Κάπου στην Τούμπα, το ουζερί-καφενείο του παππού που ήρθε από τη Μαύρη Θάλασσα εξελίσσεται σε ψαρομάγαζο που έγινε μύθος πρωτίστως για την ταραμοσαλάτα και τον αχνιστό γιακά από ψάρι.
Η παλιά Μαύρη Θάλασσα δεν χωρά πια τους… κολυμβητές της, μετακομίζει λαμπρότατη, πολυτελής και λιτή συνάμα στην αστική Καλαμαριά. Ο Αλέκος Τοκίδης είναι γνώστης, είναι αυτοδίδακτος, είναι λιγομίλητος, ό,τι έχει να σου πει θα στο πει στο πιάτο. Παρέα με τη γυναίκα του, τη Σόνια Μαργαρίτη, προτιμούν τα ιδιαίτερα της κουζίνας τους από τις δημόσιες σχέσεις στη σάλα, οι οποίες, εξάλλου βρίσκονται στα καλύτερα χέρια ενός εμπειρότατου προσωπικού. Ο Αλέκος, όμως, είναι και ανήσυχος. Στην Καλαμαριά δεν αναβάθμισε μόνο το τοπίο αλλά και την κουζίνα του, η οποία προκύπτει απλά εντυπωσιακή, μια εμπειρία θαλασσινής ζωής.
Το μενού καθρεφτίζει τον χαρακτήρα του: μαρούλι, κουτσομούρα, άντε και γλώσσα αχνιστή. Καμία περιγραφή πάνω από δύο λέξεις. Ίσως και μόνο αυτή η δωρικότητα να σε κάνει να μην πιστεύεις ούτε στα μάτια αλλά ούτε και στον ουρανίσκο σου, μόλις καταφθάνει το πιάτο. Ο Αλέκος, στην εποχή της φιοριτούρας, έχει καταφέρει τη δική του επανάσταση, που μαγειρεύεται μόνο με την εκλεκτότερη πρώτη ύλη, άριστο ελαιόλαδο της Καλαμάτας και ελάχιστο λεμόνι. Τελεία. Ύστερα, κλείνεις τα μάτια στην ηδονή από ένα καρπάτσο με γαρίδα Καλλικράτειας, καρπάτσο καραβίδας ή ροφού ή ένα ολόκληρο ωμό μπαρμπούνι, γλυκό, βελούδινο, ολοστρόγγυλο, χωρίς οξύτητες, σαν να κοινωνείς τον ίδιο τον Ποσειδώνα.
Ο υπέροχος λευκός ταραμάς στη θέση του, η λιτότητα της ψητής καπνιστής μελιτζάνας με λίγη φέτα, της κόκκινης ψιλοκομμένης ολόγλυκης πιπεριάς. Τη μαεστρία του ιδανικά ψημένου ψαριού. Μια χωριάτικη, που όμοιά της δεν έχεις δει και δεν έχεις ξαναφάει. Το αχνιστό ψάρι, με μια ελαφρώς λεμονάτη, δεμένη σάλτσα, με πρωταγωνιστή το ελαιόλαδο. Το ψητό καλαμάρι ολόφρεσκο, λεπτή σάρκα να λιώνει στο ελάχιστο ψήσιμό του. Και τέλος, μπουκίτσες κομψές, μπαμπαδάκι, εκλέρ, τρίγωνο Πανοράματος, σκέτη γλύκα.
info
Χιλής & Ν. Πλαστήρα 3, Καλαμαριά, Θεσσαλονίκη, τηλ. 2310 932542.