Ο Λεωνίδας Νασιάκος και ο Γιώργος Σκούρας αναλαμβάνουν να αποκωδικοποιήσουν τις τάσεις του μέλλοντος και να λύσουν κάθε απορία για το ποια ελληνικά κρασιά θα ξεχωρίσουν τα επόμενα χρόνια στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Αυτό που διαφοροποιεί το κρασί από άλλα ποτά είναι η ιστορία του που πηγαίνει χιλιετηρίδες πίσω, η πολυσύνθετη προσωπικότητά του αλλά και ο μύθος του, όλα εκείνα που συνδέονται με την παραγωγή, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και την κατανάλωσή του. Πώς θα είναι όμως τα επόμενα μεγάλα ελληνικά κρασιά και ποιες ελληνικές ποικιλίες κάνουν επιτυχημένη καριέρα στο εξωτερικό;
Την απάντηση δίνουν ο Λεωνίδας Νασιάκος της Οινοποιητικής Σεμέλη και ο Γιώργος Σκούρας του Κτήματος Σκούρα.
Πώς θα είναι τα επόμενα μεγάλα ελληνικά κρασιά;
Από τον οινολόγο και γενικό διευθυντή της Σεμέλης, Λεωνίδας Νασιάκο:
Μεγάλα κρασιά είμαι εκείνα που μπορούν να αντέξουν στο χρόνο και, αν αναζητήσουμε τέτοια χαρακτηριστικά ανάμεσα στις ελληνικές ποικιλίες, θα οδηγηθούμε στο Αγιωργίτικο Νεμέας, το Ασύρτικο της Σαντορίνης και το Ξινόμαυρο της Βόρειας Ελλάδας. Είναι ποικιλίες που έχουν αποδείξει ότι έχουν μεγάλο δυναμικό παλαίωσης, ειδικά όταν προέρχονται από προσεγμένα αμπελοτόπια. Αυτές είναι οι ποικιλίες που έχουν να δώσουν ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια.
Αναμένουμε Αγιωργίτικο υψηλόβαθμο, βαθύχρωμο και με γεμάτο στόμα. Ασύρτικο με χαρακτηριστική μεταλλικότητα, υψηλή οξύτητα και λεμονάτα αρώματα. Ξινόμαυρο φινετσάτο, με καλές οξύτητες και χαμηλότερη αλκοόλη.
Ποιες ελληνικές ποικιλίες αγαπούν στο εξωτερικό;
Από τον Γιώργο Σκούρα, οινολόγο και οινοποιό του Κτήματος Σκούρα:
Ήμουν από τους πρώτους παραγωγούς που βρέθηκαν στο εξωτερικό υποστηρίζοντας τις ελληνικές ποικιλίες και μπορώ να πιστοποιήσω το έντονο ενδιαφέρον των ανθρώπων του κρασιού παγκοσμίως για 100% ελληνικές ποικιλίες.
Ξεκινώ από προσωπική εμπειρία μου με το Αγιωργίτικο, που το θεωρούν φιλικό και ευγενικό, το Μοσχοφίλερο που το ξεχωρίζουν για τη δροσιά και τα αρώματά του, το Ξινόμαυρο που τελευταία κάνει πιένες σε αναγνωρισιμότητα για το νευρικό και ατίθασο χαρακτήρα του και, φυσικά, τον σταρ του ελληνικού αμπελώνα που λέγεται Ασύρτικο Σαντορίνης. Όμως επειδή το κοινό στο εξωτερικό εμβαθύνει και ψάχνεται αναζητά ποικιλίες όπως το Βιδιανό, το Κοτσιφάλι και το Λιάτικο από τη Κρήτη, Ροδίτη από την Πελοπόννησο, Αθήρι από τα Δωδεκάνησα, Ρομπόλα από την Κεφαλονιά, αλλά εκπλήσσονται και από άγνωστες και σπάνιες ποικιλίες όπως Μαυρόστυφο, Καλαβρυτινό, Γουστολίδι.
Αυτό που ανακαλύπτουν στις ελληνικές ποικιλίες αμπέλου με έκπληξη είναι οι καινούριες γεύσεις ενός παλαιού κόσμου, εκπλήσσονται με τον αριθμό των ποικιλιών, 365 ποικιλίες καλλιεργούνται στην Ελλάδα. Ταυτόχρονα, τα τελευταία χρόνια ενδιαφέρονται να μάθουν τους τόπους, τις τεχνικές, τις υποδομές και τους ανθρώπους πίσω από το κρασί. Αυτό φαίνεται από τις συνεχείς βραβεύσεις και από τις υψηλές βαθμολογίες που συγκεντρώνουν στους διεθνείς διαγωνισμούς τα ελληνικά κρασιά. Αποτέλεσμα όλων αυτών των προσπαθειών είναι η μεγαλύτερη ζήτηση και οι πωλήσεις στις διεθνείς αγορές. Κάθε χρόνο στην Ελλάδα έρχονται επαγγελματίες του κρασιού για να επισκεφθούν τα οινοποιεία και τα αμπελοτόπια της, να εκπαιδευτούν και να διδαχθούν.