Τι περιγράφει τη γερμανική κουζίνα σε ένα πιάτο; Μα, φυσικά κρέας με πολλή μαύρη σάλτσα, πατάτες και λαχανικά (ξινολάχανο κατά προτίμηση και προτεραιότητα) και φυσικά λουκάνικα – wurst. Σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες, στη Γερμανία δεν υπάρχει ενιαία κουζίνα και κάθε περιοχή έχει τις δικές της σπεσιαλιτέ και γαστρονομικές παραδόσεις με το χοιρινό κότσι να είναι αυτό που απαντάται σχεδόν σε ολόκληρη τη χώρα. Τις τελευταίες δεκαετίες πάντως, τα εκατομμύρια των μεταναστών που μετέφεραν μαζί τους στη Γερμανία τη δική τους γαστρονομική κουλτούρα, δεν άφησαν ανεπηρέαστη την κουζίνα της χώρας.
Οι πιο γνωστοί εκπρόσωποι της γερμανικής κουζίνς στο παγκόσμιο τραπέζι είναι το λουκάνικο Φρανκφούρτης -Wienerwurst- που χρησιμοποιείται στο hot dog και τα κουλουράκια πρέτζελ (ή μπρέτσελ όπως είθισται να τα λέμε). Μάλιστα, αν εμείς, στους Γερμανούς και τη στάση που έχουν τηρήσει τα χρόνια της κρίσης -ιδιαίτερα στον υπουργό των Οικονομικών τους Βόλφγκανγκ Σόιμπλε- έχουμε αποδώσει μεγάλο μέρος των δεινών μας, οι Αμερικανοί παραλίγο το 2002 να τους … κατηγορούσαν για την απώλεια του τότε προέδρου τους, Τζορτζ Μπους του νεώτερου, ο οποίος λίγο έλειψε να πνιγεί όταν στραβοκατάπιε ένα από τα διασημότερα γερμανικής καταγωγής κουλουράκια -τα πρέτζελ. Ο πρόεδρος έχασε τις αισθήσεις του και η ζωή του βρέθηκε σε κίνδυνο.
Τα πρέτζελ σύμφωνα με κάποιες αναφορές προέρχονται από τη Νότια Γερμανία, άλλοι όμως υποστηρίζουν ότι η πραγματική τους πατρίδα είναι η Αλσατία, περιοχή της Γαλλίας που συνορεύει με τη Γερμανία. Μάλιστα, το διάσημο κουλουράκι, που χρωστά εν πολλοίς την ιδιαίτερη γεύση του στο χοντρό αλάτι με το οποίο είναι πασπαλισμένο, έχει κατακτήσει τις ΗΠΑ που καταναλώνεται σε τόννους κάθε χρόνο και συνοδεύεται από διάφορες ιστορίες για την καταγωγή και το σχήμα του. «Πατέρας» του, κατά μία από αυτές τις ιστορίες θεωρείται ένας Γερμανός φούρναρης, ο οποίος όταν βρέθηκε κατηγορούμενος για κλοπή, είχε μια ευκαιρία να τη γλιτώσει, αν έφτιαχνε ένα κουλούρι, από το οποίο ο ήλιος θα μπορούσε να περάσει τρεις φορές. Έτσι, έδωσε στο παγκόσμιο τραπέζι το πρέτζελ. Κατά άλλη εκδοχή, το σχήμα του πρέτζελ συνδέεται με την Αγία Τριάδα.
Όσο κι αν οι Γερμανοί αγαπούν το χοιρινό κότσι και το ξινολάχανο, εντούτοις αν αναζητούσαμε το βασιλιά του γερμανικού τραπεζιού, μάλλον θα τον βρίσκαμε στα λουκάνικα – έδεσμα που επίσης έχει κατακτήσει τον κόσμο και στις περισσότερες κουζίνες απαντάται: Σκεφτείτε μόνο πόσες παραλλαγές έχουμε στην Ελλάδα, από τα υπέροχα λουκάνικα με πράσο στα Τρίκαλα μέχρι τα εξαιρετικά λουκάνικα με πορτοκάλι της Μεσσηνίας και της Μάνης. Τα wurst απαντώνται σε αναρίθμητες παραλλαγές σε όλη τη Γερμανία και διαφοροποιούνται από το κρέας που χρησιμοποιείται σε κάθε περιοχή, την πρόσμιξη των μπαχαρικών ή των υπόλοιπων υλικών. Το πιο γνωστό χοιρινό λουκάνικο είναι το Bratwurst, ενώ άλλες γνωστές εκδοχές είναι το Schwarzwurst (σκουρόχρωμο λουκάνικο με αίμα), το Wienerwurst, το Weisswurst (λευκό λουκάνικο) αλλά και το Currywurst (αναμειγμένο με κάρυ), λουκάνικο με γέμιση τυριού και πολλές πολλές άλλες. Το κλασικό, όμως, πιάτο της γερμανικής κουζίνας είναι φυσικά το χοιρινό κότσι, το Schweinehaxe. Σερβίρεται συνήθως με ξινολάχανο, πατατοσαλάτα, κέτσαπ και μουστάρδα. Το κότσι μπορεί να το βρείτε ακόμη και βραστό ή καπνιστό. Πάντως, όσο το σκέφτομαι, την αγάπη των Γερμανών για τα λουκάνικα συμμερίζονται απολύτως και οι γειτονικοί τους λαοί – θυμάμαι τη χαρά των παιδιών μου να δοκιμάζουν κάθε φορά διαφορετικά λουκάνικα πάνω σε φέτες ψωμιού από τα υπαίθρια κιόσκια στην Πράγα.
Σύμφωνα με μια παλαιότερη καταγραφή, που είχε κάνει η Deutsche Welle, των παραδοσιακών πιάτων στις διάφορες περιοχές της Γερμανίας, βλέπουμε ότι το παραδοσιακό πιάτο στη Ρηνανία είναι το «Sauerbraten». Πρόκειται για βοδινό κρέας μαριναρισμένο στο ξύδι. Στη βόρεια Γερμανία κυριαρχεί το «Labskaus», μια μίξη από ψιλοκομμένο βοδινό κρέας, πατάτες, ρέγκα, κρεμμύδια και παντζάρια, γαρνιρισμένα με ένα τηγανητό αυγό.
Στην Κάτω Σαξονία, ανέφερε η Deutsche Welle, το παραδοσιακό πιάτο αποτελείται από βραστό πράσινο λάχανο και ένα τοπικό είδος λουκάνικου που ακούει στο όνομα «Pinkel». Η Θουριγγία είναι ξακουστή για το καπνιστό λουκάνικο «Rostbratwurst» και τα Klohe, που είναι κάτι σαν γιουβαρλάκια. Η Βαυαρία είναι η πατρίδα του «Weiwurst», του λευκού λουκάνικου. Παραδοσιακά το Weiwurst τρώγεται πριν από τις 11 το πρωί και δεν επιτρέπεται να τεμαχιστεί κατά την κατανάλωση. Τρώγεται με μια ιδιαίτερη τεχνική που αποκαλείται «zuzeln»: οι υποψιασμένοι «ρουφούν» επιδέξια το περιεχόμενο του λουκάνικου, αφήνοντας το εξωτερικό περίβλημα!
Όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες που έχουν υποδεχθεί μετανάστες, κομμάτι της γαστρονομικής κουλτούρας εκείνων που ήρθαν υιοθετήθηκε από τους Γερμανούς και η κουζίνα τους αποδείχθηκε ανοιχτή στις επιρροές. Οι λαοί της νότιας Ευρώπης που μετανάστευσαν στη Γερμανία έδειξαν στους Γερμανούς τον δικό τους πλούτο στον τομέα της διατροφής – η πίτσα και οι μακαρονάδες μετανάστευσαν μαζί με τους Ιταλούς εργάτες τις περασμένες δεκαετίες, ενώ τα ντονέρ και ο γύρος -ειδικά ο γύρος κοτόπουλο- μπήκαν κι αυτά στο γερμανικό τραπέζι- δεν υπάρχει, σχεδόν, γειτονιά στη Γερμανία που να μην υπάρχουν εστιατόρια τα οποία προσφέρουν πιάτα με προέλευση από άλλη χώρα. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 και μετά, οι Γερμανοί υποδέχθηκαν ασιάτες μετανάστες και ταυτόχρονα την κουζίνα της Κίνας, της Ινδίας, αλλά ακόμη και της Ιαπωνίας.
Κι αν το λουκάνικο είναι ο βασιλιάς της γερμανικής κουζίνας, τότε η βασίλισσα του, στο επίπεδο των ποτών είναι η μπίρα: Εκτιμάται ότι κάθε Γερμανός καταναλώνει ετησίως 116 λίτρα μπίρας και όπως συμβαίνει με την κουζίνα και τις τοπικές σπεσιαλιτέ, αντίστοιχα, σχεδόν κάθε περιοχή της χώρας έχει τη δική της μπίρα: σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία, μάλιστα, υπάρχουν πάνω από χίλιες μάρκες μπίρας σε όλη τη Γερμανία. Και βέβαια, ένας λαός που πίνει μπίρα, όπως εμείς νερό, οργανώνει γιορτές με επίκεντρο και «τιμώμενη» την μπίρα: Γιορτές μπίρας, μάλιστα, οργανώνονται πλέον σε όλο τον κόσμο, αφού τα bierfest οι Γερμανοί έχουν καταφέρει να τα εξάγουν περίπου, όπως οι Γάλλοι τη γιορτή για την άφιξη του Μποζολέ Νουβό την τρίτη Πέμπτη του Νοέμβρη κάθε χρόνο. Σύμφωνα με τη Deutsche Welle, μάλιστα, «η ζυθοποιία συνιστά μια από τις παλαιότερες γερμανικές παραδόσεις. Αυτό επιβεβαιώνεται με την κήρυξη της 23ης Απριλίου ως «Ημέρας της Γερμανικής Μπίρας». Πρόκειται για την επέτειο της έκδοσης του βασιλικού διατάγματος του 1516 στη Βαυαρία, με την οποία οριζόταν επακριβώς ο τρόπος ζυθοποιίας και τα συστατικά της μπίρας. Έμεινε στην ιστορία ως η «Επιταγή καθαρότητας του ζύθου» (Deutsches Reinheitsgebot) και θεωρείται ο πρώτος γερμανικός νόμος για την ασφάλεια των τροφίμων». Τα τελευταία χρόνια πάντως και η γερμανική οινοποιία έχει κάνει μεγάλα βήματα και ορισμένες ποικιλίες έχουν καθιερωθεί στις διεθνείς αγορές.