Δευτέρα πρωί με πολύ κρύο. Πολύ θα ήθελα να ήμουν στο κρεβάτι κάτω από τα ζεστά σκεπάσματα, αλλά αντί αυτού στέκομαι έξω από το Noel στην Κολοκοτρώνη. Έχω ραντεβού με τον Νίκο Τριανταφύλλου, έναν από τους τέσσερις φιναλίστ του φετινού Bacardi Legacy. Έχω καθυστερήσει, ως συνήθως, το ίδιο όμως και ο Νίκος. Ευτυχώς. Μπαίνω στο Noel και βλέπω ότι δεν είμαι ο μόνος που έχει αφήσει το κρεβάτι από τόσο νωρίς. Ζητάω καφέ. Η γλυκύτατη Νατάσα μου ετοιμάζει ένα flat white και όση ώρα προσπαθώ να βρω την κατάλληλη γωνία να το φωτογραφίσω, ο Νίκος έχει φτάσει. Παγωμένος και με ένα πλατύ χαμόγελο. «Ακόμα δεν το έχω με την Αθήνα και δεν μπορώ να υπολογίσω τις αποστάσεις» μου λέει με απολογητικό ύφος.

hermanos2

Όντως ο Νίκος δεν έχει καιρό που μένει στην Αθήνα. «Ήρθα την άνοιξη εδώ. Πριν ζούσα στην επαρχία, αλλά και στο εξωτερικό. Ήμουν για ενάμιση χρόνο περίπου στην Ολλανδία όπου έκανα το μεταπτυχιακό μου αλλά δούλευα και ως υπεύθυνος ενός περιβαλλοντικού προγράμματος στη Χάγη». Bartender με πτυχία σκέφτομαι και τον ρωτώ πως τον κέρδισαν τα σέικερ και η μπάρα. «Από μικρός ήθελα να γίνω καθηγητής Πανεπιστημίου. Είχα σαν πρότυπο το θείο μου. Όμως μεγάλωσα σε ένα μπαρ. Αυτό του μπαμπά, στη Ναύπακτο, ένα από τα καλύτερα επαρχιακά μπαρ της εποχής. Όποτε είχα πολλά βιώματα. Έπειτα, για να βγάζω το χαρτζιλίκι όσο σπούδαζα δούλευα σε μπαρ. Ήταν δυο πράγματα παράλληλα στη ζωή μου και αρκετά συνδεδεμένα για μένα. Αλλά όπως βλέπεις δεν με κέρδισαν τα έδρανα», μου λέει χαμογελώντας.

Όση ώρα μιλάμε, δεν σταματάνε να περνάνε οι συνάδελφοί του από το Noel και να τον πειράζουν. Είναι το πιο πρόσφατο μέλος αλλά απ’ ότι φαίνεται και από πιο αγαπητά. Η κουβέντα πάει στο πως ήρθε στην Αθήνα: «Ήμουν στην Καρδίτσα τα τελευταία πέντε χρόνια και ένοιωσα ότι ολοκληρώθηκε ο κύκλος μου εκεί. Ήθελα να προχωρήσω και μια επαρχιακή πόλη, όσο ωραία και να είναι η ζωή εκεί, δεν σου δίνει τις ευκαιρίες να εξελιχθείς. Και εγώ το ήθελα πολύ.» Όποτε ήρθε στην πρωτεύουσα. «Σπίτι είχα, το πατρικό της μαμάς, δουλειά όμως όχι. Άρχισα αμέσως το ψάξιμο. Ευτυχώς στάθηκα τυχερός και βρήκα δουλειά εδώ στο Noel και με έβαλαν αμέσως στην οικογένεια».

hermanos

Τον ρωτώ για τον διαγωνισμό του Bacardi και πώς και πήρε μέρος. «Στο παρελθόν είχα συμμετάσχει σε άλλους δύο και δεν πήγα καλά. Το άγχος μου είναι ο χειρότερος μου εχθρός. Έτσι δεν σκεφτόμουν να μπω σε μια τέτοια διαδικασία. Όμως η αδερφή μου είχε άλλη γνώμη. Ένα βράδυ ολόκληρο με είχε και με «τυραννούσε» λέγοντας μου να στείλω τη συμμετοχή. Ήμουν αρνητικός. Την επόμενη μέρα ερχόμενος εδώ στο μαγαζί, δοκίμασα μια συνταγή που είχα στο μυαλό μου. Μου άρεσε. Την έγραψα και την έστειλα. Πάντως για όλα ευθύνεται η αδερφή μου, εξου και το όνομα στο κοκτέιλ» (Hermanos στα ελληνικά σημαίνει αδέρφια). Του ζητάω περισσότερες πληροφορίες για το ποτό: «Είναι ένα αλκοολικό ποτό, όπου συνδύασα δυο διαφορετικά brand της Bacardi μαζί με βερμούτ και Pedro Ximenez. Βγάζει στη μύτη αρώματα από κεράσι και βανίλια ενώ στο στόμα είναι γλυκό και πικρό ταυτόχρονα. Εσύ το δοκίμασες στην αρχική του μορφή, τώρα το έχω πειράξει λίγο, αλλά η βάση του είναι ίδια.

Αν γνωρίσεις τον Νίκο δεν γίνεται να μην το συμπαθήσεις. Σου μιλάει και χαμογελάει με τα μάτια. Σε κερδίzει με την απλότητα, την ταπεινότητα αλλά και την αθωότητά του. Είναι ευχάριστος στην κουβέντα και σου μεταδίδει τη θετική του ενέργεια. Όμως τον βλέπεις και αγχωμένο. «Στο είπα είναι ο μεγάλος μου εχθρός. Στο μυαλό μου έχω κάνει ήδη τον διαγωνισμό» μου λέει και γελάει ελαφρώς. Τον ρωτάω αν έχει βγάλει και τα αποτελέσματα και κουνά καταφατικά το κεφάλι. «Ό,τι κι αν συμβεί στη Μαδρίτη σίγουρα έχω κερδίσει πολλά πράγματα. Όλο αυτό το ταξίδι –θα φτάσω μέχρι Χονκ Κονγκ- αυτούς τους 3 μήνες με έκανε να γνωρίσω καινούργιους ανθρώπους, να μαζέψω εμπειρίες και να γίνω καλύτερος. Και στο τέλος αυτό μετράει, έτσι δεν είναι;» με ρωτάει και δεν έχω παρά να συμφωνήσω.