«Στα ψαράδικα λιμάνια το καθημερινό θέαμα παλιότερα ήταν το μπάλωμα των σχισμένων διχτυών. Οι ψαράδες στερούνταν την πολυτέλεια των χιλιομέτρων από δίχτυα που διαθέτουν οι σημερινοί επίγονοί τους. Αυτό τους υποχρέωνε να τα προσέχουν ως κόρη οφθαλμού…»
«…Πρώτος εχθρός του βαμβακερού διχτυού είναι ένα μικροσκοπικό, σχεδόν αόρατο ζωύφιο του βυθού που τρώει το νήμα του διχτυού, όπως τρώει το σαράκι το ξύλο. Το αποτέλεσμα ήταν, έπειτα από κάμποσο καιρό, τα δίχτυα να σαπίζουν και να είναι άχρηστα. Αλλά και ο σπάγγος σάπιζε από την έκθεσή του στο θαλασσινό νερό και τ’ αλάτια του.
Έπρεπε λοιπόν το δίχτυ ν’ απλωθεί για να στεγνώσει καλά. Αν έμεναν στοιβαγμένα υγρά θα σάπιζε. Η μόνη άμυνα εναντίον του μικροσκοπικού αυτού εχθρού ήταν το βάψιμο. Όλα τα αλιευτικά σύνεργα, δίχτυα, παραγάδια, πετονιές, οι ψαράδες μας συνήθιζαν να τα βάφουν με μπογιά καμωμένη από ξερή φλούδα πεύκου. Έτσι οι κλωστές έπαιρναν ένα σκούρο κόκκινο χρώμα, που εκτός από τη συντήρηση, έκανε τα δίχτυα να μη φαίνονται πολύ μέσα στο νερό.
Σε άλλα ψαροχώρια συντηρούσαν τα δίχτυα με εμβάπτιση σε διάλυμα γαλαζόπετρας που έδινε στα δίχτυα χρώμα γαλαζοπράσινο…»
(Κώστας Προμπονάς, «Ψαρεύοντας στις ελληνικές θάλασσες του παρελθόντος»).
Φωτογραφία: Μπάλωμα διχτυών στο λιμανάκι της Νάουσας στην Πάρο, από κάποιον ντόπιο ψαρά.
Δείτε επίσης:
Γαύρος τηγανητός ή μύδια σαγανάκι; Iδού η απορία!
Τα ιδανικά ψάρια για ψήσιμο στη σχάρα
Μαγειρεύουμε με ψάρια: 10 συνταγές για να μην… ψαρώνεις