Στην ορεινή Όλυμπο της γυναικοκρατούμενης Καρπάθου τα πασχαλινά έθιμα επιβιώνουν ανέγγιχτα μέχρι σήμερα.
Στο απομονωμένο χωριό του απόμερου νησιού της Δωδεκανήσου, όπου τορεύμα έφτασε τη δεκαετία του ’80 και ο
δρόμος τέλειωσε πριν λίγα χρόνια, ζει και επιβιώνει η μικρή αυτάρκης κοινωνία της Ολύμπου. Οι άνδρες φευγάτοι, εσωτερικοί και εξωτερικοί μετανάστες ή ναυτικοί για την επιβίωση, εμπιστεύονταν την τύχη των οικογενειών και του βιου τους στις γυναίκες, κι εκείνες όχι απλώς τα κατάφερναν, αλλά έστησαν και μια αξιοζήλευτη κοινωνική δομή.
Οι γυναίκες που έμεναν πίσω, λοιπόν, ήταν υπέυθυνες για όλα τα καθήκοντα: τα χωράφια, τους μύλους, τα υφαντά, το σπίτι, την ανατροφή των παιδιών. Και είναι αυτός ο πρωταγωνιστικός ρόλος τους σε μια κατ’ ανάγκη μητριαρχική κοινωνία που συνέβαλε ιδιαίτερα στο να διασωθούν ώς τις μέρες μας τα ήθη και τα έθιμά τους. Και φυσικά μαζί τους και το αυστηρό, αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρον, τελετουργικό που ακολουθούν τόσο τη Μεγάλη Εβδομάδα όσο και στον εορτασμό της Ανάστασης και της Λαμπρής.
Τις πρώτες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας οι γυναίκες βάφουν τα πασχαλινά αυγά. Παράλληλα, ανάβουν τους λιθόχτιστους ξυλόφουρνους για να ψήσουν σταυροκούλουρα και λαμπροκούλουρα. Εκείνα που προσφέρονται σε κάθε σπίτι από την Ανάσταση και για 40 μέρες μέχρι την Ανάληψη. Πασχαλινό γλυκό τους είναι οι τούρτες, φτιαγμένες με ανεβατό ζυμάρι γεμιστό με μαλακή γλυκιά μυζήθρα, αρωματισμένη με μάραθο. Και διάσημο το βυζάντι, αρνί ή κατσίκι γεμιστό με μυρωδικά και ρύζι, που σιγοψήνεται σε σκεπαστό πήλινο σκεύος, για την Κυριακή του Πάσχα.