Μια Ελληνίδα παραδίδει μαθήματα μαγειρικής στην Ισπανία και μαθαίνει στους Ίβηρες τι είναι το τζατζίκι.
Ανήκει στη γενιά της κρίσης. Είναι όμορφη, πρόσχαρη και δραστήρια. Έφυγε από την Ελλάδα γιατί δεν ήθελε να εγκλωβιστεί. Βέβαια την βοήθησε και ο «έρωτας» που χτύπησε την πόρτα της και ξαφνικά βρέθηκε στη Μαδρίτη και στο τηλεοπτικό κανάλι Canal Cocina να μαγειρεύει μουσακάδες, γεμιστά, τζατζίκι και άλλα ελληνικά φαγητά. Τη Μαρία Ζαννιά τη γνώρισα τυχαία μέσω Youtube όταν μια μέρα χάζευα συνταγές και είδα το σποτάκι για την εκπομπή της. Αμέσως την έψαξα στα δίκτια κοινωνικής δικτύωσης και δώσαμε ραντεβού στο επόμενο μου ταξίδι στη Μαδρίτη.
Ήταν αρχές Ιουνίου και το καλοκαίρι στην ισπανική πρωτεύουσα δεν είχε μπει. Συναντηθήκαμε στην Chueca, η Μαρία ήθελα να επισκεφτούμε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες αυλές της πόλης. Φτάσαμε σχεδόν ταυτόχρονα «Βλέπω ότι παρόλο που είσαι Έλληνας, είσαι συνεπής στα ραντεβού σου» μου λέει χαμογελώντας και εγώ δεν της αποκαλύπτω ότι έτρεχα στο δρόμο για να μην αργήσω. Προχωράμε γιατί το πάει για βροχή και στο δρόμο μιλάμε για την κατάσταση στην Ελλάδα. Μου λέει ότι της λείπει πολύ και ότι δεν βλέπει την ώρα που θα επιστρέψει για διακοπές. Παρόλ’ αυτά δεν βρίσκει το λόγο να γυρίσει πίσω: “Εδώ είμαι μια χαρά. Αλλά διακοπές πάντα στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει καλύτερο μέρος», μου λέει φτάνοντας στο μαγαζί. «Ξέρω ότι θα σου αρέσει. Το είδα σε κάτι φωτογραφίες στο Instagram και ήθελα να το επισκεφτώ και από κοντά. Είναι μια οικολογική-βιολογική αγορά που έχει και εστιατόριο». Είχε δίκιο. Ήταν μια ωραία κλειστή αυλή με λίγα τραπέζια στο κέντρο της και γύρω γύρω μικροί πάγκοι που πουλούσαν από ψωμί και γλυκά μέχρι λαχανικά, κρέας και βιολογικά προϊόντα.
Εν αρχή ήταν ο έρωτας
Τη ρωτάω πως και έφτασε να μένει στη Μαδρίτη, ενώ βολευόμαστε σε ένα από τα τραπέζια για να πάρουμε πρωινό. «Έμενε ο αδερφός μου εδώ και ερχόμουν συχνά. Ερωτεύτηκα αυτή την πόλη και τους ανθρώπους της». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Η Μαρία σπούδασε Στατιστική στην ΑΣΟΕΕ και στη συνέχεια δούλευε για χρόνια σε τράπεζα αλλά ένιωθε κάπως εγκλωβισμένη. Πάντα ήθελε να φύγει από την Αθήνα. Νόμιζε ότι δεν ζούσε, απλά δούλευε.
Μετά ήρθε η κρίση. Οι τράπεζες πέρασαν την πιο δύσκολη εποχή τους -ακόμα την περνούν- «πολλές ώρες δουλειά, πολλή ένταση, νεύρα. Δεν άξιζε τον κόπο» θα μου πει. Ξαφνικά ένα καλοκαίρι γνωρίζει έναν φίλο του αδερφού της. Ισπανός που ταξίδεψε με τη μηχανή του από την Ιβηρική μέχρι την Ελλάδα. «Ο έρωτας μου χτύπησε την πόρτα στο ίδιο μου το σπίτι», θα μου πει χαρακτηριστικά και από εκεί ξεκίνησαν όλα. Πέρασαν δυο χρόνια περίπου μέχρι να πάρει την απόφαση να τα αφήσει όλα και να πάει στη Μαδρίτη. «Ήταν μια μελετημένη απόφαση. Δεν άντεχα άλλο την πίεση, αλλά ούτε και την απόσταση».
Από την τράπεζα στο Canal Cocina
Έτσι, τον Μάιο του 2013 η Μαρία βρίσκεται να ψάχνει δουλειά. Πέρασε αρκετές συνεντεύξεις (14 στον αριθμό) για να καταλήξει να δουλέψει εκεί που ήθελε. Στην τράπεζα Santander. «Το έβαλα στόχο και τα κατάφερα. Ήθελα να αποδείξω στον εαυτό μου ότι μπορεί να μπει σε αυτή τη μεγάλη τράπεζα». Όμως πάλι δεν ήταν αυτό που ήθελε. Έμεινε έξι μήνες εκεί μέχρι που αποφασίζει να ασχοληθεί με την Naturopatia (μια εναλλακτική ιατρική που βασίζεται στον τρόπο ζωής, στη διατροφή και την ευεξία) και γράφεται σε μια σχολή. Εκεί μεταξύ αστείου και σοβαρού δέχεται μια πρόταση να κάνει κάποια σεμινάρια ελληνικής κουζίνας. «Και κάπως έτσι άρχισαν όλα. Χωρίς να το καταλάβω καλά-καλά. Από στόμα σε στόμα διαδόθηκε και βρέθηκα να μαγειρεύω και να παραδίδω μαθήματα ελληνικής κουζίνας. Μέχρι τότε το έκανα μόνο για φίλους. Δεν το είχα σκεφτεί καθόλου να το δω πιο σοβαρά». Μετά από πιέσεις φίλων της η Μαρία φτιάχνει μια σελίδα στο Facebook και το ταξίδι της στο χώρο της γαστρονομίας ξεκινά. «Ώσπου μια μέρα χτυπάει το τηλέφωνο. Ήταν από το Canal Cocina. Είχαν δει τη σελίδα μου στο Facebook και ήθελαν να περάσω από ένα δοκιμαστικό για μια σειρά από εκπομπές αφιερωμένη στην ελληνική κουζίνα. Στην αρχή παραξενεύτηκα, αλλά δεν είχα τίποτα να χάσω και είπα να το δοκιμάσω. Ετοίμασα δύο συνταγές και πήγα». Παρά το άγχος της όλα πήγαν καλά και μετά από τέσσερις μέρες δέχθηκε ένα νέο τηλεφώνημα για να της πουν αυτή την φορά ότι ξεκινάει. «Έπρεπε μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα να ετοιμάσω 44 συνταγές και να τις στείλω». Τα γυρίσματα εξαντλητικά, κράτησαν μια βδομάδα, αλλά η Μαρία το διασκέδασε. «Ήταν μια καινούρια εμπειρία που μου άρεσε πολύ αν και με δυσκόλεψε. Μέσα από τις 22 εκπομπές που ετοιμάσαμε ο τηλεθεατής κάνει ένα όμορφο ταξίδι στην ελληνική κουζίνα με συνταγές απλές και γρήγορες.»
Το μέλλον βρίσκει τη Μαρία να ετοιμάζει ένα βιβλίο με συνταγές, να κάνει σεμινάρια σε διάφορες περιοχές της Μαδρίτης και φυσικά με την ελπίδα ότι θα υπάρξει και δεύτερος κύκλος εκπομπών. «Θέλω να δείξω ότι η κουζίνα μας είναι μια από τις καλύτερες του κόσμου. Απλή και νόστιμη». Η ώρα με τη Μαρία περνάει ευχάριστα και κουβέντα πάνω στην κουβέντα μας πιάνει η πείνα. «Αυτή τη φορά θα σε πάω εγώ κάπου» της λέω και φεύγουμε για ελληνικό σουβλάκι στη Μαδρίτη!