν έχει πολλούς γείτονες σε σχέση με τους άλλους συνυποψηφίους μου, οπότε δεν έβλεπα πολλές πιθανότητες να κερδίσουμε. Όταν όμως στη συνέχεια ο ίδιος αποκάλυψε ότι είναι από την Αλβανία και ότι το πρώτο βραβείο «goes to Greece», πετάξαμε όλοι από τη χαρά μας. Μαζί μας και ο ευρωβουλευτής της ΝΔ Μανώλης Κεφαλογιάννης που ήταν και ο Ambassador της ελληνικής αποστολής».
Όσο για τις συναντήσεις που θα της μείνουν αξέχαστες κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού της, η Αργυρώ μου αποκαλύπτει: «Λίγο πριν μπούμε μέσα στην αίθουσα και ξεκινήσει η όλη διαδικασία, συναντηθήκαμε με τον Έλληνα Ευρωβουλευτή, Θοδωρή Ζαγοράκη, ο οποίος μας έδωσε δύναμη λέγοντάς μας χαρακτηριστικά ότι, εμείς από εδώ δε θα φύγουμε αν πρώτα δεν το σηκώσουμε».
Και όντως, η Ελλάδα «το σήκωσε» αφήνοντας πίσω της τους καινοτόμους Πορτογάλους (συμμετείχαν με παραγωγό), τους εντυπωσιακά αναπτυσσόμενους Ρουμάνους (συμμετοχή με κρασιά) αλλά και τους Σλοβένους (εκπροσωπήθηκαν με προϊόντα από τον κλάδο της κτηνοτροφίας).
Όταν η κουβέντα πηγαίνει στις επαφές που έκανε με τους υπόλοιπους συμμετέχοντες αγρότες από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μου λέει «Αυτό που όλοι αναγνωρίσαμε στις μεταξύ μας συζητήσεις είναι ότι πρέπει οι ιθύνοντες σε κάθε χώρα να δώσουν κίνητρα ώστε οι νέοι να επιστρέψουν στη γη και στον πρωτογενή τομέα. Ο αγρότης του σήμερα δεν είναι όπως ο αγρότης του χθες. Είναι ένας σύγχρονος, καταρτισμένος επιστήμονας, ένας επιχειρηματίας που πρέπει να ανταπεξέλθει σε κάθε δυσκολία που θα συναντήσει: Από το χωράφι μέχρι το μάρκετινγκ, τις πωλήσεις, την απίστευτη γραφειοκρατία που μπορεί να του θέτει, διαρκώς, φραγμούς».
Από τα βουνά της Χίου, στη Γεωπονική της Θράκης και έπειτα στις αγορές του κόσμου
Η Αργυρώ, σε αντίθεση με τις ουκ ολίγες ιστορίες δεκάδων άλλων νέων Ελλήνων αγροτών οι οποίοι ακολούθησαν τα χνάρια των παππούδων και των πατεράδων τους και συνέχισαν τη γεωργική παράδοση της οικογένειά τους, δε γαλουχήθηκε με μνήμες και ιστορίες αγροτικού περιεχομένου. «Είμαι αυθεντικά αυτοδημιούργητη» μου λέει χαμογελώντας. «Οι παππούδες μου ανήκαν στον κλάδο της ναυτιλίας, ο πατέρας μου δημόσιος υπάλληλος και η μητέρα μου, εργαζόμενη στον ιδιωτικό τομέα» σημειώνει. Παρ’ όλα αυτά, οι δικοί της, όχι μόνο πίστεψαν στο όραμά της (το μικρόβιο μπήκε και ρίζωσε μέσα της, κατά τη διάρκεια των σπουδών της στη Γεωπονική όταν παρακολουθούσε μαθήματα αρωματικών φυτών, στη Θράκη), αλλά πλέον συμμετέχουν και αυτοί ενεργά στην επιχείρηση της κόρης τους.
Η νεαρή, λοιπόν, αγρότισσα και προσφάτως νέα μαμά, ξεκίνησε με ελάχιστα στρέμματα γης τα οποία ανήκαν στον παππού και στη γιαγιά της και τα οποία ήταν παραδομένα στο χρόνο και στην εγκατάλειψη, όπως παραδέχεται. «Τα φρόντισα και τα επανέφερα σπέρνοντας αρχικά, ρίγανη, θυμάρι, κρίταμο, κάπαρη, δεντρολίβανο και λεβάντα. Στην πορεία με εμπιστεύτηκαν Χιώτες που είχαν φύγει, χρόνια πριν, από το νησί με προορισμό την Αθήνα ή την Αμερική και μου παραχώρησαν, χωρίς καν να ζητήσουν αντάλλαγμα, τη γη τους που ήταν ήδη και αυτή εγκαταλελειμμένη». Σιγά – σιγά, με πολύ πείσμα και με ακόμα περισσότερη όρεξη για δουλειά, δημιούργησε μία κάθετη μονάδα παραγωγής και πλέον έχει καταστήσει σαφές, εντός και εκτός συνόρων, ότι η Χίος μπορεί να απασχολήσει τις αγορές, όχι μόνο λόγω της μαστίχας και των εσπεριδοειδών της, αλλά και χάρη της σπάνιας χλωρίδας και των αρωματικών της.