Μέσα από μία μακραίωνη διαδρομή στα μονοπάτια της ελληνικής μοναστηριακής αμπελοκαλλιέργειας, οι αμπελώνες του Κτήματος Μέγα Σπήλαιο παράγουν κρασιά με ιδιάζουσα προσωπικότητα, γοητευτικά αρώματα και με μία ακόμα πιο γοητευτική πολυπλοκότητα στη γεύση τους.
Εκεί, ανάμεσα στις ψηλές κορφές, στα οροπέδια και στις απόκρημνες χαράδρες που συνθέτουν το μαγευτικά ήρεμο σκηνικό του Εθνικού Γεωπάρκου Χελμού-Βουραϊκού, το Κτήμα Μέγα Σπήλαιο διασώζει με βαθιά προσήλωση στην ιστορικότητα της περιοχής, τους θρυλικούς αμπελώνες της ομώνυμης Ιεράς Μονής (πρόκειται για το αλλοτινό Μεγάλο Αμπέλι του μοναστηριού, γνωστό και ως μετόχι του Αγίου Αθανασίου).
Οι αμπελώνες με ιστορία πολλών αιώνων
Αρκεί μόνο να αναλογιστεί κανείς ότι η καλλιέργεια του σταφυλιού για την εν λόγω οινοποιία ήδη μετρά στα χώματά της από τον 15ο αιώνα, μία ακατέργαστη και ανόθευτη στο χρόνο παρουσία, άξια αναφοράς και καταγραφής στο ιστορικό προφίλ της περιοχής.
Το μοναστήρι λειτουργεί αδιαλείπτως από το 362 μ.Χ., εποχή κατά την οποία ιδρύθηκε από τους Θεσσαλονικείς αδερφούς μοναχούς, Συμεών και Θεόδωρο, στο σημείο όπου βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας. Μάλιστα, αυτό που ίσως οι περισσότεροι μέχρι σήμερα αγνοούν είναι ότι η Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, είναι η αρχαιότερη εν ενεργεία Μονή στην Ελλάδα και 2η στον κόσμο, μετά από τη Μονή Σινά. Πήρε, δε, το όνομά της από την τοποθεσία που βρίσκεται, αφού είναι χτισμένη μέσα στο επιβλητικό σπήλαιο των Καλαβρύτων, στο φαράγγι του Βουραϊκού.
Η εξέλιξη της μοναστηριακής αμπελοκαλλιέργειας στην περιοχή και το οινοφιλικό προφίλ της Μονής
Αν και σήμερα οι αμπελώνες του Κτήματος Μέγα Σπήλαιο γνωρίζουν εξαιρετικής αποδοχής και ακμαίας παραγωγικής άνθισης, τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι. Τα αμπέλια των μοναχών γνώρισαν πλήθος κακουχιών κυρίως κατά την περίοδο του μεσοπολέμου και έπειτα όταν χρειάστηκε να διακοπεί η εκεί αμπελουργική δραστηριότητα. Ο τόπος χέρσωσε, τα αμπέλια εγκαταλείφθηκαν και τίποτα δεν θύμιζε τις παλιές καλές εποχές της ζωής των μοναχών: τότε που ο τρύγος και το πάτημα των σταφυλιών ήταν μέρος της απλοϊκής καθημερινότητάς τους, ενώ οι ίδιοι ακούραστα μετέφεραν με τα μουλάρια τους το κρασί στο μοναστήρι, αποθηκεύοντάς το στα ξύλινα χειροποίητα βαρέλια τους.
Εκεί, στα έγκατα της Μονής υπήρχαν και δύο μεγάλα βαρέλια, ο «Αγγελής» και ο «Σταμάτης», ονόματα που τους δόθηκαν ως ένδειξη τιμής στους κατασκευαστές τους. Το κάθε ένα από αυτά χωρούσε 12 τόνους κρασί και ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με την παραγωγή οίνου. Δυστυχώς σε μία από τις μεγάλες πυρκαγιές το ένα από τα δύο καταστράφηκε, ενώ το άλλο, o «Σταμάτης», σώζεται μέχρι σήμερα καθώς και μερικά άλλα, ακόμα μικρότερης χωρητικότητας.
Οι γηγενείς ποικιλίες που λένε «ναι» στις αρχές της οργανικής καλλιέργειας
Η αναγέννηση του αμπελιού ξεκινά το 1999, όταν οι αδελφοί Γιάννης και Θεόδωρος Αναστασίου, οραματιστές και ιδιοκτήτες της οινοποιίας Cavino από το γειτονικό Αίγιο, αναλαμβάνουν το Μεγάλο Αμπέλι μέσω μακροχρόνιας μίσθωσης από τη Μονή και το μετατρέπουν στο Κτήμα Μέγα Σπήλαιο.
Με μία ομάδα έμπειρων αμπελουργών και οινολόγων, οι νέοι διαχειριστές προχωρούν στην αναμπέλωση του πεδίου και στην παραγωγή ποιοτικού οίνου, δημιουργώντας ένα ξεχωριστό κτήμα με διεθνή απήχηση μέσα σε μία από τις Προστατευόμενες Περιοχές του Δικτύου Natura 2000 και υψόμετρο 800 μέτρων πάνω από τη θάλασσα. Ο ρόλος του μικροκλίματος στο σημείο που απλώνεται σήμερα το αμπέλι είναι εξαιρετικής σημασίας. Ο φρέσκος και δροσερός αέρας που κατεβαίνει καθημερινά από το βουνό εξασφαλίζει άριστες συνθήκες αποστράγγισης.
Η ποικιλομορφία του εδάφους στην έκταση του οροπεδίου δημιουργεί μια σειρά από μικρά τερουάρ, τα χαρακτηριστικά των οποίων αποτυπώνονται στην κάθε ετικέτα. Η φύση, άλλωστε, του κτήματος υπηρετεί μία τέτοια φιλοσοφία που αποτρέπει τη μαζική παραγωγή, την ίδια στιγμή που μένει προσηλωμένο στις αρχές της οργανικής καλλιέργειας. Εδώ, καλλιεργούνται οι γηγενείς ποικιλίες Μαυροδάφνη, Μαύρο Καλαβρυτινό, Λαγόρθι και Ασύρτικο, καθώς και οι διεθνείς Cabernet Sauvignon και Syrah. Το σχετικά πυκνό φύτεμα με περίπου 400 φυτά ανά στρέμμα οδηγεί σε ανταγωνισμό τα φυτά για ποιοτικότερες αποδόσεις, με αποτέλεσμα να παράγεται περίπου ένα μπουκάλι ανά φυτό.
Στην καλλιέργεια, ωστόσο, συμμετέχουν και άλλοι τρεις κοντινοί αμπελώνες από τους οποίους παράγονται οι λοιπές ετικέτες. Η οινοποίηση γίνεται εν μέρει στο Αίγιο. Μέσα στο κτήμα, πρόσφατα, αποκαταστάθηκαν και τέθηκαν εκ νέου σε λειτουργία τρεις εντυπωσιακές δεξαμενές στο ισόγειο του παλαιού πετρόκτιστου κτιρίου που είχαν φτιάξει οι μοναχοί, πλάι στο εκκλησάκι. Εκτός, όμως από τις δεξαμενές, στον ενδιάμεσο όροφο που δημιουργεί η κατωφέρεια του εδάφους βρίσκονται τα βαρέλια και οι αμφορείς. Στον όροφο, προσβάσιμο από μια μικρή πέτρινη καμάρα, ένα άνοιγμα επιτρέπει την απευθείας θέα στις δεξαμενές, ενώ στην άκρη της αίθουσας υπάρχει ακόμα η κόγχη που κάποτε χρησίμευε σαν εστία για την προετοιμασία του φαγητού. Σήμερα στον ίδιο χώρο, στα δυο μεγάλα μοναστηριακά τραπέζια του, γίνονται οι γευσιγνωσίες.
Ο Στέλιος Τσίρης, οινολόγος με πολυετή πείρα, και η συνεργάτης του, οινολόγος Ευαγγελία Αμανατίδη μαζί με την ομάδα των αμπελουργών και των βοηθών οινολόγων είναι αυτοί που δημιουργούν το κρασί αλλά και αυτοί οι οποίοι μας βοηθούν να το κατανοήσουμε, να το γευτούμε σωστά και όπως τους αξίζει. Οι ετικέτες που μας προτείνουν είναι γύρω στις δεκαεπτά, στο σύνολό τους, κάθε μια εκ των οποίων διαθέτει τη δική της ξεχωριστή ταυτότητα και προσωπικότητα. Όσο για τις εξαγωγές; Αυτές εκτελούνται σε όλη την Ευρώπη με έμφαση κυρίως στη Γερμανία.
info
Aμπελώνας Μέγα Σπήλαιο: Επαρχιακή Οδός Πούντας – Καλαβρύτων, τηλ. 26910 71201