«Στο τέλος της ημέρας πρέπει να θυμόμαστε γιατί είμαστε εδώ», δήλωσε ο Σταύρος Κωνσταντακόπουλος, κατά την ομιλία του στο πάνελ με θέμα «Οι παραγωγοί, το μέλλον της υπαίθρου», στο οποίο συμμετέχει ο Αντώνης Γκόνης, Παραγωγός, Gonis Melon και η Μαρία Κορκολή Τυροκόμος, Τυροκομείο Μέμμος, στο πλαίσιο του 3ου Cantina Academy, στην Καλαμάτα.

Όπως περιέγραψε, ο ρομαντισμός του να κρατήσει «ζωντανό τον μπαξέ της γιαγιάς» μοιάζει, πολλές φορές, να συγκρούεται με τη σκληρή πραγματικότητα της γραφειοκρατίας, το κόστος παραγωγής και την πολυπλοκότητα του ελληνικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος.

«Αν έχεις κίνητρο σ’ αυτό που θέλεις να ξεκινήσεις και δεν το βλέπεις από την πρώτη μέρα εμπορικά, τότε όποια δυσκολία κι αν έρθει, μπορεί να γίνει βιώσιμη στη διαχείρισή της», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Η πορεία του δείχνει πως όταν μια ιδέα ξεκινά από ουσία και όχι από κέρδος, τότε αποκτά ανθεκτικότητα. «Όταν το ξεκινήσαμε όλο αυτό, πρώτα σκεφτήκαμε ότι το κάνουμε για έναν σκοπό — και μετά μπήκαμε στη διαδικασία να δούμε τα διαδικαστικά, τους θεσμούς, το κράτος, όλα τα επιχειρηματικά», υπογράμμισε.

Οι δυσκολίες δεν εξαφανίζονται ποτέ, αλλά το πώς τις αντιμετωπίζεις είναι που κάνει τη διαφορά, σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντακόπουλο. «Δεν είναι άγνοια κινδύνου· είναι η αποδοχή πως ό,τι και να συμβεί εγώ θα το παλέψω», προσθέτει. «Οι δυσκολίες θα υπάρχουν πάντα, αλλά δεν μπορούμε να ζούμε μέσα σ’ αυτές. Πρέπει να ζούμε μέσα στο γιατί ξεκινήσαμε», καταλήγει.

Ποιος είναι ο Σταύρος Κωνσταντακόπουλος

Ο Σταύρος Κωνσταντακόπουλος κατάγεται από το χωριό Άρις της Μεσσηνίας και είναι μόλις 33 ετών. Αν και σπούδασε Χρηματοοικονομική και Λογιστική στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και εργάστηκε για χρόνια ως ιδιωτικός υπάλληλος στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή Θεσσαλονίκης, η ζωή του άλλαξε πορεία μέσα στην πανδημία.

Το 2021 έχασε την αγαπημένη του γιαγιά Ευγενία από Covid. Μια γυναίκα που είχε αφιερώσει τη ζωή της στη γη και που συνήθιζε να λέει: «Θα πεθάνω και κανείς δεν θα ασχοληθεί με τον μπαξέ μου και τα λαχανικά μου». Αυτή η φράση ρίζωσε μέσα του και έγινε το κίνητρο για μια νέα αρχή.

Χωρίς εμπειρία στη γεωργία, χωρίς γνωριμίες και χωρίς στήριξη, ο Σταύρος άφησε τη Θεσσαλονίκη και ήρθε στην Αθήνα για να δημιουργήσει κάτι δικό του, κάτι που θα κρατούσε ζωντανή τη μνήμη της γιαγιάς του. Μαζί με τον πατέρα του ξαναφύτεψαν τον μπαξέ, έφτιαξε μια σελίδα στο Instagram για να γνωρίσει τη δουλειά του και ξεκίνησε να παραδίδει ο ίδιος τα λαχανικά πόρτα-πόρτα.

Έτσι γεννήθηκε η φάρμα ΙΖΑΜΠΩ μια προσπάθεια που ξεκίνησε από μια προσωπική ανάγκη και εξελίχθηκε σε έναν ζωντανό δεσμό με τη γη, την παράδοση και την αυθεντικότητα της ελληνικής παραγωγής.

Δείτε επίσης

Η οικογενειακή φάρμα με τη βιολογική πραμάτεια που τροφοδοτεί τις καλύτερες κουζίνες Αθηνών και Μεσσηνίας