Μέχρι σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θεσπίσει και έχει ακολουθήσει αυστηρούς κανόνες για τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα. Οτιδήποτε περιέχει Γενετικά Τροποποιημένους Οργανισμούς (ΓΤΟ), περνάει από ελέγχους για την ασφάλεια και φέρει υποχρεωτική σήμανση, ώστε ο καταναλωτής να γνωρίζει τι αγοράζει. Αυτές τις μέρες όμως, εξετάζεται μια νέα νομοθετική πρόταση που αφορά τα φυτά που τροποποιούνται με σύγχρονες τεχνικές, όπως η CRISPR.

Αν η πρόταση αυτή εγκριθεί, τα περισσότερα από τα «νέα φυτά» (τα λεγόμενα NGT1) δεν θα χρειάζονται ελέγχους, δεν θα φέρουν σήμανση και δεν θα μπορούν να αποκλειστούν από χώρες που δεν τα επιθυμούν. Για τους καταναλωτές, αυτό σημαίνει ότι τρόφιμα από γενετικά επεξεργασμένα φυτά μπορεί να βρουν τελικά, μετά από δεκαετίες απαγορεύσεων, το δρόμο για το τραπέζι τους, χωρίς μάλιστα αυτοί να το γνωρίζουν.

Ήδη από το 1990, οι χώρες της Ευρώπης αντιμετώπιζαν τους Γενετικά Τροποποιημένους Οργανισμούς με σκεπτικισμό, αναφορικά με την απελευθέρωσή τους στο περιβάλλον, αλλά και τη διάθεσή τους στην ευρωπαϊκή αγορά. Η πρώτη Ευρωπαϊκή Οδηγία που κυκλοφόρησε ήταν η 90/220/ΕΟΚ, η οποία αποτέλεσε το πρώτο ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο. Αυτή η νομοθεσία υπήρξε η βάση για τη μετέπειτα πιο εξειδικευμένη νομοθεσία που ακολούθησε, την Οδηγία 2001/18/ΕΚ. Για πάνω από δύο δεκαετίες δηλαδή, η Ευρωπαϊκή Ένωση εφάρμοσε ένα από τα αυστηρότερα νομοθετικά πλαίσια παγκοσμίως για τα γενετικά επεξεργασμένα τρόφιμα, με έμφαση στην προστασία της ανθρώπινης υγείας, του περιβάλλοντος και τη διαφάνεια, ως προς τους καταναλωτές.

Τι είναι οι ΓΤΟ στα τρόφιμα;

Οι Γενετικά Τροποποιημένοι Οργανισμοί είναι οργανισμοί των οποίων το γενετικό υλικό έχει τροποποιηθεί, με τεχνικές όπως η τεχνολογία του ανασυνδυασμένου DNA. Μέσω αυτών, εισάγονται ή αφαιρούνται γονίδια από τον γενετικό τους κώδικα, με σκοπό την απόκτηση επιθυμητών χαρακτηριστικών, από την αντοχή τους στα παράσιτα, μέχρι την αυξημένη παραγωγικότητα. Η τροποποίηση αυτή μπορεί να προέρχεται με χρήση «υλικού» από το ίδιο το είδος ή και από εντελώς διαφορετικά είδη, κάτι που έχει προκαλέσει ανησυχίες και επιστημονικές συζητήσεις εδώ και δεκαετίες.

Τι ίσχυε μέχρι τώρα;

Η Ευρωπαϊκή Ένωση εφαρμόζει εδώ και χρόνια ένα από τα αυστηρότερα κανονιστικά πλαίσια παγκοσμίως. Βάσει της Οδηγίας 2001/18/ΕΚ, κάθε είδος που θεωρείται επεξεργασμένο, υπόκειται σε αξιολόγηση περιβαλλοντικού και διατροφικού κινδύνου, πριν εγκριθεί για καλλιέργεια ή κατανάλωση. Τα κράτη-μέλη έχουν δικαίωμα να απαγορεύσουν μονομερώς την καλλιέργεια συγκεκριμένων γενετικά τροποποιημένων φυτών.

Κρίσιμος πυλώνας αποτελεί και η υποχρεωτική σήμανση των προϊόντων που περιέχουν ή αποτελούνται από ΓΤΟ, εξασφαλίζοντας διαφάνεια και ελευθερία επιλογής για τους καταναλωτές.

Πιθανές επιπτώσεις στην υγεία και το περιβάλλον

Τα στοιχεία από τις μέχρι τώρα μελέτες δείχνουν ότι η γενετική επεξεργασία, όσο στοχευμένη και αν είναι, ενδέχεται να προκαλέσει απρόβλεπτες επιδράσεις στο DNA των φυτών. Αυτές με τη σειρά τους, μπορεί να επηρεάσουν τη θρεπτική αξία, να δημιουργήσουν τοξικές ενώσεις ή να επηρεάσουν τη συμπεριφορά του φυτού στο περιβάλλον (π.χ. επιθετικότητα, διασταυρώσεις με άγρια είδη). Η επιμόλυνση συμβατικών ή βιολογικών καλλιεργειών είναι δύσκολο να ελεγχθεί, ειδικά από τη στιγμή που δεν θα υπάρχει επίσημη καταγραφή ή παρακολούθηση. Τέλος η ενδεχόμενη έλλειψη σήμανσης, θα καταστήσει δύσκολο τον εντοπισμό προβλημάτων μετά την κυκλοφορία των προϊόντων στην αγορά.

Τι είναι οι Νέες Γονιδιωματικές Τεχνικές (ΝΓΤ);

Τα τελευταία χρόνια, η επιστημονική κοινότητα έχει αναπτύξει πιο ακριβείς και «καθαρές» μεθόδους τροποποίησης, γνωστές ως Νέες Γονιδιωματικές Τεχνικές (ΝΓΤ). Η πιο διαδεδομένη είναι το σύστημα CRISPR/Cas, που επιτρέπει στοχευμένες παρεμβάσεις στο DNA χωρίς την προσθήκη ξένου γενετικού υλικού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ταξινομήσει τις ΝΓΤ σε δύο βασικές κατηγορίες:

– ΝΓΤ-1: Φυτά με έως 20 γενετικές αλλαγές, θεωρούμενα ως «ισοδύναμα» με τα φυσικά.
– ΝΓΤ-2: Φυτά με πιο εκτεταμένες τροποποιήσεις, που θα υπόκεινται σε αξιολόγηση κινδύνου.

Από τον Μάιο 2025, οι ΝΓΤ βρίσκονται στο επίκεντρο των διαπραγματεύσεων, καθώς η Κομισιόν προτείνει την εξαίρεση των φυτών ΝΓΤ-1 από την ισχύουσα αυστηρή νομοθεσία, με κατάργηση της σήμανσης στα τρόφιμα, της ιχνηλασιμότητας και του ελέγχου. Η πρόταση της Κομισιόν έχει πυροδοτήσει πλήθος αντιδράσεων, τόσο σε περιβαλλοντικές οργανώσεις και μικροκαλλιεργητές, όσο και σε μεγάλες μονάδες της ευρωπαϊκής βιομηχανίας τροφίμων.

Η επιστημονική διχογνωμία και η Αρχή της Προφύλαξης

Παρότι η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA) δεν απορρίπτει την «ισοδυναμία» των ΝΓΤ-1 με τα φυσικά φυτά, αρκετές επιστημονικές επιτροπές κρατών όπως η Γαλλία, η Αυστρία και η Γερμανία εκφράζουν σοβαρές επιφυλάξεις. Αυτές οι επιφυλάξεις εμπίπτουν στην αρχή της προφύλαξης (precautionary principle), η οποία εφαρμόζεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, όταν υπάρχει πιθανότητα μια πολιτική ή δράση να προκαλέσει ζημιά στον άνθρωπο ή το περιβάλλον, αλλά δεν υπάρχει ακόμα επιστημονική συναίνεση ή επαρκής βεβαιότητα για το μέγεθος ή την ύπαρξη του κινδύνου, η ΕΕ μπορεί να λάβει προστατευτικά μέτρα ή να αποφύγει τη λήψη της συγκεκριμένης δράσης, έως ότου διατεθούν περισσότερα επιστημονικά δεδομένα.

Προς ποια κατεύθυνση οδεύουμε σήμερα;

Το προηγούμενο Ευρωκοινοβούλιο είχε ζητήσει:
– Υποχρεωτική σήμανση μέχρι τον τελικό καταναλωτή.
– Απαγόρευση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας για τα ΝΓΤ φυτά.
– Ενισχυμένη αξιολόγηση περιβαλλοντικού κινδύνου.

Ωστόσο, αν η τελική συμφωνία της τριμερούς διαπραγμάτευσης δεν συμπεριλάβει αυτές τις προτάσεις, υπάρχει ο κίνδυνος να θεσπιστεί ένα χαλαρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο, χωρίς επιστημονικά τεκμήρια, χωρίς προφύλαξη και χωρίς διαφάνεια. Όμως η απουσία επαρκούς εποπτείας και διαφάνειας εγκυμονεί κινδύνους που δεν είναι αναστρέψιμοι. Οι καταναλωτές έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν τι τρώνε. Και αυτό το δικαίωμα δεν πρέπει να υπονομευθεί στο βωμό της «τεχνολογικής προόδου».

Διαβάστε επίσης:

Απόθεμα τροφίμων για 72 ώρες ζητά η Κομισιόν – Τι πρέπει να έχουμε για ώρα ανάγκης