Το υπέροχο εθνικό μας φαγητό, μια σούπα χυλωμένη φασολάδα που δεν μπορείς να σταματήσεις να γεμίζεις το πιάτο απ’ την κατσαρόλα.
Υλικά
- 500 γρ. φασόλια
- ½ κουτ. γλυκού σόδα
- 2 καρότα σε φέτες
- 2 κρεμμύδια ψιλοκομμένα
- 3-4 κλωνάρια σέλερι ψιλοκομμένα, με τα φύλλα τους
- 200-400 γρ. τριφτή τομάτα (ανάλογα με το πόσο κόκκινη θέλετε τη φασολάδα σας)
- 50 ml εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο
- 1 αποξηραμένη καυτερή πιπεριά (ανάλογα με το πόσο πικάντικη θέλετε τη γεύση αυξομειώνετε τη ποσότητα)
- αλάτι, πιπέρι
- ε.π. ελαιόλαδο και λεμόνι για το σερβίρισμα
Μερίδες: 4
Διαδικασία
Βήμα 1
Μουλιάζετε τα φασόλια: Τουλάχιστον 12 ώρες πριν τη μαγειρική, βάλτε τα φασόλια σε μια γαβάθα με κρύο νερό να μουλιάσουν. Για να χυλώσουν καλύτερα προσθέστε ½ κουταλιάς γλυκού σόδα. Η σόδα επηρεάζει την πηκτίνη που συγκρατεί τις κυψέλες μέσα στο φασόλι και χαλαρώνοντας τες, το φασόλι μαλακώνει πιο γρήγορα και μέρος του μπορεί να διαφύγει στον χυλό που βράζει, χυλώνοντας τη φασολάδα.
Βήμα 2
Βράζετε μόνο τα φασόλια: Βάζετε τα φασόλια με το νερό που μούλιασαν (αν δείτε ότι θέλει συμπλήρωμα, συμπληρώστε με κρύο νερό) στη κατσαρόλα να βράσουν. Μόλις φτάσουν τον βρασμό, η σόδα θα κάνει αφρούς από πάνω και εσείς με ένα ψιλό σουρωτήρι θα τους μαζέψετε. Αφήστε τα τουλάχιστον μισή ώρα να αρχίσουν να μαλακώνουν χάρη και στη σόδα που υπάρχει στο νερό.
Βήμα 3
Τώρα έχετε τρεις επιλογές: Η πρώτη, που αποσκοπεί σε πιο ελαφρύ αποτέλεσμα, με λιγότερες παρενέργειες στο έντερο, είναι να χύσετε όλο το νερό και να βάλετε καινούργιο, κρύο νερό και να ξαναφτάσετε τη θερμοκρασία του στον βρασμό, αυτή τη φορά χωρίς να υπάρχει σόδα μέσα.
Βήμα 4
Η δεύτερη που αποσκοπεί στη μεγιστοποίηση της γεύσης και προέρχεται από μαγείρους στις Πρέσπες «που αν δεν ξέρουν αυτοί από φασόλια, τότε ποιος ξέρει;», λέει ότι κρατάμε το ίδιο νερό σε όλη τη μαγειρική. Βέβαια στις Πρέσπες που έχουν εξαιρετική πρώτη ύλη και τα φασόλια είναι «βραστερά», μπορεί να μη χρειάζεται σόδα, που κάνει αυτή την εναλλακτική προφανή, απλά με περισσότερες θορυβώδεις συνέπειες μετά τη χώνεψη.
Βήμα 5
Η τρίτη εναλλακτική που επιλέγω εγώ, είναι να πετάξω το μισό νερό και να συμπληρώσω με νέο, προσπαθώντας να ισορροπήσω ανάμεσα στα δύο αντικρουόμενα οφέλη και συνέπειες.
Βήμα 6
Πάντως σε όσους τα φασόλια είναι δύσπεπτα συνιστώ σαφώς τη πρώτη επιλογή, σε όσους θα τα φάνε σε στενό οικογενειακό περιβάλλον και έχουν πιο γερό πεπτικό, τη δεύτερη και σε όσους δεν ξέρουν τι θέλουν ή τα θέλουν όλα, όπως εγώ, την τρίτη, μέση οδό!
Βήμα 7
Βράζετε τη φασολάδα: Αφού η φασολάδα έχει ξαναπάρει βράση, προσθέτετε κρεμμύδι, καρότα, σέλερι, καυτερή πιπεριά, αλάτι και πιπέρι και το ελαιόλαδο.
Βήμα 8
Τώρα μπορείτε να προσθέσετε και τη ντομάτα, στην ποσότητα που επιλέγετε. Αφήνετε τη φασολάδα να σιγοβράσει, συμπληρώνοντας βραστό νερό αν και εφόσον χρειάζεται, μέχρι να δείτε ότι έχει χυλώσει, δηλαδή ο χυλός είναι σχετικά πηκτός. Οι χρόνοι και η ποσότητα του νερού που απαιτείται σε αυτή τη συνταγή είναι πάντα πολύ σχετικοί με την ποιότητα της πρώτης ύλης, και το βαθμό που «τα φασόλια είναι βραστερά και χυλώνουν εύκολα». Μπορεί να πάρει από μια ώρα ως και 2:30’, μου έχουν συμβεί και τα δύο. Και βέβαια ανάλογα να χρειαστεί να συμπληρώσετε νερό. Προτείνω να έχετε τη κατσαρόλα ανοιχτή να φεύγει ο ατμός, γιατί έτσι θα προσέχετε κάθε τόσο και πως εξελίσσεται το φαγητό, άσε που μοσχοβολά το σπίτι!
Βήμα 9
Σερβίρισμα: Η φασολάδα είναι τόσο καταπραϋντική ως γεύση, που αναζητά εντάσεις. Μια ένταση που βάλατε ήδη στο φαγητό είναι το καυτερό, πικάντικο στοιχείο που ήρθε απ’ τις πιπεριές. Αλλά στο πιάτο, χρειάζεται μια πρέζα από ωμό εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο και μερικές σταγόνες από λεμόνι να δώσει οξύτητα. Γύρω απ’ τη φασολάδα είθισται να σερβίρετε μια σειρά από αλμυρούς, πικάντικους, καπνιστούς, όξινους ή ξιδάτους θαλασσινούς κυρίως μεζέδες με κοινό χαρακτηριστικό την ταπεινότητα και τη μεγάλη γαστρονομική αξία. Λακέρδα, σκουμπρί καπνιστό, τσίρος, αντζούγιες, ρέγκα, ρεγκοσαλάτα, αλλά κι ελιές, ωμό κρεμμύδι, πιπερίτσες μπακάλικες ξιδάτες ή τουρσιά! Πάντως κανείς δεν θα σας μαλώσει αν επιλέξετε και κάτι σαν λουκάνικο ή καυτερό σαλάμι για παρέα. Ή ακόμη καλύτερα, να μην βάλετε τίποτα δίπλα απ’ το πιάτο πέρα από καλό ψωμί και φέτα.