Σήμερα μπορεί να έχουν απομείνει ελάχιστοι σε όλη την Ελλάδα, όμως στην Αθήνα του 1950 ο καστανάς ήταν ένας από τους πιο
καλοπληρωμένους πλανόδιους πωλητές.

Οι περισσότεροι που έστηναν προπολεμικά τις φουφούδες τους στους δρόμους κατάγονταν κυρίως από τη Θεσσαλία, καθώς όμως το επάγγελμα ήταν προσοδοφόρο,άρχισε να προσελκύει νέους από όλη την Ελλάδα που έψαχναν την τύχη τους στην πρωτεύουσα.

Η έκδοση ή η ανανέωση μιας άδειας μικροπωλητή κόστιζε περίπου 300.000 δραχμές, ποσό εξαιρετικά μεγάλο για την εποχή, που απαιτούσε πολλή δουλειά για να καλυφθεί και η είσοδος νέων στην άτυπη συντεχνία έγινε μήλον της Εριδος.

Η μάχη για τα προνομιακά πόστα και κυρίως αυτά που βρίσκονταν σε κεντρικούς δρόμους όπως η Πανεπιστημίου, η Πατησίων, η Βασιλίσσης Αμαλίας, το Ζάππειο και η γωνία Ερμού και Βουλής, που ήταν εξαιρετικά κερδοφόρα, οδήγησε σε νέες διαμάχες.

Οι παλιοί καστανάδες μιλούσαν για υπερκορεσμό του επαγγέλματος και τακτικές μαφίας από τουςνέους συναδέλφους τους, ενώ ισχυρίζονταν ότι είχαν αποκτήσει τις άδειες με πλάγιο τρόπο και ότι ζητούσαν χρήματα για να μη στήνουν φουφούδες δίπλα στους
παλιούς.

Το εποχικό επάγγελμα πέρασε πολλά. Επί χούντας οι φουφούδες έπρεπε να έχουν σχήμα στρογγυλό και αργότερα οι προδιαγραφές απαιτούσαν να είναι τετράγωνες. Το τσουβαλάκι για τα κάστανα αντικαταστάθηκε με μπαούλο που χρησίμευε για κάθισμα και ως
χώρος αποθήκευσης.

Τη δεκαετία του ’80, οι άδειες από τον Δήμο Αθηναίων δίνονταν με πλειστηριασμό ή κληρώσεις, ενώ πολλοί είχαν πάρει τα απαραίτητα
χαρτιά κατευθείαν από βουλευτικά και υπουργικά γραφεία της εποχής. Από τα τσαρούχια και τις θεσσαλικές κάπες πέρασαν στα ρούχα της πόλης και από την υπερπληθώρα στη σχεδόν ολοκληρωτική εξαφάνιση.

Δείτε επίσης:
Kερκυραϊκή πουτίγκα, ζαμπαγιόν και φιόρα του Λεβάντε: Γιορτές αλα Επτανήσιοι!

Οι λουκουμάδες του Χανουκά

Βούτυρο: Το κάνουμε κλαριφιέ, νουαζέτ και το αρωματίζουμε ποικιλοτρόπως