Πρέπει να είναι ο έβδομος χρόνος λειτουργίας του συμπαθητικού Βόλτα στα Πετράλωνα, στον χώρο που παλιά λειτουργούσε το Μονοπώλιο και όπου μαγείρευε η υπέροχη κυρία Αγγελική, και η τρίτη ή τέταρτη επίσκεψή μου εκεί. Για να πω την αλήθεια, δεν θα το είχα σκεφτεί αν δεν ήξερα ότι στην κουζίνα του βρίσκεται αυτόν τον καιρό η Μάρω Διακάτου, μια μαγείρισσα που εκτιμώ και σέβομαι βαθιά, για τη μαγειρική και τις γνώσεις της. Κάπως έτσι αποφάσισα μετά το γραφείο, μόνη, να κατηφορίσω προς την Ιπποθοντιδών.

Ο χώρος δεν έχει αλλάξει, οι μεγάλες τζαμαρίες που βλέπουν στον δρόμο, το δάπεδο από τσιμεντοκονία στο χρώμα της ώχρας, ο κόκκινος τοίχος, τα τραπέζια καλυμμένα με πουαντιγιέ μουσαμάδες, η χειρόγραφη συνταγή της Κυβέλης σε ένα πανό παραμένουν στη θέση τους και συμπληρώνουν την εικόνα. Μια νέας γενιάς ταβέρνα, με κολονάτα ποτήρια κρασιού, χαριτωμένα σερβίτσια, όσο πιο απλή γίνεται, ένα φιλικό, καθημερινό μαγαζί δηλαδή που θα μπορούσε να γίνει στέκι. Στο σέρβις ο ένας εκ των ιδιοκτητών, ο Ξενοφώντας, στην κουζίνα η συνιδιοκτήτρια και σύντροφός του Ελισάβετ.


Η παραγγελία μου ξεκίνησε από το κρασί, με στόχο την ολιγόλεπτη χαλάρωση μετά τις πολλές ώρες στο γραφείο. Ένα Chardonnay – Ασύρτικο από το Κτήμα Μουσών σε ασκό και σε εξαιρετική τιμή για house wine έγινε η αιτία για το πρώτο μου χαμόγελο της ημέρας. Περνώντας στο μενού τώρα, να δηλώσω εξαρχής ότι όσα παρήγγειλα σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν ποσότητες για έναν άνθρωπο, όμως καθώς είχα «το μέσον» ζήτησα μικρότερες ποσότητες, για να δοκιμάσω περισσότερα και να μπορέσω να γράψω για αυτά.

Το πρώτο πιάτο, μια κρέμα κοπανιστής με ψιλοκομμένο χουρμά και ροζ πιπέρι που συνοδεύεται από φρυγανισμένο ψωμί, θα μπορούσε να είναι η ιδανική αρχή, αν δεν ήταν τόσο ήπιο το τυρί, χωρίς την πικάντικη ένταση που περίμενα από μια Κοπανιστή Κυκλάδων ΠΟΠ. Όμως, όπως μου εξήγησε η Μάρω, οι πελάτες αντιδρούσαν στην έντασή της και αναγκάστηκε να τη χαμηλώσει. Θα μπορούσα να πω εδώ να μην την παραγγέλνουν ή να ζητούν Κατίκι και όχι Κοπανιστή οι αγαπητοί πελάτες, αλλά προφανώς περί ορέξεως δεν μου πέφτει λόγος.


Η δεύτερη άφιξη, το πιάτο ημέρας, μου θύμισε γιατί αγαπώ την κουζίνα της κυρίας Διακάτου. Κρητικός ξινόχοντρος με λάχανο και λίγη πιπεριά, συνοδευμένος από κόκαλο ψητό με το μεδούλι του. Σε ένα κουταλάκι στο πιάτο, μπόλικο μπούκοβο, γιατί και πάλι το κάψιμο δεν είναι κάτι που συνηθίζουν οι Έλληνες. Ψέμα μεγάλο θα πω εγώ, οι Αθηναίοι νέας γενιάς δεν το αγαπούν, γιατί στον Βορρά και στα Ιόνια το λατρεύουν, αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Το τραγανό και ζουμερό, ελαφροκαπνισμένο λάχανο με τα αρώματα της πιπεριάς και τη γαλατένια οξύτητα του ξινόχοντρου ταίριαξαν μοναδικά με τη γήινη, ζωική, γεμάτη γεύση από το μεδούλι.


Το μοσχαρίσιο συκώτι με το ξινόμηλο ήρθε άψογα τηγανισμένο, το κουνουπίδι με τον καβουρμά είχε ωραίο spicy χαρακτήρα, με τον καβουρμά να «τραβάει» κρασί. Αλλά εκείνο που ξεχώρισα, μαζί με το ημέρας, ήταν η «αρμένικη μπολονέζ». Ένα λεκτικό παιχνίδι της Μάρως, αφού μαζί με τον κιμά μπλέκεται και ένα πικάντικο αρμένικο λουκάνικο, που αλλάζει απόλυτα τον -ας πούμε- κοινότοπο χαρακτήρα του πιάτου. Το δείπνο έκλεισε με το «τραχανότο» μανιταριών της Ελισάβετ, ένα πιάτο σαν χάδι, χορταστικό και θεραπευτικό. Εν κατακλείδι, προσωπικά, όπου κι αν μαγειρεύει η κυρία Διακάτου, θα την ακολουθώ, οπότε και η βόλτα μου στη Βόλτα άξιζε τη διαδρομή και η επιλογή.

info
Ιπποθοντιδών 10, Κάτω Πετράλων, τηλ. 210 3459172, Τιμές: 20 ευρώ/άτομο

Το άρθρο της εβδομάδας