Το Sani Gourmet πραγματοποιείται φέτος από τις 10 έως τις 14 Μαΐου με 8 κορυφαίους σεφ από όλο τον κόσμο να παρουσιάζουν μενού πολλών αστεριών Michelin στο Sani Resort.
Το πρόγραμμα των δείπνων έχει ως εξής:
Thomas Bühner, 3 αστέρια Michelin (Γερμανία) – Water Restaurant / 10, 11 & 12 Μαΐου
Ανάμεσα στους μόλις 10 Γερμανούς σεφ που μετρούν 3 αστέρια Michelin, o Thomas Bühner δεν βρίσκεται απλά στην κορυφή της γαστρονομικής σκηνής στη Γερμανία εδώ και 20 χρόνια, είναι ένας από τους βασικούς δημιουργούς της. Ξεκίνησε την καριέρα του στο Schweizer Haus και συνέχισε σε εστιατόρια όπως το Schwarzwaldtube, αποκτώντας πολύτιμη εμπειρία στο πλάι δύο πραγματικών μύθων της γαστρονομίας, του Günter Scherrer και του Harald Wohlfahrt. Το πρώτο αστέρι Michelin ήρθε το 1996, μετά από 5 χρόνια δουλειάς στην κουζίνα του εστιατορίου La Table στο Dortmund. Ο σεφ δεν επαναπαύτηκε στις δάφνες του αλλά συνέχισε με επιμονή την αναζήτηση της τελειότητας, αποκτώντας το δεύτερο του αστέρι το 1998 και το τρίτο το 2012. Οι διακρίσεις του δεν σταματούν εκεί. Τα ευφυή, κομψά του πιάτα φέρνουν στο προσκήνιο με πλήρες σέβας τα ίδια τα υλικά τους και είναι επίσης υπεύθυνα για τον τίτλο του Grand Chef που του απονεμήθηκε από το Relais & Châteaux και την αποδοχή του στα Les Grandes Tables du Monde, το 2009 και 2010 αντίστοιχα. Στο ατέρμονο κυνήγι της εντέλειας, η φιλοσοφία αυτού του σεφ βρήκε το πιο πρόσφατό της σπίτι στο βραβευμένο εστιατόριο La Vie του Osnabruck.
Fredrik Berselius, 2 αστέρια Michelin (ΗΠΑ) – Fresco Restaurant / 10, 11 και 12 Μαΐου
Ένας πραγματικός σταρ του εδώ και του τώρα της foodie σκηνής, ο γεννημένος στη Σουηδία Αμερικανός Fredrik Berselius έχει αδράξει κάθε ευκαιρία να αποδείξει πόσο μπορεί να κάνει. Αυτός ο εκπρόσωπος της trendy μαγειρικής ύφους New Nordic είναι σεφ και ιδιοκτήτης του Aska, ενός μικρού εστιατορίου δίπλα στη γέφυρα Williamsburg, που διαθέτει μόλις 10 από τα πιο πολυπόθητα τραπέζια σε όλη την Νέα Υόρκη. Μέρος της εμπειρίας του δείπνου που κάνει το Aska (που σημαίνει στάχτη στα Σουηδικά) να ξεχωρίζει είναι πως οι σεφ σερβίρουν αυτοπροσώπως τα πιάτα, τα εξηγούν, απαντούν σε ερωτήσεις και απολαμβάνουν τις αντιδράσεις του κοινού. «Ο πιο σικάτος σεφ της Νέας Υόρκης» είναι γεμάτος ενέργεια, επιμονή και φιλοδοξίες. Τόσο που έκλεισε το προηγούμενο εστιατόριο του παρ’ όλη την επιτυχία του, «για να μη μείνει στάσιμος και για να συνεχίσει να βάζει προκλήσεις στον εαυτό του», όπως εξήγησε στους New York Times. Μπορεί να έχει καλή σχέση με το ρίσκο, είναι όμως οι γερές του βάσεις που τον έχουν βοηθήσει να ανέβει στην κορυφή. Απέκτησε ενδιαφέρον για τη μαγειρική από την παιδική του ηλικία και έχει δουλέψει σε διακεκριμένα εστιατόρια όπως τα Aquavit, Per Se και Corton. Η έκρηξη της Νέας Σκανδιναβικής Κουζίνας βρήκε τον Fredrik να αφήνει το Corton για να ανοίξει το δικό του εστιατόριο. Αυτό το ύφος μαγειρικής διαφοροποιείται από τα στεγανά της γαλλικής κουζίνας, με τους σεφ να χρησιμοποιούν τις τεχνικές, το πάθος και τη δημιουργικότητά τους για να εξερευνήσουν υλικά από τη Σκανδιναβία, δημιουργώντας μια ολοκαίνουργια μαγειρική παράδοση.
Simon Rogan, 2 αστέρια Michelin (Ηνωμένο Βασίλειο) – Byblos / 10, 11 & 12 Μαΐου
Θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε τον σεφ και εστιάτορα Simon Rogan με σκηνοθέτη που, με βάση του την πανέμορφη περιοχή Lake District της Αγγλίας, ρίχνει με δεξιοτεχνία τους προβολείς στους πρωταγωνιστές του -τα καλύτερης ποιότητας υλικά. O Rogan άνοιξε το φημισμένο L’Enclume το 2002. Σύντομα έλαβε το πρώτο του αστέρι Michelin, όπως και ένα ακόμη το 2013. Στο πλαίσιο αναζήτησης τρόπων να έρθει ακόμα πιο κοντά στη μεγαλύτερη έμπνευσή του, τη φύση, ξεκίνησε δικό του αγρόκτημα, με το οποίο προμηθεύει το εστιατόριο με φρέσκα εποχιακά προϊόντα. Η επιτυχία της φάρμας ολοένα και μεγαλώνει εδώ και μία δεκαετία, όπως και όλων των εστιατορίου του πολυμήχανου σεφ. Τo L’Enclume παραμένει η ναυαρχίδα του, σε συνδυασμό με το Aulis L’Enclume, ένα νέο χώρο που προστέθηκε πριν 10 χρόνια για σκοπούς έρευνας και ανάπτυξης νέων γεύσεων, τις οποίες και σερβίρει στο κοινό. Δεν θα μπορούσαμε όμως να παραλείψουμε το Rogan & Co, το Roganic, το Aulis London. O σεφ ηγείται επτά στο σύνολό τους υπερεπιτυχημένα εστιατόρια, δύο από τα οποία έχουν κερδίσει από ένα ακόμη αστέρι Michelin, όπως και την έγκριση κριτικών και κοινού. Στα πιάτα του χρησιμοποιεί εξαιρετικής ποιότητας λαχανικά, βότανα, λουλούδια και φρούτα, δημιουργώντας γεύσεις μελετημένες και γεμάτες φρεσκάδα, χωρίς υπερβολές και περιττή πολυπλοκότητα, που επικεντρώνουν στην ουσία της γαστρονομικής ευχαρίστησης. Η ευαισθησία του σεφ φαίνεται και στο σύνολο των μενού του, τα οποία είναι γεμάτα άποψη και διαθέτουν μοναδική ροή και ισορροπία.
Rafa Costa e Silva, 1 αστέρι Michelin (Βραζιλία) – Katsu / 10, 11 & 12 Μαΐου
Αυτός ο δυναμικός Βραζιλιάνος σεφ έχει μαθητεύσει δίπλα στους καλύτερους και συνεχίζει να απολαμβάνει της εκτίμησης απαιτητικών κριτικών και κοινού. Ο Rafa Costa e Silva άνοιξε το εστιατόριο Lasai στο Rio de Janeiro το 2011. Από το αστέρι Michelin του μέχρι το βραβείο Prix au Chef de l’Avenir της Διεθνούς Ακαδημίας Γαστρονομίας και από μια πολύ καλή θέση στα 50 Καλύτερα Εστιατόρια της Λατινικής Αμερικής στο «Εστιατόριο της Χρονιάς» από το Revista Época, η αφρόκρεμα της γαστρονομίας δεν χορταίνει να αποθεώνει τις γευστικές δημιουργίες του. Το 2003, ο σεφ Rafa Costa e Silva άφησε μια πολλά υποσχόμενη τραπεζική καριέρα για να κυνηγήσει το αληθινό του πάθος, τη μαγειρική, ξεκινώντας σπουδές στο Culinary Institute of America της Νέας Υόρκης. Αμέσως μετά την αποφοίτησή του έπιασε δουλειά σε κορυφαία εστιατόρια όπως το Jean Georges και το René Pujol. Σε αναζήτηση της γευστικής τελειότητας, ταξίδεψε μέχρι την Ισπανία και το Mugaritz, το εστιατόριο του Luis Aduriz που διαθέτει δύο αστέρια Michelin. Ξεκίνησε να δουλεύει χωρίς αμοιβή ως μαθητευόμενος stagier το 2007, αλλά κατάφερε να σκαρφαλώσει μέχρι τη θέση του Executive Chef του Mugaritz, την οποία κατέκτησε το 2011. Έπειτα, ο Rafa Costa e Silva αποφάσισε να επιστρέψει στη γενέτειρά του, με όνειρο να ανοίξει δικό του εστιατόριο. Το Lasai στέφθηκε με επιτυχία χάρη σε πιάτα τοπικά, απλά αλλά συγχρόνως πλούσια. Λέει πως μεγαλύτερή του έμπνευση είναι ο κήπος του εστιατορίου του αλλά δεν χάνει την ευκαιρία να σημειώσει πόσο καθοριστική ήταν και η εμπειρία του στο Mugaritz.
Stephanie Le Quellec, 2 αστέρια Michelin (Γαλλία) – Fresco / 13 & 14 Μαΐου
Έχοντας πρόσφατα λάβει το δεύτερο της αστέρι Michelin, η Stephanie Le Quellec εκπροσωπεί απόλυτα το σημερινό πνεύμα της γαλλικής γαστρονομίας. Έχτισε τη μαγειρική της ταυτότητα υπό την επίβλεψη των θρυλικών σεφ Philippe Legendre (εστιατόριο George V) και Philippe Jourdin (Terra Blance), και σήμερα τα πιάτα της συνδιαλέγονται με τη γαλλική παράδοση, τη χάρη και το πάθος. Εκλεπτυσμένη αλλά ανεπιτήδευτη, η Stephanie La Quellec είναι η νικήτρια του γαλλικού Top Chef 2011 αλλά και κάτοχος δύο αστεριών Michelin, το 2014 και το 2018, για το περίφημο παριζιάνικο La Scène που βρίσκεται στο ξενοδοχείο Prince de Galles. Υπό τη διεύθυνσή της είναι επίσης το μπαρ Les Heures και το εστιατόριο Patio, στο ίδιο κτίριο. Θαμώνες και κριτικοί επικροτούν τη γαστρονομική αναγέννηση του Prince de Galles, δίνοντας τα εύσημα στη Stephanie και την ομάδα της. Αν και επικεντρώνεται κυρίως στη γευστική παράδοση του γαλλικού νότου, αυτό που ορίζει το φαγητό της Stephanie περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι η γενναιοδωρία της γεύσης, η ικανότητά της να επιλέγει υλικά υψηλότατης ποιότητας, αλλά και μια προσβασιμότητα που πηγάζει από την πειθαρχία και την αυτοπεποίθησή της. Περιγράφει το φαγητό της ως «αποτελεσματικό, εποχιακό και διασκεδαστικό», εξηγώντας ότι είναι σημαντικό για κάθε σεφ να αναγνωρίζει τη στιγμή που πρέπει να κάνει ένα βήμα πίσω και να αφήσει τα υλικά να «αναπνεύσουν». Τα δύο αστέρια Michelin της Stephanie επισφραγίζουν το αποτέλεσμα.
Manjunath Mural, 1 αστέρι Michelin (Σιγκαπούρη) – Byblos / 13 & 14 Μαΐου
Ως ο πρώτος σεφ στην Ιστορία που κατέκτησε αστέρι Michelin στη νοτιοανατολική Ασία για την ινδική κουζίνα του, ο Manjunath Mural γνωρίζει καλά την υψηλή γαστρονομία. Η καριέρα του ξεκινά το 1993 στην πόλη Bangalore, όπου σπούδασε ξενοδοχειακά με εξειδίκευση στην παραγωγή φαγητού στο IHMCTAN. Συσσωρεύοντας με ενθουσιασμό γνώσεις, εμπειρία και τεχνικές, ο Manjunath έθεσε σαν στόχο του γαστριμαργική τελειότητα. Έπειτα από δεκαετίες σκληρής δουλειάς, κέρδισε χρυσό μετάλλιο στο Singapore Gourmet Hunt το 2007 ενώ δύο χρόνια μετά, ο Manjunath έγινε ακόμα γνωστότερος στο ευρύ κοινό μέσα από τη συμμετοχή του και την κατάκτηση της δεύτερης θέσης στον μαγειρικό διαγωνισμό του Channel News Asia. Έχει επίσης συνδράμει στο ονομαστό βιβλίο συνταγών Khana Khazana: Celebration of Indian Cookery του Sanjeev Kapoor. Έχει λάβει ένα αστέρι Michelin για το εστιατόριο The Song of India επί τρία συνεχόμενα έτη –2016, 2017 και 2018– για τη μαγειρική του, που αποτελείται από αυθεντικά ινδικά πιάτα που έχει ανανεώσει και τελειοποιήσει, κάνοντάς τα προσβάσιμα όσο και νόστιμα. Ο Manjunath Mural είναι εκφραστής της επιτομής της σύγχρονης ινδικής κουζίνας.
Tagaki Kazuo, 2 αστέρια Michelin (Ιαπωνία) – Katsu / 13 & 14 Μαΐου
Θεωρείται η απόλυτη έκφραση της ιαπωνικής κουζίνας και έχει το όνομα «Kyo-ryori». Πρόκειται για μια μαγειρική παράδοση τουλάχιστον 700 ετών που προέρχεται από τα μαγειρεία του Αυτοκράτορα της Ιαπωνίας. Σήμερα, ο σεφ Tagaki Kazuo χαίρει μεγάλου σεβασμού και αναγνώρισης ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους αυτού του μαγειρικού ύφους. Ακολουθώντας ξεχωριστές, παραδοσιακές τεχνικές που επιτρέπουν στα πιάτα να αφηγηθούν ιστορίες και να απεικονίσουν την εναλλαγή των εποχών, το Kyo-ryori πήρε το όνομά του από το Κιότο. Ο Tagaki Kazuo έχει κάνει αποστολή του τη συνέχιση της μακράς ιστορίας αυτής της κουζίνας και η προσπάθεια αυτή του έχει ήδη εξασφαλίσει δύο αστέρια Michelin μέχρι σήμερα για το Tagaki, που βρίσκεται στην Ashiya της Ιαπωνίας. Συνδυάζοντας δεξιοτεχνία, ακρίβεια και αρμονία στα πιάτα του, έχει βάλει προσωπικό του στόχο όχι απλά να διασώσει την εκλεπτυσμένη παράδοση του Κιότο αλλά και να τη συστήσει σε ολόκληρο τον κόσμο. Σε πρώτο πλάνο βρίσκονται προετοιμασία και τεχνική αρτιότητα, με περίτεχνες, χρωματιστές γευστικές δημιουργίες που έχουν στόχο να μιλούν σε όλες τις αισθήσεις, από την όψη τους που θυμίζει πολύτιμα πετρώματα μέχρι τις υφές και τα αρώματα που κρύβουν. Το εστιατόριο Tagaki έχει δύο αστέρια Michelin από το 2010, ενώ ο ιδιοκτήτης και διαχειριστής του, Tagaki Kazuo είναι επίσης consultant chef του ξενοδοχείου Shangri-La της Ταϊπέι και του ιαπωνικού μενού της αλυσίδας Intercontinental.
Greg Malouf, 2 αστέρια Michelin (Αυστραλία) – Water Restaurant / 13 & 14 Μαΐου
Μπορεί να είναι γνωστός ως η μεγαλύτερη αυθεντία της κουζίνας της Μέσης Ανατολής, αλλά οι μαγειρικές εξερευνήσεις του Greg Malouf τον πάνε ακόμα παραπέρα. Γεννήθηκε στη Μελβούρνη, έχει Λιβανέζους γονείς και εκπαιδεύτηκε στη Γαλλία, την Ιταλία, την Αυστρία και το Χονγκ Κονγκ, ταξιδεύοντας ανά την υφήλιο σε αναζήτηση συνταγών, τεχνικών και έμπνευσης. Η καριέρα του τον έχει πάρει από τη θέση του Executive Chef του MoMo στη Μελβούρνη, στο Zahira του H Hotel στο Ντουμπάι, το Petersham Nurseries Café του Λονδίνου (το οποίο επανάκτησε το δεύτερο αστέρι Michelin του χάρη στον Malouf) και στον Λίβανο, όπου βραβεύτηκε εις αναγνώριση της συνεισφοράς του στη λιβανέζικη μαγειρική κουλτούρα. Επειδή στρέφει τα βλέμματα των απανταχού foodies σε μια περιοχή που συχνά παραμελούν οι γαστρονομικοί κύκλοι, η θρυλική εστιάτορας Alla Wolf-Tasker έχει αποκαλέσει τον Greg Malouf «πρωτεργάτη της μεσανατολικής μαγειρικής στην Αυστραλία». Εισάγοντας δυτικές τεχνικές παρασκευής και προετοιμασίας του φαγητού, ο Malouf έχει ουσιαστικά επανεφεύρει παραδοσιακά πιάτα, αποθεώνοντας την «νέα κουζίνα της Μέσης Ανατολής» και συστήνοντάς την σε όλο τον πλανήτη.