Όπως ο Πύργος της Τηλεόρασης αποτελεί σύμβολο της πολυσύχναστης πλατείας Alexanderplatz στο Βερολίνο, έτσι και η στεγασμένη αγορά τροφίμων Marheineke Markthalle αποτελεί σημείο αναφοράς και επίκεντρο για την πάντα ζωηρή, μποέμ συνοικία Βergmannkiez του Kreuzberg. Ο απόλυτος προορισμός για να βρει κανείς συγκεντρωμένες λαχταριστές τοπικές γεύσεις, ολόφρεσκες πρώτες ύλες και βιολογικά προϊόντα, όπως και για να δοκιμάσει αυθεντικά, φρεσκομαγειρεμένα πιάτα όχι μόνο από τη Γερμανία αλλά και από κάθε γωνιά της Ευρώπης, συγκεντρώνει το ενδιαφέρον ντόπιων και επισκεπτών που φτάνουν τους 13.000 ημερησίως.
Ειδικά τα Σάββατα, που η γεμάτη ζωντάνια οδός Bergmannstraße με τις πανέμορφες παστέλ αστικές κατοικίες του 19ου αιώνα και τα διαδοχικά έθνικ εστιατόρια και hip στέκια είναι από τους δημοφιλέστερους προορισμούς μιας χαλαρής εξόδου, η αγορά Marheineke Markthalle πλημμυρίζει κόσμο από νωρίς το πρωί. Άλλοι την επιλέγουν για τον πρώτο καφέ της ημέρας πλάι σ΄ένα ολόφρεσκο γλυκό, άλλοι για τις προμήθειες του κυριακάτικου τραπεζιού και κάποιοι σαν εναλλακτική των φαγάδικων της περιοχής, για νόστιμο τσιμπολόγημα μαζί με ένα ποτήρι κρασί. Το βέβαιο είναι ότι το τούβλινο κτήριο των 3.000τ.μ. δεν αδειάζει καμία εποχή του χρόνου και καμιά μέρα της εβδομάδας.
Ένα «μη ιστορικό μνημείο» με πλούσια ιστορία
Μπορεί το ευρύχωρο κτήριο των εκατοντάδων γεύσεων, χρωμάτων και αρωμάτων να μην έχει λάβει το χαρακτηρισμό του ιστορικού ή διατηρητέου μνημείου, καθώς η δομή του σε ένα βαθμό δεν είναι η πρωτότυπη, η ιστορία του όμως έχει καταγράψει πολλά γεγονότα από το 1892 που άνοιξε η κλειστή αγορά με 278 μικρούς πάγκους καθημερινών ειδών. Ιδιαίτερα μοντέρνα για την εποχή της, δεν άργησε να αναδειχθεί σε μια από τις καλύτερες δημοτικές αγορές που διέθετε τότε το Βερολίνο. Κι ενώ ένα μέρος της μετατράπηκε σε αίθουσα διανομής συσσιτίου για 15.000 Βερολινέζους από το 1916 και για το υπόλοιπο του Α΄Π.Π., στον επόμενο παγκόσμιο πόλεμο καταστράφηκε σε μεγάλο βαθμό. Καθώς μόλις 22 έμποροι διέθεταν μεταπολεμικά τα προϊόντα τους στο υπόγειο κελάρι που είχε απομείνει από το αρχικό κτήριο, το 1953 τέθηκαν τα θεμέλια για μια επεκταμένη αγορά που ανακαινίστηκε το 1998 και επανασχεδιάστηκε το 2007.
Πλέον, ο φωτεινός χώρος ο οποίος παίρνει το όνομά του από την πλατεία Marheinekeplatz, μας υποδέχεται μέσα από 4 πύλες, πλαισιώνεται από μεγάλες τζαμαρίες, γύρω από την είσοδο διατηρεί τις διακοσμήσεις με τα θαλάσσια πλάσματα και τα πουλερικά της πρόσοψης του αρχικού κτηρίου και στεγάζει 55 ανοιχτά κιόσκια–καταστήματα και χώρους εστίασης. Καθώς μάλιστα τα Σαββατοκύριακα, πλην αυτών του χειμώνα, στην εν λόγω πλατεία ακριβώς δίπλα στη Marheineke Markthalle στήνεται υπαίθρια αγορά με δεκάδες παλαιοπώλες και ανέλπιστους vintage θησαυρούς, η βόλτα στις δύο διπλανές αγορές προσελκύει κατοίκους από κάθε περιοχή του Βερολίνου.
Ένα ισορροπημένο μείγμα παράδοσης και καινοτομίας
Αυτός είναι ο χαρακτήρας της αγοράς στις μέρες μας, γι’ αυτό και η βόρεια πλευρά της αίθουσας λειτουργεί ως γκαλερί περιοδικών εκθέσεων τέχνης τα τελευταία χρόνια, ενώ εκεί συστεγάζεται και ο ραδιοφωνικός σταθμός multicult.fm. Οι δε μοντέρνες, υψηλών υγειονομικών στάνταρντ εγκαταστάσεις της Marheineke Markthalle που την έχουν αναδείξει μεταξύ των πλέον σύγχρονων αγορών της Γερμανίας, επιλέγονται συχνά από διάφορες συντεχνίες για events όπως ο ετήσιος διαγωνισμός cheesecake Βερολίνου-Βρανδεμβούργου, με μεγάλη συμμετοχή ζαχαροπλαστών κι ακόμη μεγαλύτερη προσέλκυση επισκεπτών.
Αυτό βέβαια που αποτελεί τον κύριο πόλο έλξης είναι τα εξαιρετικής ποιότητας και μεγάλης ποικιλίας τρόφιμα που βρίσκονται συγκεντρωμένα κάτω από την ίδια στέγη. Εγγυημένης φρεσκάδας φρούτα και λαχανικά, ξηροί καρποί και φρεσκοστημένοι χυμοί, αλλαντικά και τα περίφημα γερμανικά λουκάνικα, τυριά χαρακτηριστικά κάθε περιοχής της χώρας και φρεσκοψημένα αρτοποιήματα από πρέτζελ ως kuchen με κόκκινα φρούτα, προέρχονται κυρίως από βιολογικές καλλιέργειες ή παράγονται με βιώσιμες πρακτικές. Πλάι τους, αντιπροσωπευτικές γεύσεις και διαλεχτά τρόφιμα από μεσογειακές κι αραβικές χώρες, συνθέτουν ένα πολυσυλλεκτικό γαστρονομικό κολάζ, πολύ αντιπροσωπευτικό τόσο του Kreuzberg όσο και του ευρύτερου Βερολίνου.
Το σκηνικό συμπληρώνουν ένα vegan σούπερμαρκετ, μικρά καφέ, ένα μίνι wine bar για οινικές δοκιμές συνοδεία μικρών πιάτων, μια gelateria με οργανικό παγωτό που εμφανίζεται στην αγορά μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες, snack bars με διεθνείς λιχουδιές και μικρά εστιατόρια με σκαμπό για φαγητό στους πάγκους τους παρακολουθώντας όλη τη δράση, ή μπροστά στις τζαμαρίες για χάζι στην αδιάκοπη κίνηση της Bergmannstraße. Με τέτοια πληθώρα προτάσεων, κριτήριο για τους περισσότερους είναι οι αυθεντικές γεύσεις κάθε χώρας: ένας δυνατός καφές φίλτρου, πάντα συνοδευόμενος από τα βουτυράτα κρουασάν που ψήνονται από νωρίς το πρωί στο γαλλικό Le Breatgne, ή μία από τις χρυσαφένιες κις λωρέν και τις γλυκές τάρτες τους αργότερα, ένας βελούδινος cappuccino με ένα τραγανό cannolo siciliano δίπλα στις στοίβες από panettone που προσφέρει αυτή την εποχή το ιταλικό Salumeria Mattielo Alimentari e Vini, ένα γιγάντιο κομμάτι από τις φρεσκοψημένες πίτσες του επίσης ιταλικού Pesaro που μοσχολοβούν, δυο-τρία από τα βραβευμένα ως καλύτερα του Βερολίνου, αυθεντικά pasteis de nata του πορτογαλικού Marafado, μια υγιεινή, πλούσια μεσογειακή σαλάτα από το Ceylans Feinkost ή ένα ποτήρι Rioja από το ισπανικό CavaBar, εκπροσωπούν μερικές από τις δημοφιλέστερες επιλογές των θαμώνων.
Ξεχωριστή αναφορά αξίζει ο υπέροχος χώρος του ντελικατέσεν Les épicuriens όπου πρωταγωνιστούν οι γαλλικές γεύσεις, είτε πρόκειται για τα αέρινα macaron και τα ολόφρεσκα canelé, είτε για την τεράστια ποικιλία τυριών και κρασιών, με τα κομψά μαρμάρινα στρογγυλά τραπέζια να δίνουν την ιδανική αφορμή για γευστικές αναζητήσεις και οινικές δοκιμές. Και βέβαια, μεγάλο hit και σημείο αναφοράς για την Marheineke Markthalle είναι οι ελληνικές γεύσεις, που στα δύο σημεία όπου εκπροσωπούνται, συγκεντρώνουν φανατικούς θαμώνες.
Μια γευστική ελληνική ιστορία 38 ετών
Διπλή εκπροσώπηση και πιστούς φίλους έχουν οι γεύσεις της χώρας μας στην περίφημη αυτή αγορά του Βερολίνου. Καλημερίζοντας τους επισκέπτες με τρόπο ελληνικό, το Kalimera Café με το χαμογελαστό προσωπικό, εδραιώνει όλο και περισσότερο τη φήμη του ως στέκι του καλού καφέ, που οι περισσότεροι συνοδεύουν με κάποιο από τα σιροπιαστά γλυκά –κανταΐφι, ραβανί ή πορτοκαλόπιτα. Οι παραδοσιακοί θα βρουν κουλουράκια, βουτήματα και λουκούμια που φιγουράρουν πλάι σε πάστες και καριόκες, ενώ δεν απουσιάζουν τα κλασσικά της εποχής, κουραμπιέδες και μελομακάρονα. Όσοι δε, νοσταλγούν έναν φραπέ στο χέρι μαζί με μια τυρόπιτα ή σπανακόπιτα κι ένα ελληνικό αναψυκτικό, αυτό είναι το κατάλληλο μέρος για να τα αναζητήσουν.
Το παλαιότερο ωστόσο ελληνικό στέκι της αγοράς, είναι το Olgas, που ξεχωρίζει όχι απλά λόγω της θέσης του στο κέντρο περίπου της αγοράς, αλλά χάρη στις καλοφτιαγμένες, άκρως δελεαστικές ελληνικές σπεσιαλιτέ που κάνουν όλους να σταματούν μπροστά στις βιτρίνες του. Πολύχρωμες σαλάτες με όλων των ειδών τα λαχανικά εποχής, τουρσιά, αλοιφές και αλείμματα, ελιές από τις νοστιμότερες ποικιλίες και όλα τα χαρακτηριστικά, παραδοσιακά πιάτα μιας ελληνικής ταβέρνας, σαν αυτά που δοκιμάζουν όσοι επισκέπτονται τη χώρα μας κι ενθουσιάζονται: μουσακάς και παστίτσιο, παπουτσάκια, κοκκινιστό και γιουβέτσι, πίτες, σουβλάκια, λαδερά και γιαχνί που πλάι σ΄ένα κομμάτι φέτα –όπως πολύ καλά γνωρίζουμε οι Έλληνες- είναι γεύματα ολοκληρωμένα κι ακαταμάχητα.
Καθώς πλησιάζει το μεσημέρι, τα καθίσματα δεν αργούν να γεμίσουν. Όλοι εκτιμούν τους μεζέδες, τα κυρίως πιάτα και τη σταθερά προσεγμένη ποιότητα, ενώ οι πιο παλιοί και την ιστορία του Olgas. Στο Cantina την αφηγήθηκε ο ίδιος ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου- ντελικατέσεν, κος Μιχάλης Πάντος, ψυχή του Olgas που έχει πάρει το όνομά της συζύγου του. Μαζί εξάλλου ξεκίνησαν για μια καλύτερη τύχη στο Βερολίνο, εκείνος Ηπειρώτης από τη γραφική Κόνιτσα, εκείνη από την όμορφη Ξάνθη, με μόνη αναφορά στη Γερμανία τον αδερφό του κου Μιχάλη, που ήδη είχε μετοικήσει στη γερμανική πρωτεύουσα διατηρώντας κατάστημα χονδρικής εμπορίας ελληνικών τροφίμων. Λίγο η εμπειρία του ως σερβιτόρος στην Ομόνοια, λίγο η βοήθεια από τον αδερφό του και την επιχείρησή του, και το ξεκίνημα έγινε εντός της Marheineke Markthalle αρχικά με τη μορφή ενός απλού μπακάλικου.
Πιάνουμε μια από τις περιζήτητες θέσεις απέναντι από τον γύρο που καθώς ψήνεται γίνεται πόλος έλξης καθημερινά και ταυτόχρονα παρακολουθούμε μια από τις μαγείρισσες να τηγανίζει χρυσαφένιους κολοκυθοκεφτέδες. Γύρω μας, και τα υπόλοιπα μέλη του 11μελούς προσωπικού του Olgas, επί ποδός: μαγειρεύουν, ψήνουν και τηγανίζουν ασταμάτητα αλλά πάντα με περισσή ευγένεια και χαμόγελο. Η αυθεντική ελληνική φιλοξενία προσωποποιημένη. Δίπλα στην υπογράφουσα, μια Γερμανίδα παραγγέλνει μια μερίδα τζατζίκι ως κυρίως πιάτο και μια άλλη σε προχωρημένη εγκυμοσύνη απολαμβάνει διπλή μερίδα: φασολάκια και πατάτες γιαχνί. Ο κος Μιχάλης παρών καθημερινά, δίνει ένα χέρι βοηθείας όποτε χρειάζεται και σχολιάζει ότι «τα τόσο ταπεινά και συνηθισμένα για εμάς λαδερά, οι σαλάτες μας και τα όσπρια γίνονται ανάρπαστα ως vegan πιάτα». Θυμάται όμως και το δύσκολο ξεκίνημα, όταν «σχεδόν τους ταΐζαμε τις ελιές στο στόμα για να εξοικειωθούν με τις γεύσεις».
Το επόμενο βήμα έγινε με την αναδιαμόρφωση της αγοράς το 2007. «Ως τότε δεν υπήρχαν καν οι τζαμαρίες», μας αναφέρει ο κος Πάντος που τότε προσέλαβε μάγειρες για το Olgas, το οποίο έκτοτε διαπρέπει ως ένα από τα πλέον πολυσύχναστα και προτιμητέα εστιατόρια της αγοράς. Όσο απολαμβάνουμε ένα κομμάτι φρεσκοψημένη μπατσάρα, την παραδοσιακή ηπειρώτικη πίτα χωρίς φύλο, με σπανάκι, τυρί και πράσο, ο κος Μιχάλης ανακαλεί τα παιδικά του χρόνια όταν η μητέρα του την έψηνε στο σινί, το μεγάλο χάλκινο ρηχό ταψί, αλλά κι εκείνα τα χρόνια που είχε δίπλα του στο εστιατόριο τη σύζυγό του.
Μας δείχνει όμως με περηφάνεια και το ελαιόλαδο δικής τους ετικέτας που διαθέτουν σε συνεργασία με το Συνεταιρισμό Μαντινείας Μεσσηνίας και γίνεται ανάρπαστο εδώ και 20 χρόνια, τα ράφια με το επώνυμο ούζο, το τσίπουρο, τα ελληνικά κρασιά και παξιμάδια. Και όπως θα περίμενε κανείς από ένα πλήρως ενημερωμένο ντελικατέσεν εκλεκτών προϊόντων, δεν λείπουν οι συσκευασμένοι κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα, ήδη από τα τέλη Νοέμβρη που βρεθήκαμε στην αγορά. Την ερώτησή μας αν οι Βερολινέζοι τα γνωρίζουν ή τα δοκιμάζουν, προλαβαίνει ένα χέρι που απλώνεται προς το κουτί με τα μελομακάρονα. Σχεδόν 39 χρόνια μετά, ο κύριος Μιχάλης δεν χρειάζεται πια να προσπαθεί να εξοικειώσει τους πελάτες με τις ελληνικές γεύσεις.
info
Marheineke Markthalle: Marheineke Platz 15, 10961 Βερολίνο
Ωράριο λειτουργίας: Δευτέρα-Παρασκευή: 8:00-20:00, Σάββατο: 8:00-18:00
Φωτογραφίες: Αριέττα Πούλιου