Ουίσκι ή uisce beatha σημαίνει το «νερό της ζωής» και είναι ο βασιλιάς των αποσταγμάτων.
Υπάρχουν πολλοί μύθοι γύρω από το όνομά του. Για το πότε ξεκίνησε να παράγεται δεν υπάρχει μία ακριβής χρονολογία. Πάντως ήδη από τον 15ο αιώνα ήταν το αγαπημένο ποτό της ανακτορικής αυλής στη Σκωτία. Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε ότι η Σκωτία και δη η περιοχή των Highlands είναι η πατρίδα του. Από την άλλη, υπάρχουν και οι Ιρλανδοί που διεκδικούν την πατρότητά του.
Όπως και να ’χει, η λέξη «whisky» είναι η αγγλική μετάφραση της φράσης uisge beatha που στη γαελική (gaelic) σημαίνει το νερό της ζωής. Η αντίστοιχη ιρλανδική έκφραση ήταν uisce beatha. Με την πάροδο των χρόνων η φράση από uisge beatha σταδιακά κατέληξε στο whisk(e)y στις αρχές του 18ου αιώνα. Στη Σκωτία γράφεται χωρίς «e», στην Ιρλανδία γράφεται με «e». Αυτή η διάκριση γίνεται και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού: οι Αμερικανοί το γράφουν με «e», ενώ οι Καναδοί όχι. Και υπάρχει εξήγηση γι’ αυτό, δεδομένου ότι πολλοί Ιρλανδοί μετανάστευσαν στις ΗΠΑ στα μέσα του 19ου αιώνα.
Τι είναι το ουίσκι;
Ένα απόσταγμα δημητριακών, το οποίο, ανεξάρτητα από τη χώρα προέλευσής του, ωριμάζει σε δρύινα βαρέλια. Μέχρι τον 19ο αιώνα, παραγόταν αποκλειστικά σε αποστακτήρες Pot Still, μια μέθοδος κατά την οποία γινόταν διπλή άλλα και τριπλή απόσταξη. Το 1826 εφευρέθηκε ο αποστακτήρας στήλης, που επέτρεπε τη συνεχή απόσταξη, που ήταν φθηνότερη, ενώ το αποτέλεσμα είχε πιο ήπιο, απαλό χαρακτήρα. Έπειτα τοποθετείται στα βαρέλια όπου παραμένει μέχρι την εμφιάλωσή του.
Σε ποιες περιοχές παράγεται
Το ουίσκι θεωρητικά μπορεί να παραχθεί σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη όπου ευδοκιμούν τα δημητριακά. Η πιο γνωστή χώρα παραγωγής είναι η Σκωτία, όπου και αποτελεί ένα προϊόν ταυτόσημο με τη χώρα. Εμφιαλώσεις του έχουμε και σε Ιρλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Βόρεια Αμερική (ΗΠΑ και Καναδά), Ολλανδία, Βέλγιο, Ελβετία, Αυστρία, Δανία, Σουηδία, Φινλανδία, Ιαπωνία, Ταϊβάν, Ινδία, ακόμη και Τασμανία.
Τα είδη του ουίσκι
Στο παρελθόν μιλούσαμε για κατηγορίες ουίσκι βάσει περιοχών, αλλά πλέον οι τάσεις της εποχής έχουν καταργήσει μια τέτοια κατηγοριοποίηση. Σήμερα μιλάμε για κατηγοριοποίηση μόνο με βάση τον τρόπο παρασκευής και το είδος της πρώτης ύλης.
Blended Whisky: Πρόκειται για την πιο γνωστή και διαδεδομένη κατηγορία ουίσκι παγκοσμίως που τη συναντάμε στις περισσότερες χώρες που παράγουν ουίσκι. Στη Σκωτία, αναφερόμαστε σε ουίσκι που έχουν δημιουργηθεί μετά από μείξη από περισσότερα από ένα αποστακτήρια και που χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη το κριθάρι ή και άλλα δημητριακά. Για να ανήκει ένα ουίσκι σε αυτή την κατηγορία θα πρέπει νομοθετικά, όπως συμβαίνει με οποιοδήποτε άλλο σκωτσέζικο ουίσκι, να περιέχει ένα απόσταγμα το οποίο θα έχει μείνει τουλάχιστον 3 χρόνια σε δρύινο βαρέλι.
Single Malt Scotch Whisky: Αυτή η κατηγορία περιλαμβάνει τα σκωτσέζικα ουίσκι τα οποία όχι μόνο παράγονται από ένα μόνο αποστακτήριο αλλά έχουν και ως πρώτη ύλη τους αποκλειστικά το κριθάρι. Μεγάλο ενδιαφέρον σε αυτή την κατηγορία έχουν και οι αποκαλούμενες «Vintage εκδόσεις» οι οποίες αποτελούνται από malt ουίσκι που επιλέγεται από ένα βαρέλι μιας συγκεκριμένης χρονιάς του αποστακτηρίου.
Blended Scotch Malt Whisky: Πρόκειται για παρεμφερή κατηγορία με την πρώτη που σας αναφέραμε. Η μόνη διαφορά είναι ότι σε αυτή την περίπτωση το ουίσκι παράγεται αποκλειστικά και μόνο από κριθάρι. Το χαρακτηριστικό τους είναι η έντονη και δυναμική προσωπικότητά τους.
Ιρλανδέζικα ουίσκι: Παράγονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως και τα σκωτσέζικα με τη μόνη διαφορά ότι τα συγκεκριμένα είναι συνήθως τριπλής απόσταξης. Μένουν και αυτά για τουλάχιστον 3 χρόνια σε βαρέλια όπου πριν περιείχαν bourbon, sherry ή ρούμι. Έχουν πιο ήπια γεύση και πιο φρουτώδη αίσθηση.
Αμερικανικά ουίσκι: Στις ΗΠΑ η απόσταξη ξεκίνησε στις αρχές του 18ου αιώνα. Το πιο γνωστό αμερικάνικο ουίσκι είναι το Bourbon που σχεδόν ταυτίζεται με τον όρο Kentacky Whiskey, μια και πρωτοαποστάχθηκε εκεί. Για την παραγωγή του, σύμφωνα με τη νομοθεσία, θα πρέπει η πρώτη ύλη να είναι το καλαμπόκι σε ποσοστό τουλάχιστον 51%. Σε αυτό οφείλει και τη χαρακτηριστική γεύση του.
Παλαιώνεται σε δρύινα βαρέλια για 4 χρόνια. Επίσης, τα Tennessee, τα οποία θεωρούνται υποκατηγορία των Bourbon, περιέχουν μεν 51% καλαμπόκι, αλλά κατά τη ζύμωση προστίθεται υλικό από παλαιότερη ζύμωση, είναι δηλαδή sour mash. Μετά την απόσταξη περνάνε από φίλτρο ενεργού φυτικού άνθρακα και παλαιώνονται σε δρύινα βαρέλια για τουλάχιστον 5 χρόνια. Άλλη μια κατηγορία των αμερικανικών ουίσκι είναι τα Rye, που αποτελούνται από 51% τουλάχιστον από σίκαλη και παράγονται στο Κεντάκι, την Ιντιάνα και το Οχάιο.
Καναδέζικα ουίσκι: H απόσταξη ουίσκι στον Καναδά ουσιαστικά άρχισε την περίοδο της ποτοαπαγόρευσης στις ΗΠΑ, με σκοπό να τροφοδοτήσει την παράνομη αγορά. Πρόκειται για Rye Whisky που η απόσταξή του γίνεται συνήθως με τη μέθοδο Patent Still και παλαιώνεται για τουλάχιστον 3 χρόνια σε δρύινα βαρέλια που πριν περιείχαν Βourbon.
Τα ιαπωνικά ουίσκι: Η πιο ανερχόμενη κατηγορία που τελευταία κερδίζει ολοένα περισσότερους οπαδούς. Ο τρόπος απόσταξης αλλά και παλαίωσης είναι ο ίδιος που ακολουθείται για τα σκωτσέζικα ουίσκι. Επίσης, η πρώτη ύλη φτάνει εκεί από τη Σκωτία. Αυτό όμως που τα κάνει ξεχωριστά και τους δίνει τα ιδιαίτερα γευστικά και αρωματικά χαρακτηριστικά είναι από τη μία το κλίμα και από την άλλη το νερό που χρησιμοποιείται για την απόσταξη του ιαπωνικού ουίσκι, το οποίο προέρχεται σχεδόν πάντα από πηγές που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από τα αποστακτήρια.
Με νερό, με πάγο ή χωρίς;
Σίγουρα ο τρόπος με τον οποίο θα επιλέξει να απολαύσει κάποιος το ουίσκι είναι εντελώς προσωπικός. Δεν υπάρχει λάθος ή σωστό. Ούτε το νερό, ούτε ο πάγος χαλάνε το απόσταγμα. Ίσως να το «αποδυναμώνουν» λίγο και να το κάνουν πιο ευκολόπιοτο.
Για να γνωρίζετε
• Το ουίσκι σταματάει να ωριμάζει από τη στιγμή που εμφιαλώνεται, γι’ αυτό δεν γίνεται «καλύτερο» με τον χρόνο.
• Ένα κλειστό μπουκάλι μπορεί να διατηρηθεί για πάνω από 100 χρόνια.
• Ένα ανοιχτό μπουκάλι αντέχει για 5 χρόνια.
• Τα δρύινα βαρέλια δίνουν στο ουίσκι το καραμελέ χρώμα και το 60% της γεύσης του