Μπορούν ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης να κάνουν νοστιμότερο το φαγητό μας;
Η γλώσσα και ο ουρανίσκος βρίσκονται μέσα στο κεφάλι μας, σε μεγάλη εγγύτητα με τον νου μας. Τη γεύση του φαγητού τη συλλαμβάνουμε με τις αισθήσεις, ενώ την ιδέα του με τον νου. Ο παππούς Πλάτωνας μας έμαθε να ξεχωρίζουμε την αίσθηση από τη νόηση. Τα αισθητά έχουν να κάνουν με τη ρευστή υποκειμενική εμπειρία και τις ευμετάβλητες ποιότητες, ενώ οι ιδέες είναι ένα άλλο, διαφορετικό σύμπαν, με σταθερές, υψηλές ποιότητες. Ομως τα αισθητά μετέχουν στις ιδέες και παίρνουν το όνομά τους από αυτές, όπως διαπιστώνει μια γενεά αργότερα ένας σπουδαίος μαθητής του Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης. Αν φέρουμε στο τραπέζι μας, με την ελευθεριότητα του ανάλαφρου καλοκαιρινού αγέρα, την κεντρική ιδέα της σκέψης του Πλάτωνα, θα μπορούσαμε να σκεφτούμε ότι οι ιδέες δίνουν περιεχόμενο και ιδεολογία στις αισθήσεις, τις οποίες έχουμε τεταμένες όταν καθόμαστε γύρω από το τραπέζι. Εμπλουτίζουν τη λειτουργία της τροφής και εκτός από τη γεύση, την όραση, την ακοή, την αφή, τρέφουν και ευφραίνουν τη νόηση.
Μέσα στο πιάτο που ταξιδεύει μέχρι το τραπέζι μας για να το γευτούμε συναντώνται οι δύο διαφορετικοί κόσμοι των αισθητών και των ιδεών. Στη χύτρα που πριν κόχλαζε πάνω στη φωτιά συνέβη η αλχημεία των υλικών, το μαγείρεμα της γεύσης και μετά, η παρουσίαση της εικόνας της, στο σερβίρισμα, στο κέντρο της συντροφιάς που κάθεται γύρω-γύρω έτοιμη και καλοδιάθετη να επικοινωνήσει με την τροφή κατά μόνας ή και μεταξύ της μέσω του φαγητού. Με την πρώτη πιρουνιά ή κουταλιά η γλώσσα και ο ουρανίσκος πλημμυρίζουν από την ευχάριστη γεύση και ο νους από θετικές ιδέες που ανακαλεί από τη λήθη το φαγητό. Αυτή η αλληλεπίδραση γεύσης και ιδεολογίας κάνει το φαγητό νοστιμότερο.
Το νόστιμο κλείνει μέσα του τον νόστο, τη νοσταλγία της μικρής πατρίδας ή, αλλιώς, μια ταυτότητα, απαραίτητη στον καθένα μας για να κυκλοφορήσουμε ελεύθεροι στον κόσμο χωρίς να χανόμαστε σε αφιλόξενα μονοπάτια. Η γεύση του φαγητού στη γλώσσα και στον ουρανίσκο παίρνει άπειρες μορφές, διαφορετικές από γωνιά σε γωνιά της Γης. Τίποτε, όμως, δεν είναι στον νου όλων των ανθρώπων τόσο συνεκτικό, τόσο παραστατικό και τόσο κατανοητό όσο η ιδέα του φαγητού. Και τίποτε δεν ολοκληρώνει και εξανθρωπίζει τις κοινότητες τόσο αποτελεσματικά και ευχάριστα όσο τα τραπέζια της χαράς και της λύπης, ιδιαιτέρως στις όχθες της μεγάλης θάλασσας των πολιτισμών, της Μεσογείου, όπου το φαγητό δεν είναι απλώς τροφή ή ευχαρίστηση, αλλά κοινωνική συναναστροφή και πολιτισμός.
Το φαγητό είναι η γεύση της ζωής, μία από τις βασικές ουσίες της δικής μας ευδαιμονίας. Ισως το φυσικό και το πολιτισμικό τοπίο της Μεσογείου ήταν το πιο ταιριαστό σκηνικό για να καλλιεργηθεί από τον Αριστοτέλη και να ανθήσει μέσα στον εξαίσιο νου του η ιδέα της ευδαιμονίας. «Φαίνεται, λοιπόν, ότι το να ζούμε -με τη πλήρη σημασία του όρου- συνίσταται στο να αισθανόμαστε και να σκεφτόμαστε· και το να ζούμε είναι από εκείνα τα πράγματα που είναι καθαυτά και ευχάριστα (…)», λέει στα «Ηθικά Νικομάχεια». Αυτά μας κρατούν σε δημιουργική ισορροπία μεταξύ των αισθητών, των υλικών και των νοητών, των πνευματικών, για να μην ξεστρατίσουμε από τον αγαθό δρόμο. Μας έπεισαν ότι η ευτυχία είναι αυτάρκεια και το αγαθό κρύβει μέσα του την ομορφιά, την ηδονή και τη χρησιμότητα, τα οποία εμπνέει και εμπλουτίζει η ψυχή τους, η ιδεολογία τους.
Καλή, διανοητική, μας όρεξη!
Ο Νίκος Γ. Μαστροπαύλος είναι δημοσιογράφος, πολιτισμολόγος και δημιουργός του ιστότοπου για τον πολιτισμό των καθημερινών απολαύσεων eudemonia.gr