Περίπου 350.000 πρόβατα, σε περισσότερα από 1700 κοπάδια, εκτρέφονται στη Λέσβο και το 70% του πληθυσμού τους είναι σκουρόχρωμο, μελανό. Οι ντόπιοι χαριτολογώντας, λένε «Είσαι το άσπρο πρόβατο» και όχι το μαύρο όπως συνηθίζει να λέει ο λαός για κάποιον που ξεχωρίζει.
Στις μορφολογικές προδιαγραφές των προβάτων της φυλής Λέσβου αναφέρεται ότι υπερισχύει ο λευκός χρωματισμός με μελανές και καστανές κηλίδες γύρω από τη μύτη, τα αυτιά και τα άκρα. Όμως, είναι αδύνατον να μην παρατηρήσει κανείς τον μεγάλο πληθυσμό μαύρων προβάτων που ζουν στους βοσκότοπους, στα χωράφια και στις αυλές μέσα στους οικισμούς.
Την εξήγηση του φαινομένου δίνει η Ένωση Κτηνοτρόφων Προβάτου Φυλής Λέσβου αναφέροντας ότι το μεγαλύτερο ποσοστό του χρωματισμού που επικρατεί είναι το μαύρο και το γεγονός αυτό, προέκυψε είτε από την αντίληψη πολλών παραγωγών ότι είναι ανθεκτικότερα στις καιρικές συνθήκες είτε απλώς, επειδή τα προτιμούν λόγω της ιδιαιτερότητάς τους. Χρωματικά, τα πρόβατα κατηγοριοποιούνται ως εξής: Μαύρα (Κοκκινόμαλλα ή Ψαρά), Μαυρόμυτα, Χέντρα, Καραγκιόζικα, Λαχόψα ή Πυρά, Γάλιπα, Ασπρόμυτα, Μύρκα Περκάτα, Βάχλια, Παρδαλά ή Πιτσλά.
Μαύρο πρόβατο γεννιέται ή γίνεται;
Όπως αναφέρεται στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, η φυλή Λέσβου πιθανόν να δημιουργήθηκε επιτόπια από διασταύρωση ή να έφτασε στην Ελλάδα κατά το παρελθόν από τη Μικρά Ασία. Η φυλή επίσης συναντάται στη Χίο, στη Λήμνο και σε άλλα νησιά του Αιγαίου, καθώς και σε περιοχές της Μακεδονίας, της Θράκης, της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας.
«Δεν διαλέγω εγώ το χρώμα, έτσι είναι η ράτσα τους» λέει στο Cantina o Γιώργος Χατζηπαντελής, ο οποίος συνεχίζει την κτηνοτροφική τέχνη που έμαθε από τον θείο του. Ο ίδιος δραστηριοποιείται επαγγελματικά με την κτηνοτροφία από το 2012, βρίσκεται στα ορεινά των Παρακοίλων και εκτρέφει 300 σκουρόχρωμα πρόβατα.
Τα πρόβατα φημίζονται για την γαλακτοπαραγωγική ικανότητα και ανθεκτικότητα ακόμα και σε πολύ δύσκολες συνθήκες περιβάλλοντος. Γενικά, είναι λιτοδίαιτα ζώα, με πολύ καλές αποδόσεις γαλακτοπαραγωγής, με μέσο όρο κοπαδιού που μπορεί να ξεπεράσει τα 250 κιλά ανά γαλακτική περίοδο. Υπολογίζεται ότι το 78% περίπου του παραγόμενου γάλακτος μετατρέπεται σε τυρί (φέτα, λαδοτύρι, κασέρι, γραβιέρα) και το υπόλοιπο καταναλώνεται νωπό ή χρησιμοποιείται για παρασκευή γιαούρτης.
Φωτογραφίες: Πέτρος Σοφικίτης