Ο τίτλος είναι παραπλανητικός, αφού η φράση-σύνθημα των Βολιωτών είναι «πάμε για ένα;», αλλά, στ’ αλήθεια, ποιος μένει στο ένα τσίπουρο όταν καθίσει στην καρέκλα και έρθουν οι πρώτοι μεζέδες;
Στην παλιά Ελλάδα των αρχών του 20ού αιώνα, όμως, η μια δαχτυλήθρα (σφηνάκι) τσίπουρο, συνήθως στο πόδι σε έναν πάγκο ή στο τεζάκι του καφενείου, και στο σχόλασμα από τη δουλειά για μεσημέρι, ήταν απαραίτητη, μια στάση αποσυμπίεσης πριν από την επιστροφή στο σπίτι και το οικογενειακό τραπέζι, ένα προνόμιο καθαρά ανδρικό.
Το συνοδευτικό δεν ήταν απαραίτητο κι όπου υπήρχε ήταν το σχεδόν τίποτε, μια ελιά, μια πιπεριά, ένα κρεμμύδι. Όταν όμως έφτασαν στον Βόλο οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, έφεραν μαζί τους τον πολιτισμό του μεζέ, έμαθαν στους ντόπιους την αξία του νόστιμου κεράσματος, του θαλασσινού που ταιριάζει όσο τίποτε με τον γλυκάνισο του ούζου.
Τα πρώτα ουζάδικα –ο όρος «τσιπουράδικο» είναι μεταγενέστερος– στήθηκαν σε καφενεία και μπακαλοταβέρνες, με μια μικρή ψησταριά, με το ψαράκι ή το θαλασσινό που έφερναν μαζί τους οι ψαράδες των επαγγελματικών καϊκιών, με μια αντσούγια, με ένα κομματάκι τυρί. Δημιούργημα της λαϊκής τάξης, γι’ αυτό και θεσμός δημοκρατικός, με τιμές ίδιες παντού, σαν να ισχύει διατίμηση, το ουζερί γεννήθηκε στον Συνοικισμό, όπως τους έλεγαν τότε, των προσφύγων, τη σημερινή Νέα Ιωνία, με τα στενά δρομάκια και τα χαμηλά σπίτια.
Στο πέρασμα των χρόνων το ούζο αντικαταστάθηκε από το τσίπουρο και τα μαγαζιά έγιναν τσιπουράδικα, κατηφόρισαν στην παραλία και μπήκαν στα στενά του κέντρου της πόλης. Και μαζί με τον ερχομό του τσίπουρου άλλαξαν και οι μεζέδες, έγιναν περισσότεροι, πιο πλούσιοι, πιο ευρηματικοί. Στο μεγαλύτερο ποσοστό τους θαλασσινοί, με πολλά ωμά, οστρακοειδή και φρεσκομαριναρισμένα ψαράκια, με πολύ τηγάνι και κάρβουνο. Οι αστοί διάβηκαν τις πόρτες τους και υιοθέτησαν χωρίς δυσκολία τη «λαϊκή» μεσημεριανή συνήθεια.
Το Πανεπιστήμιο, που ήρθε στην πόλη το 1984, έφερε τη δική του επανάσταση στην τσιπουροποσία, επέβαλε με κάποιον τρόπο το τσίπουρο «χωρίς», πήρε τα κορίτσια
μαζί του στους ανδροκρατούμενους χώρους, γέμισε τα τραπέζια με ζωή. Από αυτά τα τραπέζια επιλέξαμε εκείνα που αγαπάμε περισσότερο και μοιραζόμαστε μαζί σας το ταξίδι μας στον πολιτισμό των βολιώτικων τσιπουράδικων.
Φωτογραφίες: Σταύρος Χαμπάκης
Διαβάστε επίσης:
Οι Έλληνες και το τσίπουρο – Η σχέση μας με το πιο «κοινωνικό ποτό», η ιστορία και τα είδη του
8 παραδοσιακά τσιπουράδικα στον Βόλο
11 εμβληματικοί βολιώτικοι μεζέδες