Στα όρια του Μεταξουργείου και του Κεραμεικού, στον ιδιότυπο down town ρομαντισμό της περιοχής, στο Osteria Mamma, η ταλαντούχος σεφ Ελένη Σαράντη τοποθετεί την κουζίνα της στην μαξιμαλιστική μεριά της ιταλικότητας με νοστιμάδα και γενναιόδωρο χέρι.

Δίπλα στο πατρικό σπίτι των ιδιοκτητών, το σκηνικό που στήνεται στoν πεζόδρομο της Σαλαμίνος μπροστά στο εστιατόριο, έχει κινηματογραφικές διαστάσεις.

Απέναντι από τη φροντισμένη όψη του κτιρίου που στεγάζεται το εστιατόριο, σε κίτρινους και λάιμ τόνους, η down town Αθήνα, επιβάλλει τη δική της off mainstream αισθητική: τραχείς τοίχοι με γκράφιτι (και υπέροχη εικαστική παρέμβαση των ανθρώπων τους εστιατορίου, ένα old fashion πίνακας με λουλουδάκια και χρυσαφί κορνίζα κρεμασμένος πάνω στα grafity), παραδίπλα ένα πανέμορφο καταρρέον νεοκλασικό με ghosting όψη, τραπέζια λευκοστρωμένα και καλοστρωμένα κάτω από πανύψηλα δέντρα.

Η αψιδωτή χαμηλή στοά που οδηγεί από το δρόμο στο εσωτερικό του εστιατορίου, με σκουρόχρωμα τραπεζάκια και καρέκλες καφενείου, δεν σε προετοιμάζει για την κατακίτρινη πάμφωτη ψηλοτάβανη σάλα.

Αραιά απλωμένα τα στρογγυλά λευκοστρωμένα τραπέζια αφήνουν τους φιλοξενούμενους ζωτικό χώρο για κουβέντα χωρίς ακούσιους ακροατές. Στο κέντρο όλων των τραπεζιών ένα αναμμένο λευκό κερί στερεωμένο σε ένα χαμηλό μαύρο μεταλλικό κηροπήγιο vintage αισθητικής. Μας αρέσει που δεν κάνουν οικονομία στην ομορφιά περιμένοντας να καθίσεις στο τραπέζι για να ανάψουν το κεράκι.

Μικρό πλακάκι στο πάτωμα και πάνω, το ταβάνι, ολόκληρο από γυαλί. Τα κίτρινα φύλλα του προχωρημένου Οκτώβρη που το στολίζουν είναι η ποίηση που χρειαζόμαστε στη βραδινή μας έξοδο.

Μεγάλα παράθυρα χωρίς παντζούρια, ένας μικρός χώρος στο πίσω μέρος της σάλας με μεγάλα τραπέζια για παρέες που θέλουν να δειπνήσουν σε πιο ιδιωτική ατμόσφαιρα. Ένας μεγάλο χτιστός πάγκος ακριβώς απέναντι στην κουζίνα που χωρίζεται με τζάμι από την αίθουσα προτείνεται σε όσους θέλουν να απολαμβάνουν την κουζινική δράση την ώρα που απολαμβάνουν και τις δημιουργίες της.

Το εστιατόριο είναι έργο των τεσσάρων αδελφών Σαράντη (τρία κορίτσια και ένα αγόρι) που υλοποίησαν posthumus το όνειρο της μητέρας τους να δημιουργήσουν ένα εστιατόριο. «Εγώ θα έπαιζα πιάνο και η Ελένη θα μαγείρευε» μας λέει η μία από τις αδελφές, η Ανδριάνα Σαράντη υπεύθυνη για το σέρβις. Πιάνο δεν υπάρχει, αλλά το εστιατόριο φτιάχτηκε και πέτυχε.

Η σεφ Ελένη Σαράντη με γερή επαγγελματική εμπειρία δίπλα στο Γάλλο σεφ Alain Parodi, και στα βραβευμένα με αστέρι Michelin εστιατόρια Σπονδή «The Zillers» δημιουργεί αλλιώς τα γνώριμα πιάτα της ιταλικής κουζίνας. Έχει μαξιμαλιστική διάθεση που εκφράζεται με πλούσιες σάλτσες, εντάσεις και εκρηκτικές γεύσεις. Καθώς το ένα πιάτο έρχεται μετά το άλλο και αρχίζουμε να αποκτούμε μια συνολική εικόνα του μαγειρικού της ύφους, αισθανόμαστε σαν να βρισκόμαστε σε ένα ιταλιάνικο τσιμπούσι χωρίς όρια. Αν σαν λένε κάτι τα τραπέζια στην ταινία «Νονός», κάπως έτσι και εδώ, τηρουμένων των αναλογιών.

Καλή αρχή με τα ψωμοειδή τους: δύο είδη προζυμένιας, παχουλής, αφράτης φοκάτσας με λεπτή ορεκτική κρούστα, μια με ντοματίνια και δεντρολίβανο και μια με θυμάρι, δίπλα «κρισίνια» και μαζί panisse, τηγανητές κροκετούλες από ρεβιθάλευρο. Τα «κρισίνια» δεν είναι τα γνωστά κριτσίνια, αλλά νόστιμα τηγανητά κομματάκια ζύμης. Έρχονται μαζί με τυρί ricotta περιχυμένη με ελαιόλαδο και άλλο ένα σούπερ τυρί, το κρεμώδες stracchino, λίγο δριμύ, λίγο απαλό, και πίκλες.

Τα «gnocchi fritti» που ακολουθούν είναι μικρά φουσκωτά τηγανητά φακελάκια από την ίδια ζύμη με τα «κρισίνια», γεμισμένα με κρέμα τρούφας που σκεπάζονται με μια φέτα από αέρινη μορταδέλα και πασπαλίζονται με τριμμένη παλαιωμένη παρμεζάνα. Νοστιμιά τέτοια, που κάποιοι θα σκεφτούν να διπλώσουν την παραγγελία. Το ίδιο και τα πληθωρικά «arancini carbonara». Tα σικελικά «πορτοκαλάκια», αυτό σημαίνει το όνομά τους λόγω του σχήματός τους, φτιάχνονται κατά παράδοση από το ριζότο που περισσεύει, γεμίζονται με ό,τι υπάρχει, πανάρονται και τηγανίζονται μέχρι να χρυσίσουν. Εδώ η γέμιση είναι guanciale, το αλλαντικό από μάγουλα χοίρου που χρησιμοποιείται στην αυθεντική καρμπονάρα και μια υπερπλούσια, αλμυρή creme anglaise, στη θέση της σος της καρμπονάρας. Άψογα τραγανά και χρυσαφένια. Μαζί με τη σος, είναι ένα από τα πιάτα του μενού με baroque κουζινική αντίληψη.

Από τα ζυμαρικά δοκιμάσαμε δυο πιάτα. Το ένα ήταν τα φίνα tortelli με αστακό σε μοσχοβολιστή, πολύ γευστική bisque αστακού με εστραγκόν και δροσερή γαρνιτούρα από φετούλες φρέσκου φινόκιο. Εκλεπτυσμένο πιάτο. Το άλλο ζυμαρικό ήταν παπαρδέλες με λευκό ραγού από salsicce (λουκάνικα) και χόρτα -βλήτα, γλυκά ραδίκια και pepperoni. Tα λουκάνικα ανοίγουν και λειτουργούν σαν κιμάς επιβάλλοντας την έντασή τους σε ολόκληρο το πιάτο. Η σεφ αγαπάει το μαξιμαλισμό στις γεύσεις και σε τούτο το ραγού, κάνει limit up.

Tα κλασικά «saltimbocca alla romana», τα τηγανητά λεπτά μοσχαρίσια φιλετάκια που σκεπάζονται με φασκόμηλο και προσούτο, εδώ σκεπάζονται με spec και συνοδεύονται από gnocchi alla romana που είχαμε πολύ καιρό να δούμε σε εστιατόριο. Δηλαδή λεπτά ψητά πιτάκια από σιμιγδάλι, αντί τα γνωστά παχουλά gnocchi από πατάτα.

Άλλο ένα μεγαλοπρεπές πιάτο που μοιάζει να έχει βγει από τα κινηματογραφικά τραπέζια της ταινίας «Νονός» (ή μιας νοικοκυράς του ιταλικού Νότου που μαγειρεύει για την μεγάλη της οικογένεια) είναι οι «polpette al sugo». Κεφτεδάκια υπέροχα, μαγειρεμένα μέσα σε πλούσια σάλτσα ντομάτας, με κρέμα παρμεζάνας, πέστο και φρέσκο βασιλικό. Η πεμπτουσία της πλευράς της πληθωρικής, φροντισμένης ιταλικής κουζίνας, που δεν φοβάται χρόνο και και κόπο. Η wine list με μια γερή επιλογή από οίνους κυρίως από τον ιταλικό αμπελώνα θα συνοδεύσει το δείπνο σας επιλέγοντας με τη συνεργασία του sommelier Tηλέμαχου Παπανδρέου.

Επιδόρπιο για τους aficionados της σοκολάτας, η «budino (πουτίγκα) μαύρης σοκολάτας» με φουντούκια και crumble καραμελωμένης λευκής σοκολάτας. Πυκνή και αμείλικτη η μαύρη σοκολάτα προσφέρει αυτό που υπόσχεται με σχεδόν sexy undertones. Για κάποια άλλη φορά, αφήσαμε το «cavolini (σαν μεγάλο σου) γεμιστό με κρέμα ζαχαροπλαστικής (patisserie)» που συνοδεύεται από σάλτσα καραμέλας και παγωτό αλατισμένης καραμέλα με κανέλα και την «pannacotta με κόκκινα φρούτα».

Το κοινό είναι πολυσυλλεκτικό, μεγάλοι και μικροί, ζευγάρια και με τα μωρά τους, μεγάλες παρέες -πετύχαμε και γενέθλια. Όλοι φαίνεται να περνούν καλά, όλοι είναι χαλαροί, όλοι φαίνονται πρόθυμοι να παρεϊσουν χωρίς επισημότητες. Μια πραγματική Osteria.

info
Σαλαμίνος 64, Κεραμεικός, 693 660 7794

Διαβάστε επίσης

Σάντουιτς με μοσχάρι κοκκινιστό και δροσερή σαλάτα αγγουριού από την Ελένη Σαράντη