Για να κρίνουμε αν ένα ψαροεστιατόριο είναι φτηνό ή ακριβό θα πρέπει να γνωρίζουμε στο περίπου τις τιμές πώλησης των φρέσκων ψαριών στο ιχθυοπωλείο για να μην τσιμπάμε στις «τιμές ευκαιρίας»!
Μήνες μου έλεγαν πως έπρεπε να επισκεφτώ τη φημισμένη ταβέρνα της γειτονιάς τους. Μου τη διαφήμιζαν για το καλό τηγάνι της, για τις μεγάλες μερίδες της, αλλά κυρίως για το φτηνό της ψάρι. Κάπως έτσι «τραβήχτηκα» κι εγώ κάποιο βράδυ, ακολουθώντας τους φίλους μου, κάπου ανάμεσα στην Καλλιθέα και τις Τζιτζιφιές. Μεγάλο το μαγαζί, φωτεινό, από αυτά που στην αρχή σε «πείθουν» με την παντελή τους έλλειψη επιτήδευσης – που όταν, στο τέλος της βραδιάς την αναλύσεις, συνειδητοποιείς πως κάτι παρίστανε ή πως κάτι κρυβόταν πίσω από εκείνη τη σημειολογία της παλιάς ψαροταβέρνας.
Το σκηνικό λίγο πολύ γνωστό: λευκά τραπεζοκαθίσματα, με vintage ύφος, βαμμένα με χρώμα κιμωλίας για να μοιάζουν φθαρμένα, και σερβιτόροι με διάθεση να σε ξεπετάξουν για να «διπλώσουν» τα τραπέζια, να απιθώνουν στο τραπέζι πρώτα-δεύτερα μαζί, λες και τα είχαν ήδη τηγανίσει, πριν καν τα παραγγείλουμε.
Κι ενώ εγώ «φόρτωνα» οι φίλοι μου να επαναλαμβάνουν την επωδό της βραδιάς: «Μην γκρινιάζεις, δες τις τιμές!». Ναι, τις είχα δει τις τιμές, όπως είχα μυρίσει και τα σπορέλαια της φριτέζας, στην οποία τηγανίζουν αδιακρίτως από καλαμάρια μέχρι ψιλά ψαράκια, όλα γενναιόδωρα αλευρωμένα για να είναι τραγανά, αλλά σε σημείο που η αλευρίλα να υπερτερεί και να μην είναι διακριτό το άρωμα της θάλασσας. Όσο είχε, βέβαια, «διασωθεί» από την κατάψυξη στην οποία διέμεναν τα ψάρια πριν βρεθούν στον πάγκο-ψαριέρα, προσποιούμενα τα φρέσκα.
Εθελοτυφλούμε ή αδιαφορούμε;
Κάπου θα πρέπει εμείς, οι πελάτες, να αρχίσουμε επιτέλους να ψυλλιαζόμαστε -στην πραγματικότητα να συνειδητοποιούμε- ότι δεν γίνεται οι ταβέρνες να πουλάνε το φρέσκο ψάρι τους φθηνότερα από την Κεντρική Ψαραγορά ή από όσο το πουλάνε οι ψαράδες στα καΐκια που πιάνουν στα λιμανάκια της Βάρκιζας ή του Λαυρίου.
Αν λοιπόν η φρέσκια αθερίνα στη Βαρβάκειο πωλείται κοντά € 7/ κιλό δεν γίνεται να έρχεται στην ίδια τιμή, τηγανισμένη, στην ταβέρνα και να είναι φρέσκια – ιδίως μες στο καταχείμωνο.
Το ίδιο ισχύει και για το χταπόδι, που η τιμή του κατεψυγμένου κυμαίνεται από € 14,5- €20/κιλό το ντόπιο, ενώ, αν είναι μόνο πλοκάμια, τα εισαγωγής από Ινδονησία πάνε από € 23,50/κιλό μέχρι και περίπου € 27/κιλό, του Μαρόκου.
Τα φρέσκα πελαγίσια Α’ κατηγορίας ψάρια, τώρα τον χειμώνα και πριν αρχίσει η τουριστική περίοδος, κυμαίνονται από € 25/κιλό έως και € 38-40/κιλό. Οπότε…
Ο γαύρος έρχεται κατεψυγμένος από πολλές περιοχές εκτός Ελλάδας, οι φρίσσες συχνά πωλούνται ως μεγάλες σαρδέλες, για να μη μιλήσουμε για καλαμάρια, μεγάλες γαρίδες, καραβίδες και σουπιές.
Κανείς δεν είπε, βέβαια, πως πρέπει να τρώμε πάντα μόνο ψάρια ανοιχτής θαλάσσης ή φρέσκα ψάρια, οστρακοειδή και μαλάκια. Κάποιες φορές μάλιστα είναι και πιο ασφαλές να τα επιλέγουμε. Το κακό είναι να μας πουλάνε το κατεψυγμένο για φρέσκο και το υδατοκαλλιέργειας για πελαγίσιο κι εμείς να το χαιρόμαστε.
Καλό το παραμύθι, αλλά…
Το περιβόητο συμιακό γαριδάκι που μας τάζουν παντού δεν επαρκεί για να ταΐσει όλη την επικράτεια και μάλιστα στις χαμηλές τιμές που μας το προτείνουν. Πριν ξετρελαθούμε από τη χαρά μας, λοιπόν, στο άκουσμα του, καλό είναι να το δούμε πρώτα. Θα το αναγνωρίσουμε από το σώμα του που είναι γερτό σαν γάντζος κι από το ιωδιούχο άρωμα του.
Γενικότερα, όταν βγαίνουμε για θαλασσινό φαγητό, θα πρέπει επιστρατεύουμε τις αισθήσεις μας για να καταλάβουμε αν αυτό που μας προτείνουν για «σπαρταριστό» είναι και αληθινό. Το φρέσκο ψάρι δεν μυρίζει, ή μάλλον μυρίζει μόνο θάλασσα και ιώδιο και η σάρκα του είναι κρουστή -να θυμάστε ότι σίγουρα δεν μυρίζει «ψαρίλα», ελαφριά ή βαριά. Και το πληρώνεις ακριβά ακόμα κι όταν είναι η εποχή του.
Τώρα τον Μάρτιο, βρίσκουμε κυρίως γαύρο, κουτσομούρες, λυθρίνια, μαίνουλες, μπαρμπούνια, παλαμίδες, ροφούς, σαργούς, σπάρους, στήρες, συναγρίδες, σφυρίδες, τσιπούρες, χταπόδια και χέλια.
Όταν αναφερόμαστε στη «εποχή του κάθε ψαριού», όμως, εννοούμε εκείνο το χρονικό διάστημα που αφθονεί, που έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξη του, που βρίσκει εύκολα τροφή στον βυθό και που δεν είναι περίοδος της αναπαραγωγής του. Τότε μόνο πέφτει η τιμή του, αλλά και πάλι θα πρέπει να ξεπονηρευόμαστε, γιατί η χαμηλή τιμή του φρέσκου δεν πρόκειται ποτέ να πλησιάσει εκείνη του κατεψυγμένου ή της ιχθυοκαλλιέργειας.
Για να κρίνουμε τελικά αν ένα ψαροεστιατόριο είναι φτηνό ή ακριβό θα πρέπει να ξεχωρίζουμε το ψάρι και να γνωρίζουμε ποιες είναι οι τιμές πώλησής του ως φρέσκο σε ιχθυοπωλείο -τουλάχιστον στο περίπου. Γιατί πολλές φορές το φτηνό είναι ακριβό, όταν άλλο πληρώνεις και άλλο παίρνεις.
Δείτε επίσης:
10+1 ψαροεστιατόρια όπου τα θαλασσινά παίζουν τον πρώτο ρόλο
Μαγειρεύουμε με ψάρια: 10 συνταγές για να μην… ψαρώνεις
Καθαρή Δευτέρα: 10 οικονομικά ουζερί και ταβέρνες. Πού θα φάτε και θα ξαναπάτε