Το γιαούρτι ταξιδεύει στον κόσμο σαν Greek Yogurt, χωρίς όμως να έχει κατοχυρωθεί ως ελληνικό. Μια κληρονομιά σε αναζήτηση ταυτότητας και στρατηγικής

Οξύγαλα. Έτσι το έλεγαν κάποτε. Όχι προϊόν, όχι επιδόρπιο· ήταν γάλα που έπηζε φυσικά, χωρίς καλλιέργειες ή συντηρητικά. Ένα τρόφιμο επιβίωσης, καθημερινότητας και μνήμης. Το γιαούρτι δεν είχε ετικέτα, είχε όμως γεύση. Το φρέσκο γάλα έβραζε, ανακατευόταν με λίγη «μαγιά» από το προηγούμενο, μοιραζόταν σε πήλινα και το σκέπαζαν με κουβέρτες ώσπου να πήξει. Μια φέτα ξερό ψωμί, λίγο μέλι ή σκέτο – έτσι μεγάλωσαν γενιές. Σήμερα, δεν θυμίζει πάντα το προϊόν που γεννήθηκε πριν από 5.000 χρόνια. Από την τσίπα στο πήλινο, περάσαμε στα κεσεδάκια με συνθετικές φράουλες και πρωτεΐνες από την άλλη άκρη του κόσμου. Άλλοτε «παραδοσιακό», άλλοτε «ελληνικό» χωρίς να είναι. Ένα τρόφιμο πλέον παγκοσμιοποιημένο. Μπορεί όμως να παραμείνει αληθινό, αρκεί να ξέρουμε τι ψάχνουμε.

Το ελληνικό γιαούρτι ως brand

Το «Greek Yogurt» δεν είναι προϊόν με νομικά κατοχυρωμένη σύνδεση με την Ελλάδα και δεν καταγράφεται στην άυλη πολιτιστική μας κληρονομιά. Είναι μόνο μια -παγκοσμίως δημοφιλής- τεχνολογία παραγωγής που έγινε brand. Αποτελεί, δε, ένα από τα ενδιαφέροντα θέματα γαστροδιπλωματίας, πολιτισμικής εμπορευματοποίησης, παρεξήγησης και διαμάχης. Ο όρος καθιερώθηκε εμπορικά τη δεκαετία του 2000, κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες, όταν πολυεθνικές γαλακτοβιομηχανίες όπως η Chobani τουρκικών συμφερόντων, η ελληνική FAGE και η γαλλική Danone άρχισαν να το διαφημίζουν ως πιο πλούσιο σε πρωτεΐνη, πιο πηχτό, πιο υγιεινό. Στην πραγματικότητα, μιλάμε για το στραγγιστό που «δεν έχει τσίπα πάνω του». Αυτό που στην Ελλάδα σουρώναμε στην τσαντίλα, για να φύγει ο ορός και να μείνει το πυκνό σώμα του.

Το θέμα είναι ότι το «Greek Yogurt» πλέον παράγεται παντού: στις ΗΠΑ, στον Καναδά, στη Γερμανία, στην Ιαπωνία και όχι μόνο από ελληνικές εταιρείες. Το γάλα δεν είναι ελληνικό, οι μικροοργανισμοί ενδέχεται να μην είναι οι ίδιοι, οι συνθήκες ζύμωσης και παστερίωσης διαφέρουν. Κι όμως, το «Greek» παραμένει στην ετικέτα. «Το γιαούρτι διαφοροποιείται με βάση την προέλευση του γάλακτος αλλά και τις ιδιαιτερότητες που έχει το κλίμα και το έδαφος. Οι γαλακτοβιομηχανίες σε όλο τον πλανήτη ακολουθούν μεν την ίδια συνταγή, αλλά το αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι το ίδιο. Και στη Ρουμανία φτιάχνουν γιαούρτι και στην Τουρκία, αλλά δεν μπορεί να μιλάμε για το ίδιο προϊόν», εξηγεί στο Cantina ο τεχνολόγος Τροφίμων Ιωάννης Γ. Κακός.

Παραδοσιακό και μάλιστα σύμφωνα με τον νόμο είναι μόνο το γιαούρτι με την πέτσα του, σε μικρό ή μεγαλύτερο κεσεδάκι

Με απλά λόγια, μπορεί κάτι να λέγεται «ελληνικό γιαούρτι» και να μην είναι ελληνικό. Είναι ένας όρος που αφορά τον τρόπο παραγωγής και όχι τον τόπο προέλευσης. Και εδώ βρίσκεται η παγίδα αλλά και η δύναμη γιατί, τελικά, έγινε μια διεθνής ιστορία επιτυχίας. Αλλά, όπως κάθε brand, μπορεί να εμπεριέχει και στρεβλώσεις στην απλοποίηση, στην εμπορική εκδοχή της αυθεντικότητας, στην αποσύνδεση από τον τόπο και τον τρόπο.

Γιαούρτη (η) – Λεξικό της Πρωίας (1933): Γιαούρτη, η – παχύν προϊόν γάλακτος, όξινον, παραγόμενον δι’ επαλείψεως και παραμονής εν ζεστασία· ιδίως διαδεδομένον εν τη επαρχία. Φρ. «η γιαούρτη έκαμε πέτσα».

Διαβάστε επίσης

Έρευνα του Cantina: Τι κρύβεται μέσα στο γιαούρτι;

Γιατί πρέπει να τρώνε παραδοσιακό γιαούρτι τα παιδιά μας;

O Έλληνας chef που φτιάχνει γιαούρτι από γάλα καμήλας στο Αμπού Ντάμπι