Ο Αντώνης Γκόνης μιλά στο Cantina Academy για τις δυσκολίες και τις προκλήσεις του νέου αγρότη στην Ελλάδα, τη δύναμη της εξειδίκευσης και εξηγεί πώς το πεπόνι «Gonis Melon» ταξίδεψε από τη Μεσσηνία στη Γαλλία, κερδίζοντας θέση στην υψηλή γαστρονομία.

Melon Gonis: Το ελληνικό πεπόνι έγινε brand

Το να είσαι αγρότης στην Ελλάδα του 2025 δεν είναι εύκολο. Η δουλειά στο χωράφι δεν γνωρίζει ωράρια, οι καιρικές συνθήκες είναι απρόβλεπτες, το κόστος παραγωγής συνεχώς ανεβαίνει και η κρατική μέριμνα παραμένει ελλιπής. Για τους νέους ανθρώπους που επιλέγουν να επιστρέψουν στην ύπαιθρο, οι δυσκολίες μοιάζουν συχνά αξεπέραστες. Αφενός η έλλειψη εργατικών χεριών, αφετέρου η πίεση από τη βιομηχανία τροφίμων, δεν βοηθάει να γίνει το επάγγελμα δελεαστικό. Κι όμως, υπάρχουν παραδείγματα που δείχνουν ότι η γεωργία μπορεί να γίνει δρόμος δημιουργίας, καινοτομίας και διεθνούς καταξίωσης.

Ο Αντώνης Γκόνης από τους Γαργαλιάνους Μεσσηνίας είναι ένα από αυτά τα παραδείγματα. Σε νεαρή ηλικία άφησε την καριέρα του στον χώρο της ηχοληψίας για να επιστρέψει στη γη, επενδύοντας σε μια καλλιέργεια που συνδέεται με την παράδοση της περιοχής, το πεπόνι. Σήμερα, το brand «Gonis Melon» έχει ξεπεράσει τα ελληνικά σύνορα, συνεργάζεται με σεφ υψηλής γαστρονομίας και στέκεται στις αγορές του εξωτερικού με όπλα την ποιότητα, την ιχνηλασιμότητα και την τεχνολογία της έξυπνης γεωργίας.

Στο πλαίσιο του 3ου Cantina Academy μιλήσαμε με τον Αντώνη Γκόνη για τη συνεργασία του με κορυφαίους σεφ, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ένας μικρός παραγωγός και το μέλλον της ελληνικής αγροτικής παραγωγής.

Έχετε συνεργαστεί με σεφ υψηλής γαστρονομίας. Ποιο είναι το μεγαλύτερο μάθημα που πήρατε από τη συνεργασία σας με τον Bruno Verjus και την παρουσία σας στη γαλλική αγορά;

Η συνεργασία με τον Bruno Verjus και η είσοδος στη γαλλική αγορά ήταν για μένα κάτι παραπάνω από επαγγελματική επιτυχία· ήταν ένα μάθημα σεβασμού στην πρώτη ύλη. Ένας σεφ αυτής της κλάσης βλέπει το προϊόν όχι σαν απλό συστατικό, αλλά σαν πρωταγωνιστή στο πιάτο. Μου έμαθε ότι η λεπτομέρεια μετράει, όχι μόνο στη γεύση, αλλά και στην ιστορία που κουβαλάει το προϊόν.
Επίσης, μαθήματα πάθους και δημιουργικότητας παίρνω και από γνωστούς Έλληνες σεφ, όπως οι Άνταμ Κοντοβάς, ιδιοκτήτης του εστιατορίου Ex Machina, και ο Τάσος Μαντής, ιδιοκτήτης του βραβευμένου με αστέρι Michelin εστιατορίου Soil, που επέλεξαν το προϊόν μου για να δημιουργήσουν ευφάνταστα πιάτα.

Πώς βλέπετε τον ρόλο του παραγωγού στο πιάτο που τελικά σερβίρεται σε ένα εστιατόριο Michelin;

Ο παραγωγός είναι ο πρώτος κρίκος στην αλυσίδα δημιουργίας. Αν η πρώτη ύλη δεν είναι άριστη, δεν μπορεί κανένας σεφ, όσο ταλαντούχος και να είναι, να πετύχει το αποτέλεσμα που απαιτεί ένα αστέρι Michelin. Εμείς, οι παραγωγοί, οφείλουμε να καλλιεργούμε με ευθύνη, συνέπεια και φροντίδα, ώστε αυτό (πχ. το πεπόνι) που φτάνει στο πιάτο να έχει αξία, αυθεντικότητα και ακεραιότητα. Δεν «φτιάχνουμε απλώς τρόφιμα», χτίζουμε εμπιστοσύνη με τον σεφ και τελικά με τον καταναλωτή.

Πόσο δύσκολο είναι για έναν μικρό παραγωγό να «σταθεί» στο εξωτερικό ανάμεσα σε μεγάλες εταιρείες;

Είναι δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο. Ο ανταγωνισμός είναι τεράστιος και πολλές αγορές λειτουργούν με όρους όγκου, όχι ποιότητας. Όμως εκεί που υπερτερούμε είναι στο πάθος, στη σταθερή ποιότητα, και στην αυθεντική γεύση. Ο μικρός παραγωγός έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να προσφέρει χειροποίητη προσοχή και συνέπεια, πράγματα που συχνά οι μεγάλες μονάδες χάνουν. Εκεί που μπορεί να διαφοροποιηθεί ένας μικρός παραγωγός είναι η ιχνηλασιμότητα και η υπολειμματικότητα. Για παράδειγμα στα Gonis Melon κάθε πεπόνι έχει πλήρη ταυτότητα και μπορεί εύκολα να ιχνηλατηθεί καθώς γνωρίζουμε από ποιο χωράφι προέρχεται, με ποιον τρόπο καλλιεργήθηκε και μπορούμε να το αποδείξουμε σε κάθε στάδιο της αλυσίδας παραγωγής.
Αυτά τα στοιχεία αποτελούν σήμερα βασικά κριτήρια για τις αγορές του εξωτερικού. Η ασφάλεια τροφίμων και η διαφάνεια στην παραγωγή είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα των μικρών, ποιοτικών παραγωγών και ο λόγος που, παρά τις δυσκολίες, μπορούμε να διεκδικήσουμε θέση ανάμεσα στους μεγάλους». Χρειάζεται επιμονή, υπομονή, σωστό branding και κυρίως συνέπεια απέναντι στους συνεργάτες.

Ακολουθείτε πρακτικές έξυπνης γεωργίας και αν ναι, τι ακριβώς κάνετε;

Και βέβαια. Στην Gonis Melon έχουμε επενδύσει σε τεχνολογίες γεωργίας ακριβείας, όπως αισθητήρες υγρασίας στο έδαφος, συστήματα άρδευσης με αισθητήρες ελέγχου, συστήματα καταγραφής δεδομένων θερμοκρασίας καθώς και σε χρήση drone για ακριβείς ψεκασμούς. Αυτό μας επιτρέπει να χρησιμοποιούμε το νερό και τα θρεπτικά στοιχεία πιο αποδοτικά, να παρακολουθούμε την κάθε φύτευση και να παρεμβαίνουμε με ακρίβεια όταν χρειάζεται. Για παράδειγμα, οι εναέριοι ψεκασμοί που εφαρμόζουμε με drone σε βραδινές ώρες συμβάλει στο χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα που θέλουμε να έχουμε αφού με αυτό τον τρόπο δεν επηρεάζονται οι μέλισσες.

Ποιες είναι οι προκλήσεις και τα εμπόδια που αντιμετωπίζετε πιο συχνά;

Οι μεγαλύτερες προκλήσεις είναι οι καιρικές συνθήκες που έχουν γίνει πλέον απρόβλεπτες, η έλλειψη σταθερού εργατικού δυναμικού και φυσικά το υψηλό κόστος παραγωγής. Προβλήματα υπάρχουν και στην κατανομή αξίας στην αλυσίδα: ο παραγωγός συχνά μένει με μικρό μερίδιο, ενώ το προϊόν φτάνει στον καταναλωτή με πολύ υψηλότερη τιμή. Κι αν όλα αυτά είναι φυσιολογικά εμπόδια, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο βρίσκεται λύση. Το μεγαλύτερο διαχρονικό πρόβλημα που μένει άλυτο στη χώρα μας είναι η κρατική αδιαφορία. Το κράτος αντί να στηρίξει τον αγρότη, τον αφήνει μόνο του, βουλιαγμένο στη γραφειοκρατία, χωρίς υποδομές, χωρίς πραγματικά εργαλεία επιβίωσης. Προσωπικά εμένα αυτή η αντιμετώπιση μου δημιουργεί ένα αίσθημα απαξίωσης προς τον ρόλο μας στην διατροφική αλυσίδα γιατί ουσιαστικά από παραγωγοί γινόμαστε λογιστές.

Αν δίνατε μια συμβουλή σε νέους που θέλουν να γυρίσουν στην ύπαιθρο και να επενδύσουν σε καλλιέργειες, ποια θα ήταν;

Να το κάνουν, αλλά με σχέδιο. Να ξεκινήσουν σιγά σιγά, με μελέτη, και να επενδύσουν πρώτα στο να μάθουν καλά το προϊόν, το έδαφος καθώς και τις σωστές γεωργικές πρακτικές που θα ακολουθήσουν. Η αγροτική παραγωγή δεν είναι εύκολη, αλλά έχει νόημα και προοπτική όταν γίνεται με μεράκι και επαγγελματισμό. Και κάτι ακόμα: να μη φοβούνται να διαφοροποιηθούν. Δεν χρειάζεται να κάνουν ό,τι κάνουν όλοι, αρκεί να κάνουν ένα πράγμα καλά και να το στηρίξουν με συνέπεια. Η εξειδίκευση τελικά ίσως είναι το μυστικό.

Διαβάστε επίσης

Το 3ο Cantina Academy αναδεικνύει την αγροδιατροφή της Μεσσηνίας

Από το χωράφι στο πιάτο – Γιατί η συνεργασία σεφ και παραγωγών μένει στα λόγια