Στην προσπάθεια αναβάθμισης της γαστρονομικής ταυτότητας της Θεσσαλονίκης, που φλερτάρει πλέον έντονα με το fine dining, έχουν συμβάλει διάφοροι σεφ οι οποίοι έχουν αποφασίσει να αλλάξουν ριζικά τη βιτρίνα της πόλης, όπως ο Βασίλης Μουρατίδης. Γεννημένος το 1980 και με θητεία σε βραβευμένα με Michelin εστιατόρια, όπως το La Rive (με 2 αστέρια Michelin) στο Άμστερνταμ και το Parkheuvel στο Ρότερνταμ (με 3 αστέρια), επέστρεψε στην πόλη του για να μετουσιώσει την εμπειρία του σε ένα δημιουργικό, γαστρονομικό ταξίδι. Ξεκινώντας από τις κουζίνες των πεντάστερων ξενοδοχείων της Χαλκιδικής, όπως του πολυβραβευμένου Squirrel στο «Danai Beach & Villas», πήρε τη σκυτάλη από τον Herve Pronzato κάνοντας μικρά μεσογειακά θαύματα και παντρεύοντας την υψηλή κουζίνα με την ελληνική παράδοση.
Με τα χρόνια το όραμά του για ένα εστιατόριο που θα άλλαζε τα γαστρονομικά δεδομένα στη Θεσσαλονίκη καθιστώντας προσιτό το fine dining, με λογικές τιμές, πήρε σάρκα και οστά: άνοιξε στη σικάτη περιοχή της Προξένου Κορομηλά το πολυσυζητημένο ήδη Moldee, ένα από τα λίγα fine dining εστιατόρια στην πόλη. Στο Moldee δίνεται το ραντεβού μας ένα μεσημέρι με τον Βασίλη Μουρατίδη, σε ρόλο ιδιοκτήτη πλέον, να τσεκάρει την παραμικρή λεπτομέρεια και να μας εξηγεί το όραμά του. «Αν με ρωτάς τι είναι το καλό φαγητό, θα έλεγα ότι είναι αυτό που θες να φας και δεν μπορείς να το φτιάξεις, αυτό που φαντασιώνεσαι. Γιατί τι νόημα έχει να βγεις έξω για να φας γιουβέτσι από τη στιγμή που μπορείς να το κάνεις εσύ ο ίδιος; Άλλωστε το «εστιατόριο» της μητέρας σου είναι πάντα το καλύτερο. Γι’ αυτό θεωρώ ότι η δημιουργική κουζίνα ξεκινάει και τελειώνει με κάτι που δεν έχεις δοκιμάσει πριν και ξεπερνάει τα δεδομένα».
Ο αγώνας του έχει ανταμειφθεί με μια πορεία που έχει την αναγνώριση του χώρου, αφού ο ίδιος έχει ήδη βραβευτεί με 7 Χρυσούς Σκούφους και 3 αστέρια FNL. Πάντως, θεωρεί ότι η κουζίνα είναι ζήτημα θεσμών: «Σίγουρα αποτελούν ηθική και ψυχική ανταμοιβή τα βραβεία που έχω πάρει, αλλά δεν μπορώ να δω τα πράγματα προσωποκεντρικά.
Γιατί τίποτα δεν γίνεται αν δεν αλλάξουμε νοοτροπία και αν δεν αντιμετωπίσουμε τη γαστρονομία με σοβαρότητα. Τη μεγαλύτερη ευθύνη φέρει, επομένως, η Πολιτεία που εξακολουθεί να μην προωθεί την ελληνική κουζίνα στο εξωτερικό – και η απόδειξη είναι ότι ο Οδηγός Michelin παραμένει στην Αθήνα και ποτέ στην ελληνική περιφέρεια. Δεν γίνεται τίποτα αν δεν πάρουμε σοβαρά πρώτα εμείς την εθνική μας κουζίνα, αν δεν αναλάβουμε πρωτοβουλίες ως Πολιτεία, αν δεν διαμορφώσουμε θεσμούς και αν δεν καταστήσουμε τη γαστρονομία κομμάτι της παιδείας, αφού είναι στοιχείο του πολιτισμού μας».
Κεντρική φωτογραφία: Αλέξανδρος Αβραμίδης