Οι πληροφορίες που αναγράφονται στις ετικέτες των κρασιών ορίζονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η ετικέτα ενός οίνου ποιότητας (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης – ΠΟΠ) πρέπει να περιέχει τις ακόλουθες
πληροφορίες: Τοπωνύμιο της Ονομασίας Προέλευσης, πλήρη τίτλο της κατηγορίας στην οποία ανήκει (ΠΟΠ), αλκοόλη κατ’ όγκο (ABV), όγκο κρασιού ανά φιάλη, όνομα παραγωγού, αριθμό αδείας και διεύθυνση της εταιρείας εμφιάλωσης. Μπορεί επίσης να συμπεριληφθεί ο τύπος του κρασιού (χρώμα και χαρακτήρας) και η χρονιά του τρύγου, αν και αυτό δεν είναι υποχρεωτικό.
H ετικέτα οίνων ποιότητας που παράγονται σε ζώνες ΠΟΠ ενδέχεται επίσης να αναγράφει τους όρους που καθορίζουν την περίοδο παλαίωσης πριν διατεθούν στην αγορά. Αυτοί είναι οι όροι Επιλεγμένος και Ειδικά Επιλεγμένος (Reserve και Grande Reserve).
Α.Επιλεγμένος (Reserve)
Λευκά κρασιά: Απαιτείται ένας χρόνος παλαίωσης, με ελάχιστο όριο έξι μήνες σε δρύινα βαρέλια και τουλάχιστον τρεις μήνες στη φιάλη.
Ερυθρά κρασιά: Απαιτούνται δύο χρόνια παλαίωσης, με ελάχιστη διάρκεια 12 μήνες σε δρύινα βαρέλια και τουλάχιστον έξι μήνες στη φιάλη.
Β.Ειδικά Επιλεγμένος (Grande Reserve)
Λευκά κρασιά: Απαιτούνται τουλάχιστον δύο χρόνια παλαίωσης, με ελάχιστο 12 μήνες σε δρύινα βαρέλια και τουλάχιστον έξι μήνες σε φιάλη.
Ερυθρά κρασιά: Απαιτούνται τουλάχιστον 18 μήνες παλαίωσης σε δρύινα βαρέλια και ακόμη 18 μήνες σε φιάλη. Διατίθενται στην αγορά μετά από συνολικά τέσσερα χρόνια παλαίωσης.
Για τα κόκκινα κρασιά δεν ορίζεται το μέγεθος του βαρελιού, σε αντίθεση με τα λευκά, τα οποία πρέπει να παλαιώνονται σε βαρέλια μέγιστης χωρητικότητας 600 λίτρων. Επιπλέον, η ετικέτα ερυθρών κρασιών που παλαιώνονται σε δρύινα βαρέλια για έξι μήνες και διατίθενται στην αγορά ένα χρόνο μετά τον τρύγο μπορεί να περιλαμβάνει τη φράση «παλαιωμένο σε βαρέλι», με την πρόσθετη φράση «για έξι μήνες». Για λευκά και ροζέ κρασιά, ο ίδιος όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακόμη και για περίοδο παλαίωσης τριών μηνών σε δρύινα βαρέλια. Όταν το κρασί έχει υποστεί ζύμωση και παλαίωση σε δρύινα βαρέλια, η ετικέτα περιλαμβάνει τη φράση «ζύμωση και παλαίωση σε βαρέλι».
Όσον αφορά τα απλά κρασιά, οι όροι που ακόμη απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται στην ετικέτα είναι η γεωγραφική ένδειξη, η ποικιλία ή οι ποικιλίες και το έτος τρύγου, ενώ είναι υποχρεωτικό η ετικέτα να φέρει το όνομα του παραγωγού, την τοποθεσία εμφιάλωσης, την περιεκτικότητα σε αλκοόλ και τον όγκο. Για τους επιτραπέζιους οίνους που έχουν παλαιωθεί σε δρύινα βαρέλια, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο όρος «Κάβα».
Σύμφωνα με τον όρο αυτό, οι περίοδοι παλαίωσης ορίζονται ως εξής:
Λευκά κρασιά: Τουλάχιστον έξι μήνες σε δρύινα βαρέλια και έξι μήνες σε φιάλη.
Ερυθρά κρασιά: Τουλάχιστον ένα χρόνο σε δρύινα βαρέλια και ένα χρόνο σε φιάλη.
Η ετικέτα μπορεί επίσης να περιλαμβάνει όρους όπως «κτήμα», «αμπελώνας μεγάλου υψομέτρου», «μοναστήρι», «κάστρο», «πύργος», «έπαυλη» και «βίλα», εφόσον το εν λόγω κρασί είναι ΠΟΠ ή ΠΓΕ. Η ίδια ένδειξη δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ταυτόχρονα για ΠΟΠ και ΠΓΕ κρασιά όταν αυτά προέρχονται από τον ίδιο αμπελώνα,το όνομα του οποίου πρέπει να αναφέρεται παράλληλα με τις προαναφερθείσες ενδείξεις. Η αναγραφή των όρων αυτών πρέπει να είναι στην ελληνική γλώσσα, και επίσης να συνοδεύεται από τη μετάφραση της ένδειξης. Ωστόσο, η αναγραφή ελληνικών λέξεων με λατινικούς χαρακτήρες δεν θεωρείται έγκυρη και παραβαίνει τους κανονισμούς.
Όσον αφορά τους οίνους βιολογικής καλλιέργειας, επιτρέπονται ορισμένες ενδείξεις για χρήση στην ετικέτα, όπως «οίνος από σταφύλια βιολογικής καλλιέργειας», «οίνος από σταφύλια βιολογικής γεωργίας» ή «βιολογικός οίνος». Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει προσπάθειες αναθεώρησης των κανονισμών που επιβάλλονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με στόχο τη διαμόρφωση ενός νέου νομικού πλαισίου που θα επιτρέπει τη χρήση ορισμένων από τους προαναφερθέντες όρους εάν τα κρασιά πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές.