«Πώς είναι άραγε ένα election night party το 2020;». Αυτό αναρωτιόταν πριν μερικές μέρες το Vanity Fair σε μια ημέρα εκλογών όπου τίποτα δεν θυμίζει το πάλαι ποτέ. Για να καταλήξει στο αυτονόητο: επιστροφή στην αυθεντική αμερικάνικη κουζίνα που ουδεμία σχέση έχει με το μαρκετινίστικο-κάτι που θριαμβεύουν οι Αμερικανοί-τρίπτυχο: μπέργκερ-χοτ ντογκ-τηγανητό κοτόπουλο ή eggs benedict-steak-cheesecake.

Γιατί η αυθεντική αμερικάνικη κουζίνα κάθε άλλο παρά κοινότυπη είναι. Όπως άλλωστε, και το melting pot της κουλτούρας της. Ινδιάνοι, Ισπανοί κονκισταδόρες, Βρετανοί και Γάλλοι άποικοι, Αφροαμερικανοί, Σεφαραδίτες Εβραίοι, Ιρλανδοί, Ιταλοί και Έλληνες μετανάστες, Ασιάτες, Πολυνήσιοι, Μεξικάνοι, Καναδοί. Ένα κράμα πολιτισμικής ανοχής-πόσο επίκαιρη!-που αποτυπώνει στο πιάτο αυτό που είναι η ταυτότητα της Αμερικής στην ουσία της.

Μια κουζίνα βαθιά, πλούσια και ελάχιστα μελετημένη όπως της αξίζει, που καταγράφεται πρώτη φορά το 1747 στο δημοφιλές μπεστ σέλλερ ενός αιώνα, The Art of Cookery Made Plain and Easy της Hannah Glasse, και καλύπτει την κρεολέζικη παράδοση της Λουϊζιάνα, την αυτόχθονη κληρονομιά της Μινεσότα και βόρειας Ντακότα, τις ολλανδέζικες ρίζες της Πενσυλβάνια με ισχυρό το βορειοευρωπαϊκό στοιχείο, και την soul food των Αφροαμερικανών, κατηγορία από μόνη της με σπάνια παρακαταθήκη.

Και για ένα 24ωρο ακολουθούμε τη διαδρομή Νέα Υόρκη-Λος Αντζελες με ενδιάμεσες στάσεις στις πιο «αμερικανικές» πολιτείες ανακαλύπτοντας αυτό που κάνει την Αμερική «χώρα μαγική». Ο τρόπος να συμπυκνώνει -ακόμα και στο φαγητό- το παρελθόν στο μέλλον.

Πρωινό

Mexican Hot Chocolate, Λος Αντζελες: η ζεστή σοκολάτα των Μεξικάνων εργατών που πέρασε στα πιο hip καφέ του Λος Αντζελες και κατοχυρώθηκε σαν Mexican Hot Chocolate. Το μυστικό βρίσκεται στην βανίλια, την κανέλα, το πιπέρι καγιέν και το μοσχοκάρυδο που δίνουν την καυτερή γεύση. Ανάλογα με τις αντοχές, μάλιστα, γίνεται και πιο πιπεράτη.

Βrown Bobby, Iλινόις: τριγωνικά ντόνατς που ψήνονται στην Brown Bobby Machine, κάτι αντίστοιχο με βαφλιέρα. Η συσκευή έκανε πάταγο το΄30 με μεγάλο ατού ότι πρόκειται για greaseless ντόνατς αφού δεν απορροφούν την ίδια ποσότητα λίπους με τα τηγανητά.

Δεκατιανό

Lobster roll, Μέιν: το πιο διάσημο σάντουιτς του Μέιν όπου οι αστακοί είναι σήμα κατατεθέν. H πρώτη καταγραφή γίνεται το 1929 στο Perry’s, μια παραλιακή καντίνα που σέρβιρε μόνο αστακούς και κυδώνια. Ο ιδιοκτήτης, Harry Perry, το έφτιαξε για ένα σταθερό πελάτη αλλά έγινε τόσο δημοφιλές που μέχρι το 1977 η καντίνα ήταν γνωστή ως Home of the Famous Lobster Roll. Αφράτο ψωμάκι χοτ ντογκ με το άνοιγμα από πάνω αντί το πλάι, αστακός, βούτυρο, λεμόνι, αλάτι και μαύρο πιπέρι αυτά είναι τα βασικά υλικά αν και πλέον χρησιμοποιούν μαγιονέζα αντί βούτυρο.

Reuben sandwich, Νέα Υόρκη: αστικός μύθος αφού πολλοί ερίζουν για τα εύσημα. Μια από τις εκδοχές αναφέρει ότι η ιδέα ανήκε στον Γερμανοεβραίο εμιγκρέ Arnold Reuben που είχε ανοίξει το 1908 το μπακάλικο-μπακαλοταβέρνα Reuben’s Delicatessen. Η πρώτη συνταγή χρονολογείται το 1914 και παραμένει σχεδόν η ίδια μέχρι σήμερα: ψιλοκομμένο κορν μπιφ, έμενταλ, ρώσικη σαλάτα και δύο φέτες ψωμί σίκαλης. H κλασική βερσιόν απαιτεί ψήσιμο στη σχάρα αυστηρά 3 λεπτά από κάθε πλευρά αλλά είναι τόσο δημοφιλές που ουκ έστι παραλλαγές.

Μεσημεριανό

Waldorf salad, Νέα Υόρκη: η περίφημη σαλάτα του ξενοδοχείου Waldorf-Astoria. To 1896 o Eλβετός σεφ Oscar Tschirsky δημιουργεί μια φινετσάτη σαλάτα για ορεκτικό ή ελαφρύ γεύμα. Η συνταγή κυκλοφορεί στον οδηγό μαγειρικής του Oscar of the Waldorf και γίνεται διάσημη. Μήλα, σταφύλια, σέλερι και ξηροί καρποί-που ακολούθησαν στη συνέχεια-με μαγιονέζα σε μια δροσιστική σαλάτα πάνω σε φύλλα μαρουλιού. Στη μοντέρνα εκδοχή προστέθηκε βραστή ή ψητή γαλοπούλα ή κοτόπουλο, σταφίδες ή δαμάσκηνα, ξύσμα λεμονιού ή πορτοκαλιού, και μια ακόμα πιο ελαφριά σάλτσα με γιαούρτι.

Chicken Vesuvio, Σικάγο: ναπολιτάνικο κοτόπουλο φούρνου από την μεγάλη παράδοση των Ιταλών του Σικάγου. Πρώτα σοτάρουν τα κομμάτια του κοτόπουλου για να αποκτήσουν τραγανή πέτσα, σβήνουν με λευκό κρασί, αφαιρούν από την κατσαρόλα και στο ίδιο μείγμα ελαιόλαδου-κρασιού, ρίχνουν πατάτες με κοκκάρια σαν του στιφάδου, με μπόλικο σκόρδο και ρίγανη. Όταν σοταριστούν και αυτά μπαίνουν στο φούρνο μαζί με το κοτόπουλο. Στην Αμερική πρωτοπαρουσιάστηκε στο εστιατόριο Vesuvio που είχε ανοίξει το 1930. Έγινε, μάλιστα, τόσο δημοφιλές που ακολούθησε μπριζόλα Vesuvio και πατάτες Vesuvio.

Απογευματινό

Stromboli, Φιλαδέλφεια: μοιάζει με καλτσόνε με δύο βασικές διαφορές: δεν περιέχει σάλτσα ντομάτας και δεν διπλώνεται αλλά ρολάρεται. Ζύμη πίτσας ή ιταλικού ψωμιού, ιταλικά τυριά, συνηθέστερα μοτσαρέλα, και διάφορα ιταλικά αλλαντικά, σαλάμι, μπρεζάολα, καπικόλα, είδος χοιρινού λουκάνικου από την Καμπανία. Η πρώτη εμφάνιση έγινε το 1950 στην πιτσαρία Romano’s με το όνομα pizza imbottita, γεμιστή πίτσα, αλλά ο κουνιάδος του ιδιοκτήτη σκέφτηκε ότι θα ήταν πολύ πιο δημοφιλές το Stromboli από το σκάνδαλο που είχε ξεσπάσει την εποχή για τον δεσμό του Ροσελίνι και της Μπέργκμαν στα γυρίσματα της ταινίας Στρόμπολι.

Βοston cream pie, Μασαχουσέτη: όχι ακριβώς πίτα αλλά τούρτα. Το 1881, όμως, που δημιουργήθηκε από τον Γάλλο ζαχαροπλάστη Raelyn του ξενοδοχείου Parker House Hotel της Βοστώνης, υπήρχε σύγχυση γύρω από τις ονομασίες. Μια στρώση κέικ βουτύρου, βελούδινη και ελαφρώς ρευστή, κρέμα patisserie, δεύτερη στρώση παντεσπάνι και από πάνω γλάσο σοκολάτας σε μια σπεσιαλιτέ που ανακηρύχτηκε το 1996 Επίσημο Γλυκό της Μασαχουσέτης. Σε πολλές περιοχές, στολίζεται με κροκάν αμυγδάλου ή σοκολάτας.

Βραδινό

Jambalaya, Λουϊζιάνα: η αφρόκρεμα της κρεολέζικης και cajun παράδοσης. Γαλλικές, αφρικανικές, ισπανικές μίξεις σε ένα πιάτο που τα έχει όλα. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια ιδιότυπη παραλλαγή της παέλια. Κοτόπουλο, χοιρινό, λουκάνικα, λιγότερο συχνά γαρίδες, μαζί με καρότα, ντομάτες που δίνουν τη γεύση στο ρύζι σε συνδυασμό με την αγία τριάδα της κρεολέζικης κουζίνας, κρεμμύδι, πιπεριές, σέλερι. Μοιάζει με gumbo αλλά διαφέρει στη σύσταση των μπαχαρικών και τις μπάμιες που δεν είναι συνηθισμένες στην jambalaya.

New Haven-style pizza, Koνέκτικατ: γνωστή και σαν apizza από το ναπολιτάνικο ΄a pizza που σήμαινε «Η» πίτσα, η μια και μοναδική πίτσα στον κόσμο που δεν είναι άλλη από τη ναπολιτάνικη φυσικά. Στο Κονέκτικατ έγινε διάσημη από το Pepe’s που άνοιξε το 1925 ο Frank Pepe, ένας φτωχοδιάβολος από ένα χωριουδάκι του Αμάλφι που ήρθε στην Αμερική ολομόναχος στα 16. Το Pepe’s παραμένει μια από τις παλιότερες πιτσαρίες της Αμερικής και η πίτσα του, λεπτή και τραγανή, φτιάχνεται μόνο από σάλτσα ντομάτας με λίγη ρίγανη, και πεκορίνο Romano-η μοτσαρέλα διατίθεται αλλά μόνο αν τη ζητήσει κανείς!

Δείτε επίσης:
Κορωνοϊός: Συμφωνία – υπόδειγμα μεταξύ εστιατορίου και ιδιοκτήτη ακινήτου

Έκλεισε το εστιατόριο «Loeb Boathouse» του Σέντραλ Παρκ μετά από 66 χρόνια

ΗΠΑ: Ο κορωνοϊός έφερε μεγαλύτερη κατανάλωση αλκοόλ