Δεν ξέρουμε αν το έχεις παρατηρήσει, αλλά η πλειονότητα των Ιαπώνων κάθε ηλικίας είναι αδύνατη. Ποιο είναι τελικά το μυστικό τους;
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μελέτης, με επικεφαλής τον καθηγητή Τομόκο Ιμάι, η συχνή κατανάλωση ρυζιού φαίνεται να συνοδεύεται με τα μειωμένα ποσοστά παχυσαρκίας. Οι επιστήμονες συνέκριναν την κατανάλωση ρυζιού σε 136 χώρες με πληθυσμό πάνω από ένα εκατομμύριο κατοίκους χρησιμοποιώντας δεδομένα από τη Διεθνή Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας.Οι χώρες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, βάσει των επίπεδων κατανάλωσης ρυζιού. Οι κάτοικοι των χωρών της πρώτης ομάδας, οι οποίοι καταναλώνουν 150 γραμμάρια ρυζιού ημερησίως κατά μέσο όρο, ήταν σύμφωνα με την έρευνα λιγότερο ευάλωτοι στην παχυσαρκία από ό,τι οι κάτοικοι χωρών που καταναλώνουν ελάχιστο ρύζι (14 γραμμάρια την ημέρα κατά μέσο όρο). Η μελέτη έδειξε ότι οι κάτοικοι του Μπαγκλαντές (473 γραμμάρια κατά μέσο όρο ημερησίων), του Λάος (443 γραμμάρια) και της Καμπότζης (438 γραμμάρια) είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές ρυζιού. Από την άλλη, εκείνοι που καταναλώνουν λιγότερο είναι οι Γάλλοι τρώνε (15 γραμμάρια/ την ημέρα), οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί (19 γραμμάρια/την ημέρα).
Τα αποτελέσματα της έρευνας, που παρουσιάστηκαν στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο για την Παχυσαρκία που πραγματοποιήθηκε στη Γλασκώβη της Σκωτίας, δείχνουν ότι η συσχέτιση ρυζιού και παχυσαρκίας εξακολουθεί να υφίσταται ακόμη και αν ληφθούν υπ’ όψιν και άλλοι παράγοντες όπως ο τρόπος ζωής, το επίπεδο οικονομίας, η εκπαίδευση και οι δαπάνες για την υγεία. Πιο συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η αύξηση της μέσης κατανάλωσης ρυζιού σε μόλις 50 γραμμάρια ημερησίως κατ’ άτομο, μπορεί να μειώσει τον αριθμό των ατόμων που πάσχουν από παχυσαρκία κατά 1%, δηλαδή από 650 εκατομμύρια σε 643,5 εκατομμύρια άτομα.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Οι ερευνητές πιστεύουν ότι οφείλεται στη χαμηλή περιεκτικότητα του σε λιπαρά, αλλά και στα πλούσια θρεπτικά συστατικά του, όπως οι φυτικές ίνες, που μάς βοηθούν να νιώθουμε χορτάτοι για περισσότερη ώρα.