Το νεοκλασικό του 1930 της οδού Δημητρακοπούλου στο Κουκάκι, όπου στεγάζεται τώρα το Esthio, ήταν μια οικία με τεράστια σάλα. Είχε μεγάλη αυλή με τριανταφυλλιές ενώ στο πίσω μέρος του -εκεί που τώρα βρίσκεται η Συγγρού- υπήρχαν διάσπαρτες ελιές.

Το Esthio αποτελεί το εστιατορικό εγχείρημα των Γιάννη Μπουτσικάρη και Θοδωρή Λεονταρίτη και τον σεφ Έλβι Δημήτρη Ζύμπα (Alficon, Artist). Με τις εργασίες για την ανακαίνιση της σάλας να συνεχίζονται, άνοιξε την αυλή του στα μέσα Ιουνίου σε όσους επιθυμούν να μάθουν και να δοκιμάσουν γεύσεις της κουζίνας των χωρών της Βαλκανικής χερσονήσου. Βαμμένο σε απαλό φιστικί, κρατάει αναλλοίωτη την παλιά του γοητεία ενώ στη στρωμένη με ξύλο αυλή, το βλέμμα τραβάει η αναπαλαιωμένη καγκελόπορτα, που έφτιαξε στο χέρι ο πατέρας του Θοδωρή Λεονταρίτη. Στο εσωτερικό, η ανοιχτή κουζίνα περιστοιχίζεται από κομψά γείσα. Πρόκειται σύντομα να επεκταθεί στην υπό κατασκευή σάλα που, σύμφωνα με το πλάνο, θα είναι γεμάτη παράθυρα και θα έχει χαλιά με βαλκανικά σχέδια στους τοίχους της.

Ο σεφ Έλβι Δημήτρη Ζύμπα σχεδίαζε το συγκεκριμένο πρότζεκτ εδώ και καιρό. Είχε μάλιστα λανσάρει στο μενού του Alficon, του προηγούμενου εστιατορίου του, πιάτα όπως ο γιαουρτοταβάς για να δει την ανταπόκριση του κόσμου στη βαλκανική κουζίνα. «Μου αρέσει να βρίσκω και να καλύπτω τα κενά στη γαστρονομική σκηνή της πόλης και το Esthio πιστεύω ότι θα κάνει ακριβώς αυτό», μου λέει ο σεφ.

Το μενού περιλαμβάνει παραδοσιακές γεύσεις από την Ελλάδα, την Αλβανία, τη Σερβία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και τη Βουλγαρία, στις οποίες ο σεφ προσθέτει τις προσωπικές του πινελιές. Ακολουθεί την εποχικότητα και πολλά συστατικά πιάτων, όπως το γιαούρτι, δημιουργούνται μέσα στη κουζίνα. Κάνουν, επίσης, το δικό τους προζυμένιο ψωμί από τρία άλευρα, το οποίο, συνοδευόμενο από ελιές, ελαιόλαδο Μάνης και αρωματική πατατοσαλάτα εμπλουτισμένη με μαϊντανό, ξεκινά το γεύμα.

Ένα παραδοσιακό πιάτο με καταγωγή από τη Σερβία που έχει ως βάση του το κρέας και μοιάζει με το κεμπάπ -το ćevapi- ήταν εκείνο που αποτέλεσε την έμπνευση για την καπνιστή και ελαφρώς πικάντικη μαριναρισμένη μπάφα που μας σερβιρίστηκε πάνω σε χειροποίητη πίτα με κρέμα φασολιού και πίκλα κρεμμυδιού. Το μοσχαρίσιο ταρτάρ με πούδρα μανιταριού, μουστάρδα και τριμμένο φουντούκι, το κοκκινιστό χταπόδι μέσα σε φύλλο – βασισμένο σε συνταγή από τα Επτάνησα – καθώς και το κατσικάκι με βλίτα, σταμναγκάθι, μυζήθρα, jus από τα κόκαλα του κρέατος και μελιτζάνα σε δύο υφές (κρέμα και ψητή), βρήκαν και αυτά θέση στο τραπέζι μας. Εκείνο, όμως, που αξίζει να δοκιμάσετε είναι ο γιαουρτοταβάς – παραδοσιακό έδεσμα από την Αλβανία, χώρα καταγωγής του σεφ – με σοταρισμένα αρνίσια γλυκάδια και καλοψημένο ρύζι, ανακατεμένο με γιαούρτι και αυγά. Του χάριζαν ντελικάτη οξύτητα και μεστή γεύση.

Από τα επιδόρπια ξεχώρισα, την ανάλαφρη κρέμα μουσταλευριάς, με τριμμένο μουστοκούλουρο και σορμπέ σταφύλι (τους το προμηθεύει το γειτονικό Django) που ένωνε αρμονικά γλυκά και όξινα στοιχεία. Πέρα από το a la carte μενού, το Esthio προσφέρει και μενού γευσιγνωσίας 5 σταδίων – με δύο πρώτα και δύο κυρίως πιάτα καθώς και ένα επιδόρπιο – που δημιουργείται κατόπιν συνεννόησης με τον σεφ και βασίζεται στα πιάτα του μενού.

Η λίστα κρασιών συμπεριλαμβάνει επιλογές από τον Ελληνικό αμπελώνα και φέρει την υπογραφή του Πέρι Παναγιωτακόπουλου που, κατά την προσφιλή του συνήθεια, παίζει με ήπιας οινοποίησης ετικέτες. Μελλοντικός στόχος είναι να συμπεριληφθούν φιάλες από όλες τις Βαλκανικές χώρες.

info
Δημητρακοπούλου 7, Αθήνα, τηλ. 213 0452 865

Φωτογραφίες: Άννα Τασιούλα