Η Θεσσαλία βρίσκεται στην καρδιά της κεντρικής Ελλάδας και ήταν πάντα ένας από τους εμπορικούς και πολιτιστικούς κόμβους της χώρας. Η οικονομία της περιοχής βασίζεται κυρίως στη γεωργία, ενώ η πλειονότητα της γεωργικής γης αφορά καλλιέργειες εκτός των αμπελιών, όπως τα σιτηρά και το βαμβάκι. Η αμπελοκαλλιέργεια δεν είναι διαδεδομένη γιατί τα παραπάνω προϊόντα είναι πιο κερδοφόρα. Οι καλύτεροι αμπελώνες αναπτύσσονται σε βουνοπλαγιές στα όρια της περιοχής, όπου τα σταφύλια είναι ποιοτικά ανώτερα από αυτά που μεγαλώνουν στα βαριά και πλούσια σε οργανική ύλη εδάφη του Θεσσαλικού κάμπου. Το νερό είναι άφθονο αφού πολλά ποτάμια, με σημαντικότερο τον Πηνειό, χρησιμοποιούνται για άρδευση, και το χιόνι στα κοντινά βουνά δεν λιώνει μέχρι αργά την άνοιξη. Οι υψηλές αποδόσεις δεν είναι ασυνήθιστες στους αμπελώνες του Θεσσαλικού κάμπου.
Οι αμπελώνες της Θεσσαλίας βρίσκονται κυρίως κοντά στα όρια του Κάμπου και ιδιαίτερα σε βουνοπλαγιές. Η παρουσία ψηλών βουνών δημιουργεί προστατευτική ασπίδα ενάντια στους ανέμους που πνέουν από όλες τις κατευθύνσεις, και παγιδεύει την υγρασία σε χαμηλότερα υψόμετρα, ενθαρρύνοντας, ωστόσο, την εμφάνιση ασθενειών που προκαλούνται από επιβλαβείς μύκητες. Οι κύριες ποικιλίες είναι οι λευκές (Ασύρτικο, Ροδίτης, Σαββατιανό, Μπατίκι, Chardonnay και Sauvignon Blanc) και οι ερυθρές (Λημνιό, Λιμνιώνα, Cabernet Sauvignon, Syrah και Cinsault) μαζί με ορισμένες ιταλικές ποικιλίες, όπως το Sangiovese και το Nebbiolo. Αν
και περιέχει χαμηλά επίπεδα σακχάρων και οξύτητας, η τοπική ποικιλία Μπατίκι μπορεί να δώσει καλά δομημένα κρασιά. Η τοπική Λημνιώνα, αν και μοιάζει με το Λημνιό, είναι μια διαφορετική ερυθρή ποικιλία που καλλιεργείται κυρίως στον Τύρναβο και την Καρδίτσα, και αποτελεί την πιο ενδιαφέρουσα από όλες, καθώς έχει δώσει εντυπωσιακά αποτελέσματα μετά από αρκετά χρόνια έρευνας και πειραματισμού. Τα κρασιά από Λημνιώνα είναι βαθύχρωμα, πλούσια, με υψηλό, αν και όχι υπερβολικό, εκχύλισμα. Έχουν μέτριο έως γεμάτο σώμα, που περιέχουν σχετικά μαλακές ταννίνες και αρκετά υψηλά επίπεδα οξύτητας. Όσον αφορά το άρωμα, κυριαρχούν οι νότες κόκκινων και μαύρων φρούτων και βοτάνων.
Τα κρασιά ΠΟΠ
Η Θεσσαλία παράγει τρία κρασιά ΠΟΠ. Ο Νομός Μαγνησίας περιλαμβάνειτο ΠΟΠ Αγχίαλος, που εστιάζει αποκλειστικά στην παραγωγή λευκών,ξηρών, ημίξηρων και ημίγλυκων κρασιών από Ροδίτη, σε ποσοστό τουλάχιστον 75%, και Σαββατιανό. Οι αμπελώνες είναι κοντά στη θάλασσα και έτσι επωφελούνται από το δροσερό θαλασσινό αεράκι που μειώνει τις υψηλές καλοκαιρινές θερμοκρασίες. Υπάρχουν αναλυτικοί κανόνες για τη διαδικασία
οινοποίησης, οι οποίοι, π.χ., απαγορεύουν την επαφή με τους φλοιούς και την παλαίωση σε δρυ, έτσι ώστε να διατηρούνται τα πρωτογενή φρουτώδη αρώματα των ποικιλιών.
Η ζώνη ΠΟΠ Μεσενικόλα, η οποία δεν περιλαμβανόταν στον κατάλογο των οίνων ΠΟΠ μέχρι το 1994, βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο της λίμνης Πλαστήρα, στον Νομό Καρδίτσας, όπου υπάρχουν αμπέλια σε υψόμετρα 200-600 μέτρων (650-2.000 πόδια). Το έδαφος είναι ελαφρύ και χαλικώδες με μερικά σημεία με άργιλο, διαθέτει ικανότητα συγκράτησης του νερού, και αποδεικνύεται ανεκτίμητο σε περιόδους ξηρασίας. Το κρασί είναι 70% Μαύρο Μεσενικόλα και 30% Carignan και Syrah. Αυτά τα αρωματικά κρασιά είναι ανοιχτόχρωμα, μερικές φορές σχεδόν ροζέ, χωρίς ταννική δομή και εκχύλισμα.
Η πιο σημαντική ζώνη ΠΟΠ, όμως, τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα είναι η Ραψάνη, στους πρόποδες του Ολύμπου. Οι αμπελώνες ξεκινούν από χαμηλό υψόμετρο 100 μέτρων (330 πόδια) και φτάνουν μέχρι τα 700 μέτρα (2.300 πόδια). Οι αμπελώνες που βρίσκονται σε σχετικά μεγάλα υψόμετρα θεωρούνται οι καλύτεροι, τα εδάφη τους είναι ελαφρά και πετρώδη , σχιστολιθικά με επιθέματα σιδήρου, ενώ δέχονται τη θετική επίδραση των κρύων ρευμάτων που κατεβαίνουν από τα βουνά. Οι τρεις ποικιλίες που χρησιμοποιούνται και αναμειγνύονται σε ίσες ποσότητες είναι το Ξινόμαυρο, το Κρασάτο και το Σταυρωτό, με το τελευταίο να είναι δύσκολο να καλλιεργηθεί γιατί προσβάλλεται εύκολα από μύκητες. Το Σταυρωτό έχει χαμηλά επίπεδα σακχάρου και παράγει κρασιά με μέτρια οξύτητα και σταθερές ταννίνες. Το Κρασάτο, από την άλλη, είναι πλούσιο σε ξηρό εκχύλισμα
με υψηλά επίπεδα σακχάρου και σχετικά βαθύ χρώμα. Ο τρύγος του Σταυρωτού γίνεται μία εβδομάδα μετά το Ξινόμαυρο και το Κρασάτο. Η παλαίωση είναι ένα πολύ κρίσιμο στάδιο για τα κρασιά της Ραψάνης και πραγματοποιείται σε μεγάλα δρύινα βαρέλια, ενώ η διαδικασία παρακολουθείται στενά και προσεκτικά. Ένα καλό κρασί Ραψάνη αποτελεί εξαιρετικό δείγμα σύγχρονου ελληνικού κρασιού με ώριμα, αν και όχι υπερβολικά γλυκά, φρουτώδη αρώματα, με αποξηραμένα βότανα και μπαχαρικά που υποδηλώνουν την καλά ενσωματωμένη δρυ και βελούδινες ταννίνες.
Η περιοχή της Ραψάνης έχει τρία χωριά: τον Πυργετό, τα Αμπελάκια και την ίδια τη Ραψάνη. Το χωριό Κρανιά, στις ανατολικές πλαγιές του Ολύμπου, είχε αρχικά ενσωματωθεί στο ΠΟΠ Ραψάνη, αλλά εξαιρέθηκε
το 2001 με σκοπό την παραγωγή λευκών και ερυθρών οίνων ΠΓΕ από διεθνείς ποικιλίες.
Ο Τύρναβος είναι μία ακόμη σημαντική οινοποιητική περιοχή, αν και περισσότερο γνωστή για την παραγωγή τσίπουρου παρά κρασιού. Οι κύριες ποικιλίες εδώ είναι το Μοσχάτο Αμβούργου και ο Ροδίτης. Το Μοσχάτο Αμβούργου παράγει απλό και αρωματικό κρασί, ενώ ο Ροδίτης, που συχνά αποκαλείται Ροδίτης Δαμάσι, δίνει κρασιά καλής ποιότητας με υψηλή οξύτητα και υψηλό εκχύλισμα.