Όταν συναντάς έναν Ανδαλουσιανό chef και πίνεις καφέ με θέα την Αθήνα, η κουβέντα μόνο βαρετή δεν μπορεί να είναι.
Ανηφορίζοντας για το St. Lycabettus σκεφτόμουν πότε ήταν η τελευταία φορά που βρέθηκα στον έκτο όροφο που βρίσκεται το εστιατόριό του. Πάνε χρόνια. Να, όμως, που ήρθε ξανά η ώρα να το επισκεφτώ. Αυτή τη φορά δεν θα καθόμουν για φαγητό. Είχα ραντεβού με έναν chef από τη δεύτερη μου πατρίδα. Τον Ισπανό Sergio Garrida, που έχει έρθει για λίγες μέρες στο πλαίσιο του γαστρονομικού φεστιβάλ που διοργανώνει το ξενοδοχείο St. Lycabettus αφιερωμένο στην κουζίνα της Ιβηρικής χερσονήσου.
Τον Sergio δεν τον γνώριζα προσωπικά. Είχα ακούσει να μου μιλούν γι’ αυτόν, για τη μαγειρική του και ότι θα έπρεπε να κατέβω στη Μάλαγα να δοκιμάσω τα πιάτα του. Να, όμως, πώς τα έφερε ο χρόνος και καθόμαστε και πίνουμε καφέ σε ένα μπαλκόνι με θέα όλη την Αθήνα. «Δεν είναι υπέροχα εδώ;», μου λέει, «θα μπορούσα να κάθομαι ώρες και να χαζεύω αυτή την πόλη». Είναι η πρώτη του φορά στην Ελλάδα και στην Αθήνα και δεν κρύβει τον ενθουσιασμό του αλλά και την έκπληξη του. «Μου είχαν πει για τους Έλληνες αλλά δεν περίμενα να συναντήσω τόση φιλικότητα. Μοιάζουμε πολύ και αυτό με κάνει να αισθάνομαι σαν το σπίτι μου», μού εκμυστηρεύεται.
Η ενασχόλησή του με τη μαγειρική ξεκίνησε πριν από 20 χρόνια. Όταν νεαρός τότε στα 16 του πήγαινε στη σχολή μαγείρων και ταυτόχρονα έπλενε πιάτα στην κουζίνα ενός εστιατορίου. «Με αυτό τον τρόπο είχα πρόσβαση να δω τι γίνεται στην κουζίνα και να μαζεύω εικόνες, εμπειρίες που μετά με βοήθησαν στη σχολή», θα μου πει. Μιλάει για τη μαγειρική και λάμπει το πρόσωπο του. «Ό,τι έχω κάνει μέχρι τώρα το χρωστάω στην κουζίνα. Η κουζίνα της χώρας μου, μου έχει δώσει «ένα διαβατήριο» να ταξιδεύω πολύ και να γνωρίζω κόσμο και κουλτούρες. Κάτι ανεκτίμητο. Αυτό λέω και στους μαθητές μου». Και η αλήθεια είναι ότι έχει ταξιδέψει πολύ. Μου απαριθμεί τις χώρες και εγώ χάνω τον λογαριασμό. Πάλι καλά που έρχονται τα espresso που έχουμε ζητήσει και με βγάζουν από τη δύσκολη θέση να κρύψω τη ζήλια μου. «Καφέ δεν πίνω, είμαι πιο πολύ του πράσινου τσάι» θα μου απαντήσει στην ερώτηση μου για το πώς του φαίνεται ο καφές. «Δεν καπνίζω και μου αρέσει πολύ να τρέχω. Και αυτή την Κυριακή θα πάρω μέρος στον Ημιμάραθώνιο της Αθήνας και χαίρομαι πάρα πολύ, γι’ αυτό!
Τα αεροπλάνα που περνούν για τα δοκιμαστικά της στρατιωτικής παρέλασης μάς κάνουν να χαζέψουμε λίγο και ν’ αλλάξουμε την κουβέντα. Μου λέει ότι έχει μαγειρέψει για πολλούς διάσημους ανθρώπους. Ισπανούς και μη. Μου διηγείται ιστορίες γι’ αυτές τις προσωπικότητες και συνεχώς είναι με ένα χαμόγελο στο στόμα. «Η μαγειρική δεν είναι πολύπλοκα πράγματα. Όσο πιο απλή τόσο το καλύτερο. Να φανταστείς στην κουζίνα μου έχω απαγορεύσει τρία πράγματα: το φουά, το λάδι τρούφας και την κρέμα βαλσάμικο». Θέλει να μαγειρεύει με απλά υλικά όπως παλιά και να στήνει τα πιάτα του μπροστά στον πελάτη. «Το όνειρο μου είναι να ανοίξω μια μικρή ταβέρνα και να αναβιώσω την έννοια που είχε. Να ξαναφέρω την προσωπική επαφή με τον πελάτη σε συνδυασμό με τη μαγειρική εμπειρία». Τον ρωτάω αν είχε την ευκαιρία να δοκιμάσει την ελληνική κουζίνα αυτές τις μέρες. «Πήγα σε ένα μαγαζί και ζήτησα όλο τον κατάλογο. Τα δοκίμασα σχεδόν όλα. Μοιάζει πολύ με την ισπανική. Μου έκανε εντύπωση ένα γλυκό. Χαλβάς νομίζω πως λέγεται». Του εξηγώ πώς φτιάχνεται και μαγεύεται από την απλότητα του. «Το σημειώνω και θα το φτιάξω στο εστιατόριο μου», λέει χαρούμενος.
Στη ζωή του Sergio δεν υπάρχει μόνο η μαγειρική αλλά και ο εθελοντισμός. Είναι μέλος μιας ομάδας όπου βοηθούν τα ορφανά παιδιά στη Μάλαγα. «Πάμε και παίζουμε μαζί τους και τους κρατάμε συντροφιά. Διοργανώνουμε και διάφορα events και μαζεύουμε λεφτά. Να φανταστείς οι χορηγοί που έχω και βλέπεις να αναγράφονται στην ποδιά μου δεν μου δίνουν λεφτά, αλλά κάνουν δωρεές γι’ αυτά τα παιδιά» θα μου πει, ενώ μου δείχνει τη στολή του.
Θα μπορούσαμε να μιλάμε ώρες με τον Sergio, όμως, το τηλέφωνο δεν σταματά να χτυπά ότι τον χρειάζονται. Βγάζουμε μια φωτογραφία μαζί με το Playmobil του, τον Mini-Segri, που ταξιδεύει πάντα μαζί του και δίνουμε ραντεβού για την Παρασκευή το βράδυ στο event του ξενοδοχείου, ενώ εγώ ανυπομονώ να έρθει η ώρα να δοκιμάσω, επιτέλους, την κουζίνα του!
Δείτε επίσης
Albert Adrià: O «Ιησούς» της γαστρονομίας