Τι μπορεί να τρώει ένας έφηβος στο σπίτι του; Τι μαγειρεύει καθημερινά μια δραστήρια μητέρα δύο μικρών παιδιών; Πώς περνάει τις ώρες στην κουζίνα μια συνταξιούχος; Πώς μαγειρεύουν δύο γονείς με το δίχρονο παιδί τους; Και τι κάνει στην κουζίνα του ένας δικηγόρος; Όλες οι απαντήσεις στο κείμενο.
Το μαγείρεμα στο σπίτι σίγουρα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Για κάποιους είναι μια καθημερινή ανάγκη. Για άλλους, ευχαρίστηση. Και υπάρχουν και εκείνοι που το βλέπουν ως ευκαιρία για να καλέσουν φίλους, να περάσουν δημιουργικό χρόνο μαζί και να διασκεδάσουν. Όπως και να έχει, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, σχεδόν όλους μας απασχολεί. Πρόκειται για μια δραστηριότητα που σχετίζεται άμεσα με την επιβίωσή μας, αλλά και με το τι μας αρέσει να τρώμε και πώς. Και τελικά, τι τρώμε όταν είμαστε στο σπίτι; Βάζουμε τις κατσαρόλες στη φωτιά, ανάβουμε τον φούρνο ή παραγγέλνουμε delivery; Απ’ ό,τι φαίνεται τα κάνουμε όλα και ίσως ακόμη περισσότερα. Ρωτήσαμε, λοιπόν, φίλες και φίλους από διαφορετικές ηλικίες να μας πουν τι μαγειρεύουν σπίτι τους και ιδού οι απαντήσεις τους.
Γιώργος Μπαρλάς, 17 χρόνων
«Να φέρω μαζί και το τόξο μου για τη φωτογράφηση;», με ρώτησε όταν μιλήσαμε στο τηλέφωνο. Ο Γιώργος είναι μόλις 17 χρόνων, μαθητής της Γ΄ Λυκείου και πρωταθλητής Ελλάδας στην τοξοβολία. Με τη μαγειρική δεν έχει άμεση σχέση. Μένοντας με τους γονείς του, το δύσκολο έργο του φαγητού το έχει αναλάβει η μητέρα του Αθηνά. «Τη βοηθάω. ∆εν με αφήνει βέβαια να κάνω πολλά πράγματα. Μόνο τα απλά: να πλύνω λαχανικά, να της φέρω ό,τι μου ζητήσει και γενικά τη βοηθάω στην προετοιμασία. Μου αρέσει, όμως, να μαγειρεύουμε μαζί και να περνάμε χρόνο στην κουζίνα». Παρ’ όλα αυτά, ο Γιώργος ετοιμάζει και κάποια φαγητά μόνος του και έχει και αγαπημένο γκάτζετ: την τοστιέρα. «Με αυτήν μπορείς να κάνεις τα πάντα. Την κουβαλάω συνέχεια μαζί μου, γι’ αυτό και την έφερα στη φωτογράφηση», μου λέει χαμογελώντας ενώ μου τη δείχνει. «Ετοιμάζω από απλά τοστ μέχρι ανοιχτές πίτσες πάνω σε αραβικές ή απλές πίτες», συμπληρώνει. Φτιάχνει επίσης και super bowl με δημητριακά, γιαούρτι και φρούτα. «Όχι με όλα τα φρούτα. Είμαι κάπως ιδιότροπος σε αυτά. Μου αρέσουν πολύ οι μπανάνες, ο ανανάς και το μάνγκο». Προτιμά να τρώει πολλές σαλάτες –δεν συμπαθεί την ντομάτα–, τις οποίες αρκετές φορές τις φτιάχνει ο ίδιος, και ψητά λαχανικά. Τον ρωτάω ποια φαγητά του αρέσουν. «∆εν θα πω για κάτι ότι δεν μου αρέσει αν δεν το έχω δοκιμάσει πρώτα. Τρώω σχεδόν τα πάντα. Αγαπώ τα γεμιστά και το παστίτσιο που φτιάχνει η μητέρα, τα κάνει πολύ καλά», μου αναφέρει. Όσο για αυτά που λατρεύουν τα παιδιά της ηλικίας του, σουβλάκια, μπέργκερ, πίτσα, τα τιμά και αυτός και με το παραπάνω.
Ράνια Παπαφωτίου, 71 χρόνων
Η Ράνια Παπαφωτίου μαγειρεύει σε όλη της τη ζωή. «Από μικρή που ήμουν βοηθούσα τη μητέρα μου να ετοιμάσει το φαγητό για τους άνδρες του σπιτιού που έρχονταν από τα χωράφια». Τα παιδικά της καλοκαίρια είναι γεμάτα με τέτοιες εικόνες: μια κουζίνα γεμάτη γυναίκες που έφτιαχναν συνέχεια φαγητά και μοιράζονταν συνταγές. Έτσι την αγάπησε την κουζίνα, όχι γιατί της επιβλήθηκε, αλλά επειδή μπορεί να εκφραστεί μέσα από τη μαγειρική. «Φυσικά και είναι δύσκολο να εργάζεσαι και να πρέπει να γυρίσεις σπίτι κουρασμένη και να βάλεις τις κατσαρόλες στη φωτιά για να φτιάξεις κάτι για την οικογένεια. ∆εν το έκανα αναγκαστικά, το έκανα γιατί μου άρεσε», μου λέει. Η Ράνια πλέον είναι συνταξιούχος και απολαμβάνει στο έπακρο τον χρόνο της. Πηγαίνει βόλτες, ταξιδεύει και κάνει μπάνια όλο τον χρόνο: «Αν δεν είχαμε τη φωτογράφηση, θα ήμουν στη θάλασσα». Μπαίνει όμως και στην κουζίνα καθημερινά. «Θα μπορούσα να μην ασχολούμαι με αυτά, αλλά μου δίνει χαρά η κουζίνα. Ένας άνθρωπος είμαι, αλλά φτιάχνω φαγητά και για την κόρη μου και τον γαμπρό μου, που τους έχω κοντά μου». Προτιμά τις κατσαρόλες –δίνει ψήφο εμπιστοσύνης στα λαδερά– και τον φούρνο, αποφεύγει το τηγάνι «γιατί και δεν είναι υγιεινό και κάνει χάλια την κουζίνα», όπως μου αναφέρει. Η σπεσιαλιτέ της είναι το μοσχαράκι με μελιτζάνες, το στιφάδο και το κλασικό κοτόπουλο στον φούρνο με πατάτες με μπόλικο λεμόνι. Λατρεύει τα ψάρια, το πιπέρι, το φρεσκοτριμμένο πιπέρι, και τα φρούτα, τα οποία μπορεί να τρώει όλη μέρα. Φτιάχνει επίσης και πολλές πίτες με δικό της φύλλο. «∆εν ήξερα να ανοίγω φύλλο. Το έμαθα μεγάλη, από την κόρη μου, που της το είχε δείξει η μητέρα μου. Το πιστεύεις; Τώρα μέχρι και ψωμί φτιάχνω όταν έχω χρόνο, γιατί μη νομίζεις ότι έχω… Εμείς, οι μεγάλοι άνθρωποι δεν έχουμε χρόνο», μου αναφέρει γελώντας.
Βάνια Σκαλτσά, 40 χρόνων
Ηλίας Αβασκαντήρας, 29 χρόνων
Θέα Αβασκαντήρα, 2 χρόνων
Κάθε φορά που αναβόσβηναν τα φώτα για τη φωτογράφηση, η μικρή Θέα έσκαγε από ένα πλατύ χαμόγελο. Στα χέρια της κρατούσε μια μπάρα. «Η Θέα τις φτιάχνει», μου λέει η μητέρα της η Βάνια και την κοιτάζω με απορία. «Βοηθάει. Την έχουμε στην κουζίνα, ρίχνει και ανακατεύει τα υλικά. Το ίδιο κάνει και με τα μπιφτέκια. Τα πλάθει. Της αρέσει να συμμετέχει», συμπληρώνει. Η Βάνια είναι σύμβουλος σε διάφορες επιχειρήσεις και δεν έχει πολύ χρόνο τις καθημερινές. Από την άλλη, ο Ηλίας είναι μοντέλο και ταξιδεύει πολύ. Παράλληλα δουλεύει και ως χασάπης –έτσι του αρέσει να τον αποκαλούν– στο κρεοπωλείο του πατέρα του. «Στο σπίτι έχουμε χωρίσει τις δουλειές της κουζίνας», μου λέει ο Ηλίας. «Εγώ αναλαμβάνω την ψησταριά και τον φούρνο και η Βάνια τις κατσαρόλες». «Είμαι κατσαρολού», αναφέρει η Βάνια και μου εκμυστηρεύεται ότι όλες τις συνταγές που φτιάχνει τις παίρνει από το βιβλίο που της άφησε ο παππούς της ο Πολίτης. «∆εν είχα την τύχη να τον γνωρίσω, πέθανε πριν γεννηθώ. Ήταν φοβερός μάγειρας, αλλά και μουσικός. Μου έχει αφήσει ένα τεράστιο βιβλίο που έχει όλα τα πολίτικα φαγητά: ιμάμ, ισλί κ.ά. Και δίπλα από κάθε συνταγή έχει βάλει και ένα τραγούδι που πρέπει να ακούω ενώ το φτιάχνω. Έτσι, για παράδειγμα, ετοιμάζω σουτζουκάκια ακούγοντας τα “Μανουσάκια”». Ρωτάω αν ετοιμάζουν κάτι διαφορετικό για τη μικρή Θέα. «Τρώει ό,τι τρώμε κι εμείς», μου απαντά η Βάνια. Μου αναφέρουν και οι δύο ότι η κουζίνα είναι το κέντρο του σπιτιού τους. Εκεί δοκιμάζουν πολλά από τα πράγματα που φέρνει στο σπίτι ο Ηλίας, καθώς και τις μαρινάδες για τα κρέατά του. Τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα φωνάζουν φίλους για να μαγειρέψουν και να φάνε μαζί. «Συμμετέχουμε όλοι στην ετοιμασία του δείπνου. Φαντάσου ότι ο Άνταμ Κοντοβάς, ο σεφ, έχει έρθει πολλές φορές στην κουζίνα μας». Πέρα από αυτά, η Βάνια και ο Ηλίας βγαίνουν συχνά και έξω σε εστιατόρια. Σχεδόν πάντα παίρνουν και τη μικρή μαζί τους για να την εκπαιδεύσουν, όπως μου είπαν.
Δημήτρης Βαλάσης, 58 χρόνων
Ο ∆ημήτρης Βαλάσης είναι δικηγόρος και περνάει πολλές ώρες της ημέρας εκτός σπιτιού. Τις καθημερινές, λοιπόν, δεν έχει πολύ χρόνο για να ασχοληθεί με την κουζίνα. «Συνήθως τρώω έξω ή ετοιμάζω κάτι πολύ πρόχειρο, όσο προλαβαίνω». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν αγαπά τη μαγειρική. Είναι, όπως λέει, «μάγειρας της παρέας», αφού φορά την ποδιά της μαγειρικής μόνο όταν έχει καλεσμένους στο σπίτι, κάτι που συμβαίνει συχνά. «Το φαγητό για μένα είναι συντροφικότητα, παρέα και μου αρέσει να καλώ στο σπίτι φίλους και να τους ετοιμάζω διάφορα φαγητά», μου αναφέρει. Τον ρωτάω αν έχει κάποια σπεσιαλιτέ. «Ποτέ δεν μαγειρεύω τα ίδια. Πειραματίζομαι, κι αν δεν μου βγει, δεν πειράζει, η προσπάθεια μετράει. Βγαίνω, λοιπόν, στην αγορά και ανάλογα με το τι βρίσκω και τι μου αρέσει, γυρίζω στο σπίτι και ετοιμάζω το γεύμα ή το δείπνο. Πάντα προτιμώ τα υλικά της εποχής. Έτσι, δεν φτιάχνω τίποτα με λάχανο, που το λατρεύω, το καλοκαίρι και δεν χρησιμοποιώ ντομάτα τον χειμώνα. Και ψάρι, πάντα φρέσκο. Τα κατεψυγμένα τα αποφεύγω». Αν και δεν έχει σπεσιαλιτέ, μου λέει ότι χαίρεται να φτιάχνει μοσχαροκεφαλή στον φούρνο και αρνί τσιγαριαστό. «Τα αφήνω με τις ώρες να μαγειρευτούν, να πάρουν τον χρόνο τους, χωρίς βιασύνες», συμπληρώνει. Ο ∆ημήτρης είναι της ελληνικής κουζίνας και των κλασικών συνταγών. «Η κόρη μου μού λέει ότι φτιάχνω φανταστική καρμπονάρα, έτσι όπως την ετοιμάζουν οι Ιταλοί, με αυγά, παρμεζάνα και γκουαντσιάλε. Μπορώ, όμως, να την κάνω και με το δικό μου twist», εκμυστηρεύεται. Βγαίνει συχνά έξω στα εστιατόρια της πόλης, γιατί του αρέσει να μαθαίνει τι καινούριο συμβαίνει, χωρίς όμως να του γίνεται εμμονή. «Είναι ωραία αυτή η fine dining τρέλα, αλλά με μέτρο. Για φαγητό μιλάμε άλλωστε».
Μαρία Ζαφειράτου, 45 χρόνων
Ανδρέας Σοφιανός, 11 χρόνων, Διοχάντη Σοφιανού, 9 χρόνων
«Θα μιλήσουμε για ποδόσφαιρο και τι θα κάνει φέτος η Ρεάλ στο Champions League ή για μαγειρική αυτή τη φορά;», με ρώτησε η Μαρία Ζαφειράτου μόλις με είδε. Αθλητικογράφος στο επάγγελμα, σύζυγος και μητέρα του Ανδρέα και της ∆ιοχάντης, είναι από τις πιο δραστήριες γυναίκες που γνωρίζω. ∆εν σταματά ποτέ. Η μέρα της ξεκινά από νωρίς το πρωί, κάνει πρωινή εκπομπή στο ραδιόφωνο και καταλήγει το βράδυ στο σπίτι έπειτα από πολλές δραστηριότητες, τόσο δικές της όσο και των παιδιών. Με τη μαγειρική έχει μια σχέση αγάπης. «Χθες έκανα πέντε φαγητά μέσα σε τέσσερις ώρες και καθάρισα και την κουζίνα. Έσπασα το ρεκόρ μου», μου λέει όλο καμάρι. «Συνήθως κάθε φορά που μπαίνω να μαγειρέψω ετοιμάζω δυο με τρία φαγητά για να έχω χρόνο μέσα στην εβδομάδα για τις υπόλοιπες δραστηριότητές μας». Έχει προπονηθεί σκληρά και ξέρει να διαχειρίζεται τον χρόνο της. Πάντα προσπαθεί να υπάρχει ποικιλία σε όλα αυτά που ετοιμάζει για την εβδομάδα και τα περισσότερα τα ετοιμάζει στο αγαπημένο της τηγάνι. ∆εν τα κάνει όμως τηγανητά, τα αποφεύγει. Έτσι, το κρέας εναλλάσσεται με τα ζυμαρικά, εκείνα με τα λαχανικά και τα όσπρια κι αυτά με τη σειρά τους με το ψάρι και χορταρικά. «Ευτυχώς, τα παιδιά τρώνε τα πάντα. Έτσι τα εκπαιδεύσαμε». Τη ρωτάω αν ήταν εύκολη δουλειά. «Έτρωγα μαζί τους όταν ήταν μικρά και αυτά από περιέργεια δοκίμαζαν από το δικό μου φαγητό και κάπως έτσι συνήθισαν. Όταν δεν ήθελαν να φάνε κάτι τους έλεγα “αυτό δεν είναι για σας, είναι για τους μεγάλους” και αμέσως το έτρωγαν. Τώρα αυτή η φράση είναι το αστείο μας», μου αναφέρει.
Μου περιγράφει, επίσης, μια ιστορία με την κόρη της που μια μέρα στο σχολείο πήρε μαζί της ταρτάρ τόνου σε αραβική πίτα: «Σίγουρα θα αναρωτήθηκαν τι μητέρα είμαι», μου λέει γελώντας. Στην κουζίνα συνήθως είναι μόνη της, δεν της αρέσει να ανακατεύονται και άλλοι στα χωράφια της. Παρ’ όλα αυτά μερικές φορές τα παιδιά τη βοηθούν. Ιδίως στα γλυκά για να «γλείψουν τα σκεύη, ξέρεις αυτό που κάναμε κι εμείς όταν ήμασταν μικροί». Όσο για τον σύζυγο, «ο Στέλιος (σ.σ.: Σοφιανός) είναι καλός ψήστης, στην κουζίνα δεν μπαίνει σχεδόν ποτέ, όμως ξέρει να ψήνει σωστά το κρέας όπως και το ψάρι». Η Μαρία θέλει τα παιδιά της να τρώνε σωστά, δηλαδή τα πάντα, στη σωστή αναλογία. «Γι’ αυτό δεν τρώνε μόνο σπιτικό φαγητό. Για παράδειγμα, κάθε Παρασκευή βράδυ παραγγέλνουμε delivery, που το διαλέγουν εκείνα. Έτσι, τρώμε και μπέργκερ, πίτσα, σουβλάκι και ό,τι μπορείς να φανταστείς. Έρχονται μαζί μας και στα εστιατόρια όπου πηγαίνουμε και έχουν μάλιστα και άποψη», μου εξηγεί. Και η αλήθεια είναι ότι θυμάμαι τον Ανδρέα σε μια κοινή μας έξοδο να σχολιάζει το φαγητό με όρους που χρησιμοποιούν οι μεγάλοι. Τη ρωτάω αν κάνουν κριτική και στο δικό της φαγητό και χαμογελά πονηρά: «Το μόνο σχόλιο που έχω ακούσει να μου λένε είναι “και η γιαγιά πάντως καλά το κάνει”. Μέχρι εκεί έχουμε φτάσει». Κατά τη διάρκεια της φωτογράφησης η Μαρία πειράζει τον Ανδρέα κι εκείνος τη ∆ιοχάντη, που μπορεί να φαίνεται πιο σοβαρή, όμως μπαίνει γρήγορα στο παιχνίδι των άλλων δύο. Έχουν καλή χημεία. «Μετά θα πάμε για brunch, έλα», μου λέει η Μαρία. «Θα μιλήσουμε και για τη Ρεάλ», συμπληρώνει και κουνώ καταφατικά το κεφάλι.
Φωτογραφίες: Σίσσυ Μορφη