Το όνομα της οικογένειας Μούσιου έχει μπει ουκ ολίγες φορές, στα ράφια πολλών νοικοκυριών, εντός και εκτός συνόρων της Καστοριάς, της πόλης που γέννησε, ανάθρεψε, γιγάντωσε και στο τέλος, εξίσωσε την ιστορία αυτής της οικογένειας, με την ζαχαροπλαστική παράδοση του τόπου.
Τα μαστιχωτά λουκούμια αμυγδάλου με άρωμα βανίλια, οι παχιές, αρωματικές και ριγωτές καραμέλες που μοιάζουν με μαξιλαράκια και τα ζαχαροστράγαλα ή αλλιώς ζαχαρομπιμπλιά (μπιμπιλιά= τα αφράτα στραγάλια) όπως είναι γνωστά στην Καστοριά, ακολουθούν από το 1895 μέχρι σήμερα, πιστά, το μονοπάτι της παράδοσης. Μίας παράδοσης που «πατά» στην τέχνη και στη μαεστρία του παππού Αδαμούσιου (Μούσιου) Τζώτζα και η οποία 129 χρόνια μετά, παραμένει ατόφια στα χέρια της τρίτης γενιάς ζαχαροπλαστών της οικογένειας με την εγγονή του, Ευδοξία Βλάχου να συνεχίζει απερίσπαστη τις ίδιες ακριβώς, συνταγές των προγόνων της.
Τα μυστικά του καλού λουκουμιού
«Θυμάμαι τον πατέρα μου να ανακατεύει με την ξύλινη σπάτουλα και με περισσή αφοσίωση πάνω από τα χάλκινα καζάνια του παππού, το μείγμα για τα λουκούμια» μου λέει η κυρία Ευδοξία. «Μπορεί να ακούγεται απλό, καθώς τα λουκούμια τα φτιάχνουμε με λιγοστά υλικά, όπως παλιά, με ζάχαρη, νερό, άμυλο, άρωμα βανίλιας και αμύγδαλο, όμως στην πραγματικότητα θέλει γνώση και δεξιοτεχνία για να δέσει η συνταγή. Και αυτή κρύβεται όχι μόνο στο σωστό βράσιμο και στο καλό ανακάτεμα αλλά και στις αγνές πρώτες ύλες» μου εξηγεί.
Σήμερα η κυρία Ευδοξία και ο σύζυγός της, Γιώργος Βλάχος, συνεχίζουν την συνταγή του παππού Μούσιου, δουλεύοντάς τα όλα στο χέρι και μάλιστα στα ίδια ακριβώς, χάλκινα καζάνια που πρωτοχρησιμοποίησε ο παππούς στο εργαστήριό του. Οι ποσότητες που βγάζουν είναι περιορισμένες καθώς δεν απολαμβάνουν της πολυτέλειας των μηχανημάτων και αρνούνται πεισματικά -όπως και ο κ. Νίκος, ο μπαμπάς της κ. Ευδοξίας- να κάνουν εκπτώσεις στην ποιότητα. Έτσι, «για δύο ώρες, μέρα παρά μέρα, στέκουμε στωικά πάνω από το καζάνι ανακατεύοντας με την ξύλινη σπάτουλα προσεκτικά για να μη κολλήσει το μείγμα.
Έπειτα και αφού δέσει, το μεταφέρουμε σε ξύλινα τελάρα, το αφήνουμε όλη τη νύχτα για να ξεκουραστεί και να κρυώσει και την επομένη το κόβουμε και πασπαλίζουμε τα κομμάτια του με ζάχαρη άχνη. Στο τέλος τα συσκευάζω εγώ προσωπικά, και πάλι όλα στο χέρι ένα προς ένα, σε κουτάκια του μισού κιλού και τα στέλνουμε σε τουριστικά και ντελικατέσεν, σε Ελλάδα και Ευρώπη».
Το αποτέλεσμα όλης αυτής της κοπιαστικής εργασίας, φέρνει στην αγορά λουκούμια φρέσκα, μυρωδάτα και αφράτα που λιώνουν στο στόμα, χωρίς να το βαραίνουν και, κυρίως, χωρίς να κολλάνε στα δόντια. Και το σημαντικότερο; «Σήμερα φτιάχνω και την επομένη παραλαμβάνουν» μου διευκρινίζει η κ. Ευδοξία. «Δεν έχουμε αποθήκες για να φυλάμε στοκ προϊόν. Είναι στην κυριολεξία, από την παραγωγή στην κατανάλωση» συμπληρώνει.
Η μοναδική χειροποίητη καραμέλα-«μαξιλάρι» στην Ελλάδα
Το ίδιο όμως φρέσκιες και μυρωδάτες είναι και οι καραμέλες Μούσιου, οι οποίες σήμερα διατίθενται, κλεισμένες στα ρετρό γυάλινα βαζάκια τους, σε δώδεκα διαφορετικές γεύσεις (ο παππούς είχε ξεκινήσει φτιάχνοντας μόνο μέντα, τριαντάφυλλο και κανέλα ενώ πλέον κυκλοφορούν μέχρι και γεύσεις βύσσινου, ούζου, μαστίχας ή καφέ). «Τη συγκεκριμένη καραμέλα δεν την κάνει άλλος στην Ελλάδα, εγώ και ο άντρας μου είμαστε οι τελευταίοι» με πληροφορεί η κ. Ευδοξία. Και εδώ, όπως και στα λουκούμια ή στο υποβρύχιο, όλη η δουλειά γίνεται στο χέρι, πάνω στους μαρμάρινους πάγκους που απλώνεται το καλοδουλεμένο μείγμα από νερό, ζάχαρη και κρεμόριο. «Αυτή την τέχνη την εξέλιξε ο πατέρας μου τη δεκαετία του ’60 όταν στο εργαστήριό του δούλευαν 20 άτομα προσωπικό. Τη δεκαετία του ’70 όμως οι περισσότεροι υπάλληλοι έφυγαν είτε μεταναστεύοντας στο Εξωτερικό, είτε πηγαίνοντας να εργαστούν στην επεξεργασία της γούνας που τότε άρχισε να ακμάζει. Τότε ο πατέρας μου, προτίμησε να μειώσει την ποσότητα παραγωγής παρά να κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα των προϊόντων του. Και αυτό είναι κάτι που το δίδαξε μετέπειτα και σε μένα. Ο πατέρας μου έμεινε ενεργός στο εργαστήριο, μέχρι και την ηλικία των 82 ετών» θυμάται η κ. Ευδοξία.
Από την Καστοριά στον Λευκό Οίκο και στο Άγιο Όρος
Η ελληνική ομογένεια στις ΗΠΑ ως γνωστόν έχει ισχυρούς και διαχρονικούς δεσμούς με τον Λευκό Οίκο και τον εκάστοτε Αμερικανό Πρόεδρο. «Κάθε φορά, λοιπόν, εδώ και δεκαετίες, που εκλέγεται νέος Πρόεδρος της Αμερικής» μου αποκαλύπτει η κ. Ευδοξία «επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία. Εκπρόσωποι της ελληνικής ομογένειας επισκέπτονται τον Λευκό Οίκο για να δώσουν τα διαπιστευτήριά τους στον νεοεκλεχθέντα Πρόεδρο και για να του προσφέρουν ως δώρο από την πατρίδα μας ένα καλάθι γεμάτο με ελληνικά προϊόντα μεταξύ αυτών και της οικογένειας Μούσιου».
Εκτός όμως από τον Λευκό Οίκο, τα λουκούμια Μούσιου φαίνεται πως ταξιδεύουν συχνά πυκνά και στις Μονές του Αγίου Όρους. «Όταν ζούσε ο Μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ιάκωβος, σε μία από τις επισκέψεις του στο Άγιο Όρος, τον κέρασαν ένα από τα λουκούμια μας» μου λέει η κ. Ευδοξία και συνεχίζει «Τότε εντυπωσιάστηκε και παραδέχτηκε πως πρώτη φορά δοκίμαζε τέτοια λουκούμια. Ρώτησε και έμαθε ποιοι είμαστε και έστειλε τη συνοδεία του στο Άργος Ορεστικό, που είχαμε το εργαστήριό μας, μόνο και μόνο για να μας γνωρίσουν από κοντά, να μας δώσουν τις ευχές του και για να ψωνίσουν για τον ίδιο. Από τότε και κάθε φορά που επισκεπτόταν το Άγιο Όρος, έστελνε τους ανθρώπους του να του φέρνουν τα λουκούμια μας. Τόσο πολύ του άρεσαν!».
info
Λακώμματα, Άργος Ορεστικό Καστοριάς, τηλ. 24670 43032, 6944 362 356